28 Οκτωβρίου 2016

Ημ. γεν.



Να ΄μαι πάλι εδώ. Τριάντα επτά κιόλας. Θα μπορούσα να διηγηθώ με λεπτομέρειες μια ιστορία από τα παλιά σαν να ήταν χθες. Για παράδειγμα μια ημέρα στο δημοτικό. Το χρώμα του πίνακα, την υφή των σελίδων, τον πόνο από την πληγή στο γόνατο. Πράγματα, ανθρώπους και περιστατικά που είχαν πάντα σημασία. Αλλά δεν είναι χθες. Είναι πολύ μετά από αυτό.
Από την άλλη όχθη, άνθρωποι αγαπημένοι χαιρετάνε αργά. Τα λόγια τους επιστρέφουν αραιά στις δικές μας συζητήσεις – ως σοφία, ως αστείο, ως απορία. Μέσα στα χρόνια συνωστίζονται όλα τα παλιά. Νιώθω ευγνωμοσύνη για όσα μου έλαχαν κι όσα ευοδώθηκαν. Και πιο πολύ για πολλούς που σταύρωσαν οι στράτες μας. Στο παθητικό να καταγραφούν, παρακαλώ, οι αποτυχίες και οι στιγμές που ήμουν λιγότερος ή αλλιώτικος από αυτόν που πίστευα ότι ήμουν. Κι ίσως να έβαζα κι όσους δεν κράτησαν την πέτρα που τους έδωσα. Στη σούμα λέω καλά - δεν θα ρίξω τίποτα μέσα στο κυτίο παραπόνων.
Διανύω τα χιλιόμετρα εντός μου. Ανηφόρες, κατηφόρες, όπως ξέρω και μπορώ. Στις χαρές αργά για να διαρκούν, στα δύσκολα γοργά και με πείσμα. Παραδέχομαι: ξεχνάω εύκολα, θυμώνω λιγότερο, δεν επιστρέφω πια τόσο συχνά στην παιδικότητα. Είναι αυτό μια άσκηση αυτοδικαίωσης, νοσταλγίας και ναρκισσισμού; Κρίνοντας τα παλιά, θα έλεγα πως ναι. Σήμερα όχι.
Ο κονιορτός κατακάθεται σιγά-σιγά και τα σχήματα ξεκαθαρίζουν. Η σαβούρα πετιέται και η αγάπη λαμπιρίζει σαν πολύτιμος λίθος στο βάθος ενός ορυχείου. Ανάγκη είναι να βγει στο φως. Τα πικρά να μην τα αφήνεις να σε διαβρώνουν. Σαν το οξύ πάνω στο δέρμα, πρέπει να τα ξεπλένεις με άφθονο νερό. Το λένε κι οι οδηγίες χρήσης. Θα έπρεπε να μας το μαθαίνουν από νωρίς. Ας είναι, εξάλλου οι ερωτήσεις δεν τελειώνουν ποτέ. Τώρα, έτοιμος για το μετά. Θα σου τα πω του χρόνου.

4 Οκτωβρίου 2016

Το ίδιο έργο





Γεμίσαμε ψευταράκους και παπατζήδες. Στήνουν τραπεζάκια στις γωνιές και παίζουν με τους περαστικούς. Εδώ παπάς, εκεί παπάς, πού είναι ο παπάς; Του παιχνιδιού εννοώ, όχι τον άλλον, τον θεομπαίχτη που ξυπνάει και αναπνέει με ισολογισμούς και business plans. Την ίδια ώρα, καβγαδάκια στο διαδίκτυο για το ποιος τον έχει πιο μεγάλο. Τον πατριωτισμό καλέ λέω, τι σκεφτήκατε; Εμείς που κάναμε αυτό και το και το, κι εσείς που όταν, δεν, έπρεπε. Συμπληρώστε ελεύθερα. Δεν συνεννοούμαστε στο κάθε μέρα μας. Σφαζόμαστε διαδικτυακά, κοπανάμε εξυπνάδες ο ένας στα μούτρα του άλλου. Αποκομμένοι από το τι συμβαίνει γύρω, αδιαφορώντας για το μέγεθός μας, το είδος του διακυβεύματος, τις μέρες που θα έρθουν. Αδυναμία συνεννόησης, δεν μπορείς να σταυρώσεις κουβέντα με άνθρωπο. Δυο κουβέντες λες και σου ανεβαίνει το αίμα στο κεφάλι. Ή στο δικό του. Και μετά λέμε να γίνει εθνική συνεννόηση. Ούτε στα βασικά δεν τα βρίσκουμε, αγαπούλες. Αντίθετα, μπορείς εύκολα να βρεις κοινό έδαφος για άλλα: στήστε αφτί στις συζητήσεις που γίνονται στα γραφεία, στις καφετέριες, στο ραδιόφωνο και στο διπλανό τραπέζι (το τελευταίο με διακριτικότητα). Ο κόσμος απασχολείται με άλλα: ποδόσφαιρο εντός και εκτός Κύπρου, ποια είναι τα καλά νηπιαγωγεία, συνταγές που πέτυχαν, θρησκοληπτικές (προσοχή, όχι θρησκευτικές ή πνευματικές) αναλύσεις και τα τοιαύτα. Μην με παίρνετε για στραβόξυλο: δεν είμαι κάποιος που ανοίγει κουβέντα μόνο για τα σοβαρά και τα δέοντα. Μα απ' την άλλη τόση ελαφρότητα κι ανοησία δεν αντέχεται. Κι ούτε περιμένω ότι κάποια στιγμή ο λαός θα στοιχηθεί πίσω από μια ιδέα. Αυτά είναι εμμονικά. Ενίοτε και επικίνδυνα κι όποιος αμφιβάλλει ας διαβάσει έστω και μια επιτομή ιστορίας του εικοστού. Για τον εικοστό πρώτο, δεν ξέρω. Άλλες φορές είμαι βέβαιος και αισιόδοξος κι άλλες κοιτάω τον διπλανό μου κι απελπίζομαι. Οι πιο πολλές σκέψεις μού έρχονται στα ταξίδια. Μέσα στο αεροπλάνο σε συναντούν οι σκέψεις που απωθείς, που παρκάρεις για μετά, αλλά ποτέ δεν ξανανοίγεις. Τρεις ώρες στα τριάντα τρεις χιλιάδες πόδια και έχουν ανοίξει όλοι σου οι λογαριασμοί. Έπειτα, ανοίγει η πόρτα και είσαι στην Ευρώπη. Ή ό,τι απέμεινε από αυτήν. Καλομαυρισμένα γερόντια φεύγουν για διακοπές στη Μάλαγα και κάποιος κακομοίρης ξένος καθαρίζει ανάμεσα στα καταστήματα των αφορολόγητων ειδών. Και πρέπει να λέει και φχαριστώ. Προς αποφυγή παρανοήσεων: δεν ευαγγελίζομαι κάποιον αριστερό εξισωτισμό, παρά μόνο εξαντλούνται οι μονάδες ανοχής πιο γρήγορα από παλιά. Αν εγώ δυσφορώ από την εικόνα, αυτοί πρέπει να αγανακτούν. Τα γερόντια σκέφτονται μόνο πως δεν θέλουν να πονούν, αν ξέχασαν κανένα χάπι και πότε θα περάσουν την Αχερουσία. Εμείς, λοιπόν, εδώ. Με τα κουσούρια και τις ματαιώσεις, τις χαρές και τις μικροαλλαγές, μερικές ανομολόγητες προσδοκίες και τα μπαγκάζια μας από τα παλιά χρόνια. Αν κάποιος είχε κέφι για έρευνα, θα του πρότεινα να ψάξει τις εφημερίδες, τα αρχεία, τα απομνημονεύματα για να μας αποδείξει ότι ζούμε για σχεδόν εξήντα χρόνια το ίδιο έργο. Εγώ; Εγώ τα έχω φάει τα ερευνητικά ψωμιά μου...


18 Σεπτεμβρίου 2016

Νταήδες




Η εβδομάδα που πέρασε ήταν διδακτική. Ελπίζω για όλους. Ήταν μια εβδομάδα όπου τα πολιτικά πράγματα σημείωσαν ένα «ιστορικό χαμηλό», με την εισαγωγή νέων πολιτικών πρακτικών και στάσεων. Ένα μέρος της αντιπολίτευσης, με τις πράξεις και τις δημόσιες τοποθετήσεις της, φανέρωσε ότι δεν θα τηρήσει κανένα κανόνα του πολιτικού παιχνιδιού.

Ιταμό ύφος, θεσμικά αβάσιμες θέσεις, ρητορική επιπέδου φοιτητικής παράταξης και αλλοπρόσαλλες θέσεις ήταν τα δομικά υλικά που χρησιμοποιήθηκαν. Τα κόμματα που επέλεξαν να πορευτούν με αυτόν τον τρόπο θέλουν έναν Πρόεδρο υπό κηδεμονία, που θα αναζητεί διαρκώς έγκριση και νομιμοποίηση από τα ίδια. Μόνο που ούτε η πολιτεία μας λειτουργεί με αυτόν τον τρόπο ούτε και τα ίδια φαίνονται πρόθυμα να δεχθούν την ίδια υποχρέωση αν βρεθούν σε θέση εξουσίας.

Πέραν τούτου, η κοινή γνώμη στάθηκε θεατής ενός ωμού εκβιασμού, που διατυπώθηκε με όρους πολιτικής αγυρτείας: η στάση σε άλλα πολιτικά ζητήματα θα εξαρτάται από τον εξαναγκασμό της κυβέρνησης να υπακούει και να ικανοποιεί τις θέσεις και τα αιτήματα της αντιπολίτευσης. Μόνο που το πολιτικό παιχνίδι δεν παίζεται με τέτοιες αθλιότητες, αλλά με κανόνες που τους βρίσκει κανείς στο Σύνταγμα και στα στοιχεία εκείνα που συνιστούν την πρακτική και εθιμική εφαρμογή του. Το νέο χαρακτηριστικό, το οποίο η αντιπολίτευση επιθυμεί να μας φανερώσει, είναι ότι δεν υπάρχουν κανόνες πλέον.

Βρισκόμαστε ενώπιον μιας απόπειρας συνολικού αναπροσδιορισμού της πολιτικής ζωής. Με πιο μακροπρόθεσμο ορίζοντα, αυτή η στάση είναι μια πρόγευση του τι θα δούμε στη χώρα μας, εάν δεν καρποφορήσει η παρούσα διαδικασία λύσης. Η κοινωνία κατευθύνεται προς έναν βαθύτερο και οριστικό διχασμό, με εργαλεία τον ρεβανσισμό, τον ετσιθελισμό και την αυθαιρεσία. Το μήνυμα είναι ότι «κάνω ό,τι γουστάρω, γιατί μπορώ» και θα μας οδηγήσει σε ρήξεις με θετικά χαρακτηριστικά της κοινωνικής μας ζωής: κυρίως τη συναίνεση, την επιδίωξη συμβιβασμών και την πραότητα.

Η άποψή μου είναι ότι αυτή η επιλογή είναι επικίνδυνη. Όπως επικίνδυνοι είναι και αυτοί που με ύφος νταή μπουκάρουν στο τοπικό καφενείο για να υπαγορεύσουν τους κανόνες συμπεριφοράς στους υπόλοιπους. Η πολιτική δεν γίνεται με τελεσίγραφα, οι κυβερνήσεις δεν λειτουργούν με κηδεμόνες και οι κανόνες του παιχνιδιού δεν αλλάζουν μόνο και μόνο για να μην χάσεις.

Μπορεί κάποιος να μην συμφωνεί με την κυβέρνηση. Μπορεί κάποιος να διαφωνεί με την πολιτική της για οποιοδήποτε θέμα. Ωστόσο, η απόπειρα πόλωσης της κοινωνίας και βραχυκύκλωσης της λειτουργίας του κράτους και της πολιτείας υπερβαίνει τα εσκαμμένα. Η απάντηση πρέπει να είναι άμεση και πολιτική: μόνο έτσι μπορεί να ηττηθούν οι νταήδες συνολικά και οριστικά.

11 Σεπτεμβρίου 2016

Οι κίνδυνοι από τη μη λύση




Η βαρετή καθημερινότητα του Κυπριακού καλά κρατεί. Η ειδησεογραφία της περιόδου φτάνει σε εμάς κομμένη, ραμμένη και γραμμένη με την παλιά τέχνη του ηθικού πανικού. Χοντροκομμένα ψέματα, μισοειπωμένες αλήθειες και ασύγγνωστη ημιμάθεια συνθέτουν ένα σκηνικό πόλωσης, διχασμού και ακρότητας. Θα ήθελα να αποπειραθώ σε λίγες γραμμές να σκιαγραφήσω μια εκτίμηση για το τι ενδέχεται να ακολουθήσει μια ενδεχόμενη κατάρρευση της παρούσας διαδικασίας. Κι αυτό γιατί η ανέξοδη πολεμική εναντίον των διαπραγματεύσεων όχι μόνο δεν γίνεται με αντιπρόταση σοβαρής εναλλακτικής, αλλά αγνοεί ταυτόχρονα τους άμεσους κινδύνους που ελλοχεύουν.

Κίνδυνος πρώτος: ένα μικρής έντασης και διάρκειας επεισόδιο στην πράσινη γραμμή. Μια τέτοια εξέλιξη θα καταδείξει ότι η σημερινή κατάσταση δεν είναι βιώσιμη και ικανή να συνεχιστεί στο διηνεκές. Πέρα από τις απώλειες, την αναταραχή και την κινητοποίηση όλων των λανθασμένων πολιτικών αντανακλαστικών, ένα τέτοιο επεισόδιο θα ανοίξει τη συζήτηση για μια πραγματική ομαλοποίηση της κατάστασης στο νησί. Όπως μπορεί να γίνει εύκολα αντιληπτό, μια τέτοια εξέλιξη μπορεί να δημιουργηθεί εύκολα και εκβιαστικά από την Τουρκία, με σκοπό να αλλάξει τις συνθήκες συζήτησης και να τη μεταφέρει στο επίπεδο του βελούδινου διαζυγίου ή έστω της θεσμοθέτησης όρων συνύπαρξης απλής γειτονίας.

Κίνδυνος δεύτερος: η αναγνώριση του ψευδοκράτους από μικρό αριθμό κρατών, που βρίσκονται κάτω από την πολιτικοοικονομική επιρροή της Τουρκίας. Το πολιτικό πλήγμα για την Κυπριακή Δημοκρατία θα είναι σοβαρό και θα ανοίξει μια νέα περίοδο νομικών μαχών σε διεθνή δικαστήρια. Η έκβασή τους είναι αμφίβολη, ακόμα και αν το ψευδοκράτος είναι το δημιούργημα της παράνομης χρήσης βίας. Πέρα από τους νομικούς κινδύνους, θα υπάρξει και μια σοβαρή μετατόπιση στη συζήτηση του προβλήματος, αφού το ζητούμενο της λύσης θα υποχωρήσει υπό το βάρος της αντιμετώπισης του κινδύνου που θα θέτουν επιτακτικά οι πραγματικές και δυνητικές αναγνωρίσεις. Στο τοπικό επίπεδο, αυτή η εξέλιξη θα νομιμοποιήσει τη λογική των δύο κρατών και θα απελευθερώσει εκείνη τη μερίδα των πολιτικών που προτιμούσαν μια Κύπρο ελληνική, έστω και μισή.

Κίνδυνος τρίτος: η επάνοδος του ενδεχόμενου του απευθείας εμπορίου ΕΕ-κατεχομένων και η πολιτική ομαλοποίηση των σχέσεών τους. Όπως και με τον δεύτερο κίνδυνο, η Κύπρος θα αναγκαστεί να εμπλακεί σε νομικές μάχες με αβέβαιη έκβαση. Είτε με θετικές είτε με αρνητικές αποφάσεις, η δαπάνη πολιτικού κεφαλαίου για την αντιμετώπιση αυτού του θέματος θα καταστήσει την Κύπρο ένα κράτος σε διαρκή άμυνα ακόμα και μέσα σε έναν οργανισμό που θα έπρεπε να ήταν το κατ' εξοχήν προνομιακό πεδίο δραστηριοποίησής της. Χωρίς συμμάχους και σοβαρά ερείσματα, η Κύπρος θα είναι ο ενοχλητικός επαίτης της ΕΕ, που θα περιπέσει σταδιακά σε ανυποληψία.

Κίνδυνος τέταρτος: ο οριστικός μετασχηματισμός της ελληνοκυπριακής κοινωνίας σε μια κοινωνία που θα είναι ή θα πιστεύει ότι είναι υπό διαρκή πολιορκία. Η πολιτική ατζέντα θα έχει μόνο το ζήτημα της αντιμετώπισης όλων των εξωτερικών κινδύνων και η σημερινή μιζέρια θα πολλαπλασιαστεί και θα καταστεί η καθημερινότητά μας, θάβοντας οριστικά όλα τα αλλά ζητήματα και οδηγώντας τη χώρα σε συνολική οπισθοδρόμηση.

Οι κίνδυνοι αυτοί δεν καταγράφονται για να προωθηθεί το επιχείρημα ότι θα πρέπει να συναινέσουμε σε μια οποιαδήποτε λύση, αλλά για να καταδειχθεί ότι η μη λύση και η υπονόμευση, με όρους πολιτικής αθλιότητας, της παρούσας διαδικασίας δεν είναι επιλογή. Σε αυτές τις σκέψεις να προσθέσω και την κατακλείδα: κάποιος πρέπει επιτέλους να υπερασπιστεί την πολιτική επιλογή της λύσης απέναντι στον τόσο προφανή συντονισμό μερίδας των κομμάτων, των ΜΜΕ και του οικονομικού κατεστημένου.

24 Ιουλίου 2016

Ασκήσεις




Μ’ αυτά και μ’ αυτά, πιάσαμε και φέτος την επέτειο. Ίσως να έχω αποστασιοποιηθεί, ίσως το αφτί μου να μπλοκάρει αυτόματα πια την «αποχώρηση όλων των τουρκικών στρατευμάτων», αλλά μου φάνηκε ότι ο τόνος ήταν πεσμένος. Ούτε καλό, ούτε κακό από μόνο του αυτό. Μένει όμως το βάρος αυτής της τελετουργίας που σωρεύεται με τα έτη. Υποψιάζομαι ότι κάποια στιγμή το άθροισμά τους θα είναι μη αναστρέψιμο. Παραμένουμε, ωστόσο, διαρκώς εγκλωβισμένοι στα ρητορικά μας σχήματα, είτε αυτά αφορούν τη σκληρή/απορριπτική/λυσοφοβική γραμμή είτε την προοδευτική/πραγματιστική/pro-solution θέση. Τα μυαλά μας έχουν εκπαιδευθεί να φιλτράρουν την πληροφορία και την τοποθέτηση μέσα από τα φίλτρα αυτά. Να με συμπαθάτε, αλλά –από μια όψη του– αυτό κουράζει, φθείρει και μας στρέφει σε άλλες, ιδιωτικές ασχολίες: σπίτια, δάνεια, ταξίδια, προαγωγές, γκομενικά, γυμναστήρια, καινούργια μαγαζιά στην πόλη. Το Κυπριακό έχει μετατραπεί σε ένα παιχνίδι που δεν μπορεί να τελειώσει ποτέ. Ας μην έχουμε αμφιβολία γι’ αυτό τουλάχιστον: δεν πρόκειται να κλείσει με κάποια μεγαλειώδη κίνηση ούτε με παταγώγη τρόπο. Υποθέτω ότι θα σβήσει αργά και βασανιστικά – ο επιθανάτιος ρόγχος του θα ακούγεται σαν πειραγμένη εξάτμιση μοτοσυκλέτας που απομακρύνεται. Στο ενδεχόμενο, λοιπόν, που το Κυπριακό θα μείνει μαζί μας με άλλη μορφή, θα μας σύρει σε νέους πολιτικούς και νομικούς αγώνες για να αποτρέψουμε την αναβάθμιση, την ενσωμάτωση και την αναγνώριση. Μαζί με το τεράστιο πολιτικό κεφάλαιο που θα ξοδευτεί, θα έχουμε και μια μαζική μετατόπιση δεξιότερα της Δεξιάς, με την πλήρη νομιμοποίηση του ακραίου λόγου και την οριζόντια ένταξή του στην πολιτική σκηνή της Κύπρου. Το μέσα μας θα απασφαλίσει και χωρίς ντροπή θα ανταγωνιζόμαστε στην εθνοπρέπεια, μεταξύ σιεφταλιών και προκριματικών Champions League. Ταυτόχρονα, οι στόχοι του βερμπαλισμού θα ματαιώνονται διαρκώς, αφού θα συναντούν την πραγματικότητα της γεωγραφικής γειτονιάς μας ή την τυχαιότητα της πολιτικής επικαιρότητας. Τρανό παράδειγμα το σύγκρυο της πολιτικής ηγεσίας στο άκουσμα του πραξικοπήματος στην Τουρκία, που απέδειξε ότι αν κοιμηθεί στραβά ένας λοχαγός στην Άγκυρα, μένει ξάγρυπνη όλη η Κύπρος. Στην απουσία ουσιαστικής πολιτικής πρότασης, διερωτώμαι πώς θα μας βρουν οι επόμενοι μήνες. Προς το παρόν, μαζί με τα 39άρια, με βασανίζει η σκέψη ότι το κλείσιμο του Κυπριακού θα επικυρώσει τη ματαιότητα της ενασχόλησης μαζί του, μα πιο πολύ θα αποτελέσει ένα θλιβερά άδοξο τέλος για όσους είχαν τολμήσει να σκεφτούν κάποια στιγμή ότι τα πράγματα μπορεί να ήταν και αλλιώς. Μόνο που τέτοιες ασκήσεις ιστορικών υποθέσεων μας έχει χορτάσει το νησί από πολύ νωρίς.

10 Ιουλίου 2016

Ξένοι στην ίδια πόλη




Για τον δημόσιο χώρο αυτή τη βδομάδα το άρθρο, με αφορμή αμέριμνες βόλτες στη Λευκωσία, όπου παρατηρεί κανείς τις αντιφάσεις και τις ελλείψεις του αστικού τοπίου. Σημείο πρώτο: η πρόσφατη ανέγερση της σιδερένιας περίφραξης του κτηρίου της Βουλής. Παρά τους όποιους πρακτικούς λόγους υπαγόρευσαν την αλλαγή αυτή, το μήνυμα που περνά στον κόσμο είναι αυτό της δημιουργίας μιας απόστασης, ενός χάσματος ανάμεσα σε εσάς και εμάς. Αντίστοιχα κτήρια στην Ευρώπη δεν προφυλάσσονται από παρόμοιου είδους κατασκευές και υποψιάζομαι ότι υπάρχουν καλοί συμβολικοί και πολιτικοί λόγοι για αυτό. Τι έχει να φοβηθεί, λοιπόν, η Βουλή; Ακόμα και εάν η έγνοια ήταν να προστατευθεί από τις διαδηλώσεις, δεν είμαι βέβαιος αν εξαντλήθηκαν όλες οι άλλες λιγότερο παρεμβατικές επιλογές για την επίτευξη του ίδιου στόχου.

Επιπρόσθετες σκέψεις αναφορικά με την ανάγκη ύπαρξης περισσότερων πλατειών και χώρων πρασίνου. Η παλιά πόλη ασφυκτιά ήδη από την υφιστάμενη δόμησή της, ενώ τα πάρκα δεν είναι δημοφιλείς προορισμοί για τους κατοίκους της. Τι φταίει; Οι πλατείες έχουν μια στεγνή όψη: δείτε τη σχεδόν φετιχιστική τσιμεντοποίηση της πλατείας Ελευθερίας και του παλαιού δημαρχείου. Και οι δύο τους μοιάζουν σχεδιασμένες για να απωθούν τους διαβάτες και τη ροή ζωής σε αυτές.

Στα πιο πάνω έρχεται να δέσει και η προϊούσα «ανάπτυξη» με τη λειτουργία σχεδόν πανομοιότυπων καφεστιατορίων και wine bar στο ιστορικό κέντρο. Με σταθερό ρυθμό, οι επιχειρήσεις αυτού του είδους αυξάνονται σε αριθμό και επεκτείνονται γύρω από τον νοητό άξονα των κεντρικών οδών της παλιάς Λευκωσίας. Μοιάζουν να απευθύνονται σε έναν λαό που έχει ανάγκη καφέ, φαγητό και κρασί – μόνο. Η ομοιότητα των επιχειρήσεων αντικατοπτρίζεται και στην αισθητική των περισσοτέρων. Χόρτασε το μάτι μας παλέτες, ψευδοπαλαιωμένα έπιπλα και ατέλειωτες στρατιές χίπστερς, που μάλλον έζησαν σε μια Κύπρο όπου το μόνο που έκαναν ήταν να ασχολούνται με τις λεπτές διαφορές ανάμεσα στα είδη των καφέδων. Το αποτέλεσμα αυτής της φούσκας είναι η σταδιακή εκδίωξη των παλιών καταστημάτων και των επιχειρήσεων, των μικρών καφενείων και των απόκληρων που είχαν βρει τη δική τους γωνιά σε αυτή την πόλη.

Οι νέες ιδέες για την πόλη την θέλουν πιο καθαρή, πιο συγυρισμένη, πιο ατσαλάκωτη, χωρίς ανθρώπινο χρώμα, καθωσπρέπει, κομμένη και ραμμένη στα μέτρα όσων θέλουν να χρυσοπληρώνουν αμφιβόλου ποιότητας εδέσματα και ροφήματα, αρκεί να βλέπουν και να βλέπονται. Το παλιό ή το αυθεντικό είναι βρόμικο, χωρκάτικο, ξένο, απομεινάρι μιας Κύπρου που αργοσβήνει και που τη συναντάς λίγο πριν το οδόφραγμα του Αγίου Κασσιανού ή στην οδό Ληδήνης.

Τι θα ήθελα; Ας αρχίσω με αυτό που αποκλείω: τη μυθοποίηση ενός παρελθόντος που δεν έζησα, τις κουβέντες για τις παλιές καλές μέρες. Θα προτιμούσα ένα ιστορικό κέντρο με έλεγχο του είδους και του αριθμού των επιχειρήσεων «ψυχαγωγίας», αύξηση των μόνιμων κατοίκων, άνοιγμα μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων από αληθινούς ανθρώπους που παράγουν ή τελοσπάντων ασχολούνται με πραγματικές δουλειές. Προς το παρόν, επικρατεί μια απροσδιόριστη ιδέα για το τι είναι cool και in, το ιστορικό κέντρο βυθίζεται κάτω από το βάρος των SUV, όσων τριγυρνούν με απορία πεντάχρονου στον ζωολογικό κήπο ζωγραφισμένη στο πρόσωπό τους. Είμαστε ξένοι στην ίδια πόλη, αιτία και συνέπεια του ότι δεν έχουμε κουβεντιάσει ποτέ πώς θα θέλαμε αυτή να μοιάζει. Α, και για να μην το ξεχάσω: το παλιό ΓΣΠ να γίνει πάρκο.

2 Ιουλίου 2016

Παραλυτική αμηχανία





Με δυο λέξεις, η απόπειρά μου να συμπυκνώσω αυτό που πλανάται πάνω από τα κεφάλια μας τον τελευταίο καιρό. Adieu στις παλιές καλές μέρες. Το παρελθόν θα εμφανίζεται μπροστά μας σαν ξεθωριασμένες καρτ-ποστάλ που ανασύρεις από ένα ξεχασμένο τετράδιο. Τον καινούργιο κόσμο που αναδύεται πολύ αμφιβάλλω αν μπορούμε καν να τον κατανοήσουμε. Ίσως να είμαστε απαράσκευοι, ίσως κι αυτός να είναι ξένος από όσα γνωρίσαμε. Αυτό δεν σημαίνει ότι πρέπει να σταματήσουμε να προσπαθούμε. Ούτε σημαίνει ότι θα τα καταφέρουμε. Αυτή η παραλυτική αμηχανία πιστεύω ότι αφορά το τοπικό και το διεθνές.

Στο νησί προσπαθούμε να διαλέξουμε προς τα πού να κατευθυνθούμε. Προς το παρόν, είμαστε χαμένοι ανάμεσα στην προσπάθεια μιας μικρής μειοψηφίας να χωρέσει τον εκσυγχρονισμό και την πρόοδο που δεν έζησε η χώρα από το 1960, και από την άλλη συναντάς παντού αντιστάσεις και διαφθορά, μια αποστροφή στο δημόσιο και το κοινό και μια οπισθοδρομικότητα, που βρίσκει διαρκώς νέες μεταμφιέσεις. Σε αυτό το μεταίχμιο, που οριοθετεί το πέρασμα από το ’16 στο ’17, το business as usual παιχνίδι των προεδρικών συνεχίζεται, ενώ κανείς δεν ξέρει να απαντήσει στο ερώτημα πώς θα ήθελε να μοιάζει η Κύπρος σε δέκα-είκοσι χρόνια από σήμερα. Στενεύουν έτσι οι ορίζοντες όλων μας, η καθημερινότητα γίνεται μια ύπουλη ρουφήχτρα και εξαπατούμε τους εαυτούς μας με ψευτοσυγχωρέσεις και αναβολές για πιο εύθετο χρόνο.

Στα πιο μεγάλα και διεθνή, η οικουμένη είναι ένα κουτί γεμάτο αβεβαιότητα, αστάθεια και πολλές φορές φρίκη, πόνο και θάνατο. Είναι ευσεβοποθισμός να προσδοκείς ότι τίποτα δεν θα αλλάξει στη διάρκεια του βίου σου, αλλά διερωτώμαι αν υπάρχει κανείς που μπόρεσε να σταματήσει τη ροπή σε αυτόν. Να μην ξεχνάμε και την τύχη του καθενός μας που, σε αντίθεση με την πλειοψηφία, ζει σε συνθήκες ευημερίας. Το παιχνίδι ξαναμοιράζεται, καθώς διαβαίνουμε την εποχή του διαρκούς πολέμου για τη διαρκή ειρήνη. Είμαι βέβαιος ότι οι περισσότεροι τελούμε σε μια κατάσταση μερικής απόσυρσης: οι πληροφορίες φτάνουν με κάθε μέσο σε καταιγιστικούς ρυθμούς, θέτοντας εκτός λειτουργίας την ικανότητά μας να τις επεξεργαστούμε και να τις εντάξουμε σε ένα ερμηνευτικό πλαίσιο. Οικονομική κρίση, τρομοκρατία, ισλαμοφοβία, BREXIT, ISIS, άνοδος ξεχασμένων εθνικισμών, διπλωματικοί ελιγμοί, ψηφίσματα, προσφυγικό – η λίστα δεν τελειώνει και θέτει ενώπιόν μας προβλήματα, με μια ψευδαίσθηση ότι κάτι μπορούμε να κάνουμε κι εμείς. Μόνο που κι εδώ, ο αριθμός, το μέγεθος και η πολυπλοκότητά τους μας οδηγούν ξανά στην παραλυτική αμηχανία που ανέφερα στην αρχή...

12 Ιουνίου 2016

Η παλιά Ευρώπη




Η παλιά Ευρώπη πεθαίνει. Ό,τι γνωρίσαμε και συζητήσαμε είναι πια υλικό για τα βιβλία της ιστορίας και της πολιτικής επιστήμης. Ίσως και για αναμνηστικά άλμπουμ ενός κόσμου που μοιάζει να αποσύρεται από το προσκήνιο, άλλοτε αργά κι άλλοτε με πιο ταχείς ρυθμούς.
Το μεγάλο πολιτικό εγχείρημα της Ευρωπαϊκής Ένωσης έχει φτάσει στα όρια των αντοχών του. Οι δυνατές κρίσεις των τελευταίων ετών δείχνουν ικανές να επιφέρουν το μοιραίο. Τι φέρνει το αύριο μαζί του; Ποιες δυνάμεις αναδύονται διεκδικώντας την κυριαρχία για τις επόμενες δεκαετίες;

Προς το παρόν, εντοπίζεται η επιστροφή στον παλαιάς κοπής απομονωτισμό και στην ψευδαίσθηση ασφάλειας που δημιουργεί το κλειδαμπάρωμα στο εθνικό σπίτι, την ώρα που ο κόσμος έξω καίγεται. Η άνοδος της ακροδεξιάς, του ευρωσκεπτικισμού, της ξενοφοβίας και της επιστροφής στο έθνος-κράτος ρίχνουν βαριά σκιά πάνω στη γηραιά ήπειρο. Απέναντί τους, πολλές κυβερνήσεις, πολιτικές δυνάμεις και συνακόλουθα η ΕΕ δείχνουν αμήχανες και δοκιμάζουν να αντιδράσουν με τα εργαλεία της γραφειοκρατίας και της παλιάς ρητορικής. Μόνο που δεν είμαστε στο 1950, αλλά κοντά εβδομήντα χρόνια μετά και ένα νέο αφήγημα είναι αναγκαίο.

Ο θαυμαστός γενναίος κόσμος δεν μπορεί να γίνει κατανοητός και ως συνέπεια οι πολιτικές ελίτ δεν ξέρουν πώς να συνδιαλεχθούν μαζί του και να αντιμετωπίσουν τα δεινά που θα επιφέρει η τελική επικράτησή του. Η σκέψη αυτή μου ήρθε παρατηρώντας έναν ηλιοκαμένο και καλοντυμένο κύριο, που είδα σε ένα πρόσφατο ταξίδι στο Στρασβούργο. Κομψότατος, με παπιγιόν και λεπτές κινήσεις, μιλούσε αργά και χαμογελούσε αραιά στη συνομιλήτριά του. Στα μάτια μου ήταν η αποτύπωση αυτής της παλιάς Ευρώπης, για την οποία προσπαθώ να μιλήσω σήμερα: καλοζωισμένος, δίχως σοβαρές έγνοιες, ανήμπορος να συλλάβει τις μύριες αλλαγές γύρω του, αφημένος στην εξαιρετική επίγευση του κρασιού του. Ίσως και με μια αίσθηση ότι «καλά τη βγάλαμε ώς εδώ».

Στο όχι και τόσο μακρινό παρελθόν, λέξεις και φράσεις όπως «ευρωπαϊκή ολοκλήρωση», «ενοποίηση», «εμβάθυνση», «σκληρός πυρήνας της ΕΕ» ήταν στο καθημερινό πολιτικό λεξιλόγιο. Η αφοσίωση στο ευρωπαϊκό όραμα, ακόμα και στην ιδέα της ομοσπονδιοποίησης, ήταν μέρος της πολιτικής ορθοδοξίας της χώρας μας, αλλά και ενός μεγάλου μέρους της πολιτικής ελίτ στην Ευρώπη. Σήμερα έχουν γίνει σκόνη και καμία νέα ιδέα δεν φαίνεται να την έχει αντικαταστήσει. Η Ελλάδα είναι μια ρημαγμένη χώρα, καταδικασμένη να βιώνει αλλεπάλληλους κύκλους φτώχειας και να ανακαλύπτει νέους πάτους στο βαρέλι. Η Γαλλία βρίσκεται βυθισμένη σε μια εσωστρέφεια και τίποτα δεν μπορεί να της αποσπάσει την προσοχή. Η Βρετανία ετοιμάζεται να πηδήξει από το καράβι. Η Γερμανία πνίγεται στην αντίφαση που προκαλεί η προσπαθεί να τιθασεύσει ηθικά την πολιτική και οικονομική ηγεμονία της. Μοιάζουμε με συγκάτοικους σε ένα σπίτι που ο καθένας βλέπει τη δική του ζωή, χωρίς να πολυνοιάζεται τι συμβαίνει στον παλιό φίλο.

Και τέλος, οι επόμενες γενιές καλούνται να ζήσουν με λιγότερα, με επαχθέστερους όρους και να πληρώσουν τον λογαριασμό για τους προηγούμενους. Όλα αυτά δημιουργούν οργή, ανημποριά, ματαίωση. Εύφορο έδαφος, δηλαδή, για την καλλιέργεια έχθρας, ακρότητας και μισαλλοδοξίας. Όλα γνωστά στην Ευρώπη που ξαναμπαίνει σε μια σκοτεινή περίοδο. Κανείς δεν ξέρει πώς και πότε θα βγει από αυτήν.


8 Μαΐου 2016

Εκλογικά




Όσο πιο πολύ πλησιάζουμε στην ημέρα των εκλογών, τόσο πιο πολύ αναδεικνύεται η ματαιοδοξία και η κενότητα πολλών εκ των υποψηφίων. Ταυτόχρονα, η πολιτική ατζέντα εξαντλείται σε κινήσεις εντυπωσιασμού και χαρακτηρίζεται από απουσία νοήματος. Κι αυτό γιατί τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης καθιστούν την έκθεση στη δημόσια σφαίρα και την προβολή στο κοινό ευκολότερη. Το ζήτημα είναι ότι πολλοί συγχέουν την εκλογική διαδικασία με πρακτικές και προσεγγίσεις τηλεοπτικού παιχνιδιού ή με σχολικές εκλογές. Κι έτσι βρισκόμαστε ενώπιον των τόσων διαφημιστικών πινακίδων με τα χιλιοειπωμένα κλισέ των συνθημάτων: μαζί, μπροστά, αρχή, ανανέωση, δυναμική. Το μήνυμα όλων αυτών είναι ότι δεν υπάρχει μήνυμα και ότι με κάποιο τρόπο έπρεπε να γεμίσει το κενό στη γιγαντοαφίσα.
Από κοντά και τα άλλα δύο προβλήματα: η επίκληση της ηλικίας ως καθοριστικού παράγοντα και ο λαϊκισμός της μάχης κατά του κατεστημένου. Εξηγούμαι: για το μεν ζήτημα της ηλικίας το νεαρό της ηλικίας προβάλλεται ως αυτόνομος και ικανοποιητικός λόγος για να μας ζητείται η ψήφος. Η βάση του επιχειρήματος υποψιάζομαι ότι είναι οι γλυκανάλατες ανοησίες που γράφαμε στις σχολικές εκθέσεις μας για την ανάγκη αντιπροσώπευσης των νέων, τη δυνατότητά τους να φέρνουν νέες ιδέες και να αμφισβητούν την προηγούμενη γενιά. Όλα αυτά είναι συμπαθητικές ανοησίες, αν ενταχθούν στο πλαίσιο της πολιτικής πραγματικότητάς μας και στον τρόπο καταμερισμού της εξουσίας (και του χρήματος στον τόπο μας).
Για δε το ζήτημα του λαϊκισμού, έχουμε κι εμείς εδώ σε αυτή τη μικρή γωνιά του κόσμου το μερτικό μας από τον ανέξοδο καταγγελτικό λόγο. Το κατεστημένο, όσοι έφαγαν, η ατιμωρησία, τα κυκλώματα και οι μίζες έχουν την τιμητική τους στον πολιτικό λόγο όσων αποτελούν το «ακραίο κέντρο» του πολιτικού μας βίου. Η ειρωνεία ότι σε αρκετές περιπτώσεις, οι ίδιοι οι τιμητές και οι κήνσορες είναι δημιουργήματα του ίδιου του κατεστημένου που καταγγέλλουν... Διευκρινίζω: δεν είμαι αφελής και μια ματιά στην ειδησεογραφία των τελευταίων μηνών είναι αρκετή για να καταλάβει κανείς ότι ο κυπριακός μας στάβλος θα πάρει καιρό για να καθαρίσει – αν ποτέ... Το ζήτημα είναι ότι οι καταγγελίες με αντικείμενα, αλλά χωρίς υποκείμενα δεν σημαίνουν τίποτα. Και ότι η κύρια ισχύς αντιμετώπισης αυτών των φαινομένων δεν είναι πρωταρχικά στη Βουλή, αλλά σε άλλους ελεγκτικούς και εποπτικούς μηχανισμούς.
Συμπερασματικά, με τη συντριπτική πλειοψηφία των νομοθετημάτων να έρχεται από την ΕΕ, την εκπληκτική ανικανότητα νομοθέτησης, όπως φάνηκε στην τελευταία συνεδρία της Βουλής και την ιδιαιτερότητα της πολιτειακής λειτουργίας που ευνοεί την εκτελεστική εξουσία, το να είναι κανείς σήμερα βουλευτής δεν συνεπάγεται τη δυνατότητα ουσιαστικής παρέμβασης. Αν κάτι μπορεί να προσφέρει, είναι η διαμόρφωση πολιτικής κουλτούρας, η ανάδειξη ζητημάτων στον κοινωνικό διάλογο και η υπευθυνότητα στη λειτουργία ως θεσμικού αντιβάρου. Προϋπόθεση για όλα αυτά: σοβαρότητα, επιστημοσύνη, ακεραιότητα. Μια ματιά στις λίστες υποψηφίων με κάνει απαισιόδοξο...

10 Απριλίου 2016

(Πολύ) δεξιοί, (κυρίως) αδέξιοι




Η φαρσοκωμωδία που παίχτηκε τις προηγούμενες ημέρες στον ΔΗΣΥ, πέρα από εξόχως διασκεδαστική, ήταν και διδακτική. Μας έμαθε, ή καλύτερα μας επιβεβαίωσε την κυπριακή εκδοχή του να θέτεις κανόνες και μετά να ανατρέπεις το αποτέλεσμά τους, αν αυτό δεν σε βολεύει. Ακόμα κι αν η εσωκομματική διαδικασία μας είναι ξένη ή αδιάφορη, το μήνυμα που εκπέμπεται είναι ότι αν η εξουσία εξυπηρετείται από μια συγκεκριμένη εκδοχή, δεν θα διστάσει να την επιβάλει. Παραμένει άγνωστο αν οι μέθοδοι τις οποίες μετήλθε η πολιτική ελίτ σε αυτή την περίπτωση ήταν αυτές του φιλότιμου, της πίεσης ή της απειλής. Ενδεχομένως να είναι και αδιάφορο, δεδομένης της κατάληξης. Ωστόσο, το περιεχόμενο του μαθήματος παραμένει αυτό του εκμαυλισμού της συνείδησης και για τον λόγο αυτό πιστεύω πως ό,τι συνέβη τις περασμένες μέρες μας αφορά επειδή ακριβώς προοιωνίζεται έναν τρόπο διακυβέρνησης, όταν έρθει ο καιρός...
Το δεύτερο ζήτημα είναι οι ισχνές αντιδράσεις απέναντι στα γεγονότα. Από τη μια όσοι βρήκαν τη μιλιά τους μετά από τέσσερις ώρες συνεδρίαση, καλώς είπαν όσα είπαν. Αλλά αγνοούν ή υποτιμούν ότι η πολιτική συμμετοχή τους σε αυτές τις διεργασίες νομιμοποιεί την εφαρμογή των ίδιων μεθόδων και σε αυτούς κάποια στιγμή στο μέλλον, όταν δεν θα είναι αρεστοί, χρήσιμοι ή βολικοί στους διοικούντες. Με άλλα λόγια, μπορούν ήδη από τώρα να φανταστούν τους εαυτούς τους ως τα μελλοντικά θύματα μιας αντίστοιχης συμπεριφοράς από ορισμένους ανθρώπους που δεν φαίνεται να έχουν δισταγμούς, φραγμούς ή στοιχειώδεις εσωτερικές αντιστάσεις, που συναντά κανείς σε ανθρώπους.
Απέναντι στην πιο πάνω αντίδραση, η δικαιολογία και οι αιτιάσεις που προβλήθηκαν από την πολιτική ιεραρχία ήταν ότι οι διαμαρτυρόμενοι είχαν κάθε ευκαιρία να ενστούν ενώπιον των συλλογικών οργάνων, σύμφωνα με τις νενομισμένες διαδικασίες και ότι η παράλειψή τους να το πράξουν απονομιμοποιούσε κάθε μεταγενέστερη κριτική. Είναι η γνωστή θεωρία της δημοκρατίας των τεσσάρων ωρών, στην οποία η ελευθερία του λόγου απόλλυται διά παντός μετά την παρέλευση του χρόνου. Πέρα από την ειρωνεία, η θέση αυτή δεν αντέχει στη βάσανο της κριτικής και της λογικής και αποφεύγει να απαντήσει στην ουσία του ζητήματος.
Το πιο σημαντικό όμως ζήτημα είναι παράπλευρο: γιατί να θέλει σήμερα κάποιος να γίνει βουλευτής; Ή διατυπωμένο από την ανάποδη: γιατί να ψηφίσει κανείς κάποιον για βουλευτή; Αφορμή για τα ερωτήματα αυτά στάθηκε μια ανάρτηση του φίλου Ν.Κ. στο διαδίκτυο, όπου δικαίως ρωτά με τη σειρά του τους υποψηφίους ποια θεωρούν πως είναι τα καταλληλότερα χαρακτηριστικά που πρέπει να έχει κάποιος για να είναι πετυχημένος στην εργασία του βουλευτή, αναφερόμενος σε χαρακτηριστικά προσωπικότητας, γνώσεις, δεξιότητες, εκπαίδευση και προηγούμενη εμπειρία.
Κι επίσης, πώς η δική τους προσωπικότητα, δεξιότητες, γνώσεις, εκπαίδευση, και προηγούμενη εμπειρία, τους κάνουν κατάλληλους για τη συγκεκριμένη θέση. Επί τούτων ίσως να έχω κι εγώ μερικές σκέψεις, αλλά επιφυλάσσομαι για την άλλη Κυριακή.