18 Οκτωβρίου 2015

Βρόμικο ψωμί



«Ο πατέρας μου ο Μπάτης
ήρθε απ’ τη Σμύρνη το ’22
κι έζησε πενήντα χρόνια
σ’ ένα κατώι μυστικό»

Η πρόσφατη απόφαση του ΕΔΑΔ στην υπόθεση Βρούντου εναντίον της Κύπρου χαιρετίστηκε στη δημόσια σφαίρα για τη δικαστική διαπίστωση της διακριτικής μεταχείρισης που υπέστησαν τα πρόσωπα, που δεν τους αναγνωρίστηκε η ιδιότητα του εκτοπισμένου, επειδή η μητέρα τους μόνο ήταν εκτοπισμένη. Η απόφαση δημιουργεί εύλογα ερωτήματα ως προς τον τρόπο με τον οποίο θα πρέπει τώρα να κινηθεί η Δημοκρατία για να συμμορφωθεί με την απόφαση: θα πρέπει να υπάρξει αναδρομική θεραπεία της διάκρισης; Είναι επαρκής η πρόσφατη νομοθετική τροποποίηση; Ποιοι και πώς νομιμοποιούνται να διεκδικήσουν την διόρθωση αυτής της παραβίασης; Και τι συνιστά θεραπεία αυτής της αδικίας;

Οι απαντήσεις σε αυτά, και ενδεχομένως άλλα ερωτήματα, θα είναι χρήσιμες. Ωστόσο θέτουν σε δεύτερη μοίρα τα πιο σημαντικά ζητήματα, στα οποία θεμελιώνεται η ίδια η διακριτική μεταχείριση. Η παράγραφος 42 της απόφασης, όπου το Δικαστήριο συγκεφαλαιώνει τις θέσεις που πρόταξε η Δημοκρατία, είναι εξόχως διαφωτιστική για το ζήτημα που επιχειρώ να αναδείξω. Εν συντομία, η επιχειρηματολογία της ήταν ότι η κοινωνικοοικονομική κατάσταση και οι κοινωνικές αντιλήψεις που επικρατούσαν το 1975 δικαιολογούσαν την επιλογή του νομοθέτη να παρέχει την ιδιότητα και τα παρεπόμενα οφέλη μόνο στα τέκνα ανδρών που είχαν εκτοπιστεί. Οι οικονομικές συνέπειες για τα τέκνα των εκτοπισμένων αντρών ήταν δυσμενέστερες σε μια κοινωνία όπου οι άντρες ήταν αυτοί που κέρδιζαν το ψωμί. Αντιθέτως, τα τέκνα των γυναικών που είχαν εκτοπιστεί δεν θα εξαρτιόνταν από τη μητέρα τους, αφού ο μη εκτοπισμένος πατέρας τους δεν θα είχε υποστεί τις ίδιες οικονομικές συνέπειες σε σύγκριση με τον εκτοπισμένο.
Το πρόβλημα με αυτή την αντίληψη είναι ότι επιχειρεί να περιβάλει με νομικό μανδύα τους βαθιά εμπεδωμένους ρόλους των δύο φύλων στην κοινωνία μας. Στέλνει τις γυναίκες στην κουζίνα και τους άντρες στη δουλειά. Προβάλλει στα παιδιά τις πατριαρχικές σχέσεις του παρελθόντος: όσοι έχετε πατέρα εκτοπισμένο θα τύχετε ευνοϊκότερης μεταχείρισης από όσους έχετε μητέρα εκτοπισμένη. Αναπαράγει το μοτίβο εξουσίας και νομιμοποιεί πολιτικά, οικονομικά, κοινωνικά και ιστορικά τις ανισότητες της κοινωνίας μας. Και δεν λέει τίποτα για το πώς η εισβολή επέτεινε τις ανισότητες, επηρέασε την κατανομή πλούτου και δημιούργησε νέα χάσματα στον κοινωνικό ιστό: σκεφτείτε πόσοι χάθηκαν από τη γενιά που μεγάλωσε στους συνοικισμούς, παλεύοντας να ανέβουν ένα σκαλοπάτι στην κλίμακα της κοινωνικής κινητικότητας.
Κι επιπλέον, ένα παράπλευρο ζήτημα είναι αυτό της κληρονομικώ δικαίω διαδοχής στην ιδιότητα του εκτοπισμένου, με τέτοιο τρόπο που όλοι οι απόγονοι (πρώτης, δεύτερης, τρίτης και πάει λέγοντας γενεάς) των προσώπων που πράγματι εκτοπίστηκαν το 1974 να έχουν την ίδια ιδιότητα. Προσωπικά, το βρίσκω ανορθολογικό, υποκριτικό και, πλέον, αλυσιτελές. Ανορθολογικό επειδή οι γενιές που ακολούθησαν δεν εκτοπίστηκαν πραγματικά από οποιοδήποτε μέρος. Υποκριτικό επειδή το να είσαι κάτω από 40 χρόνων και να δηλώνεις εκτοπισμένος είναι απλά ψέμα. Και αλυσιτελές επειδή η κάνουλα στέρεψε πια και στην παροχή επιδομάτων δεν μπορείς να πατήσεις «undo».
Η απόφαση του ΕΔΑΔ δεν είναι απλώς μια ατομική δικαίωση για όσους έτυχαν της ίδιας δυσμενούς μεταχείρισης με την προσφεύγουσα. Είναι η σύγχρονη πολιτική και νομική ιστορία που μας χτυπάει επιτακτικά στην πλάτη για να μας υπενθυμίσει ότι σ’ αυτό τον τόπο δεν ξεκινήσαμε όλοι από την ίδια αφετηρία και ότι δεν έχουμε ξεμπερδέψει με το άδικο.


11 Οκτωβρίου 2015

Νέτα-σκέτα




Κάποιες μέρες έρχονται και σε βρίσκουν μερικά καλά νέα. Κάτι μικρό αλλάζει και προσθετικά προς την προηγούμενη αλλαγή δημιουργεί ένα νέο τοπίο. Και μαζί με την επόμενη αλλαγή και τη μεθεπόμενη, ο παλιός κόσμος ραγίζει κι από λίγο. Ίσως από μόνο του να είναι ανεπαίσθητο, αδιόρατο και αμελητέο. Κάποια μέρα εσύ, εγώ, εμείς, ίσως να είμαστε κάποιοι άλλοι. Αυτός ο τόπος ίσως να αλλάξει φυσιογνωμία, κόντρα στη δοξασία ότι έχει υπάρξει απαράλλαχτος στην ουσία και τη φύση του για αιώνες.

Μικρές νίκες καταγράφονται στο ενεργητικό και φιλοδοξούν να αλλάξουν το βάρος στο ζύγι. Νέα όπως η βράβευση των Τάκη Χατζηδημητρίου και Αλί Τουντζάι για τη συμβολή τους, ως επικεφαλής της Τεχνικής Επιτροπής για την Πολιτιστική Κληρονομία, στη διατήρηση και αποκατάσταση των πολιτιστικών μνημείων όλων των κοινοτήτων του νησιού. Μαζί και η όλο και διευρυνόμενη έρευνα στη σύγχρονη ιστορία του τόπου με νέες σοβαρές εκδόσεις που φιλοδοξούν να σταθούν με επιστημονική επάρκεια απέναντι στο πολιτικό φαινόμενο του Κυπριακού. Από κοντά και δυναμική δραστηριότητα του Home for Cooperation. Προσθέστε και όσους στον δικό τους μικρόκοσμο προσπαθούν να στήσουν γέφυρες και να τελειώσουν με το business as usual, που είναι μια πρώτης τάξεως ευκαιρία για τη διαιώνιση του προβλήματος.

Κι από την άλλη είναι και η κατάσταση όπου παράγουμε περισσότερο Κυπριακό από όσο μπορούμε να καταναλώσουμε. Και σε αυτό συντελεί πρόθυμα ένα μέρος των πολιτικών κομμάτων, που ξέρει να πατήσει τα κουμπιά και να τραβήξει τους μοχλούς της κοινωνίας. Η πρόσφατη έρευνα γνώμης της «Ομάδας Κύπρος» περιείχε ενδιαφέρονται στοιχεία για μια ευρεία γκάμα ζητημάτων. Αποκαλύπτει μια κοινωνία που ζει σε κατάσταση πολιορκίας, με αντιφάσεις και ακραίες εκφάνσεις των επιλογών της. Είναι μια κοινωνία που φοβάται να αλλάξει τρόπο ζωής. Που έχει προσδοκία για το οικονομικό όφελός της, αλλά υποψιάζεται ότι οι ξένοι θα την εξαπατήσουν με οικονομικής φύσεως υποσχέσεις. Που τρέμει ότι η λύση θα φέρει αύξηση της διαφθοράς και της εγκληματικότητας – κι άλλο;. Ο φόβος έναντι του ενδεχόμενου της αλλαγής δεν είναι κυπριακή ιδιοτυπία: δείτε την αντίδραση των ευρωπαϊκών κοινωνιών έναντι της προσφυγικής κρίσης. Όλοι επιθυμούν μια λύση που, όμως, δεν θα πρέπει να χτιστεί στην αυλή τους, ή έστω σε ένα μέρος της. Το πρόβλημα θα πρέπει να λυθεί περίπου διά μαγείας, χωρίς προστριβές, χωρίς κόστος, χωρίς δουλειά. Αυτή όμως είναι η φιλοσοφία του υστερόβουλου τεμπέλη, κάτι σαν δημοσιοϋπαλληλική νοοτροπία, στην οποία παίρνουμε, όχι τυχαία, άριστα.

Η ενδεχόμενη λύση σημαίνει ριζική αλλαγή του τρόπου ζωής μας και αναδιάταξη του πολιτικού συστήματος. Σημαίνει περισσότερες δικλίδες ασφαλείας στη λειτουργία του πολιτειακού και πολιτικού συστήματος. Σημαίνει ευκαιρία για κοινωνική αλλαγή και διεκδίκηση. «Το μέλλον δε θα ’ρθει από μονάχο του έτσι νέτο σκέτο αν δεν πάρουμε μέτρα κι εμείς», λέει ένας στίχος απ’ τα παλιά. Όπερ, δεν έχει νόημα να καθόμαστε αναπαυτικά αναμένοντας τη λύση. Μπορούμε να κάνουμε κάτι γι’ αυτήν;