28 Αυγούστου 2011

Αγνοούμενοι και αγνοημένοι





Κάθε χρόνο τέτοια εποχή γράφω ένα κείμενο για την παγκόσμια μέρα εξαφανισμένων/αγνοουμένων, η οποία τιμάται την 30ή Αυγούστου. Οι εξαφανίσεις ατόμων αποτελούν μια σύνθετη και εξαιρετικά σοβαρή παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Στην κλίμακα ηθικής απαξίας και απόλυτης απαγόρευσης από τους κανόνες του διεθνούς δικαίου στέκεται στο ίδιο επίπεδο με τα βασανιστήρια και τη δουλεία. Οι ιστορικές καταβολές της συστηματικής εφαρμογής τους εναντίον ενός πληθυσμού ανιχνεύονται στις σκοτεινές μέρες των ναζιστικών θηριωδιών. Μετά την ήττα των ναζί, επικράτησε μια διεθνής ευφορία γύρω από τα ανθρώπινα δικαιώματα, κυρίως λόγω της υιοθέτησης οικουμενικών και νομικά δεσμευτικών συμβάσεων που περιλάμβαναν μια εκτεταμένη λίστα δικαιωμάτων.

Παρ’ όλα αυτά, οι εξαφανίσεις επανέκαμψαν στις χώρες της Λατινικής Αμερικής, όπου χρησιμοποιήθηκαν από τις δικτατορίες κατά συστηματικό και μαζικό τρόπο εναντίον του ντόπιου πληθυσμού. Κύριο πρόσχημα ήταν η καταπολέμηση του «κομουνιστικού κινδύνου». Με την αποκατάσταση της δημοκρατίας στα κράτη αυτά δημοσιοποιήθηκαν θλιβερές και τρομακτικές ιστορίες. Κάποιες έφτασαν μέχρι το Διαμερικανικό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, θεσμό αντίστοιχο του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου που εδρεύει στο Στρασβούργο. Το τελευταίο είχε την ευκαιρία να ασχοληθεί με παρόμοιας φύσεως υποθέσεις στις περιπτώσεις των εξαφανίσεων Κούρδων και Τσετσένων. Η νομολογία του δικαστηρίου περιλαμβάνει περίπου 200 αποφάσεις που καταδεικνύουν το μέγεθος των ωμοτήτων που έχουν διαπραχθεί σε ευρωπαϊκό έδαφος.

Κι αν πολλοί πιστεύουν ότι οι εξαφανίσεις ανήκουν στο χρονοντούλαπο της ιστορίας ή ότι είναι ίδιον διεθνών και εμφύλιων συγκρούσεων, θα πρέπει να υπομνηστεί ότι στη διάρκεια της προεδρίας Μπους, η CIA έθεσε σε εφαρμογή ένα πρόγραμμα έκτακτων μεταγωγών (extraordinary renditions). Με τις τελευταίες, ένας άγνωστος αριθμός ατόμων συνελήφθη και ανακρίθηκε με αμφιβόλου νομιμότητας διαδικασίες και μέσα, σε άγνωστα κέντρα κράτησης ανά τον κόσμο.

Η αντίδραση της διεθνούς κοινότητας στις εξαφανίσεις κορυφώθηκε μόλις το 2006 με την υιοθέτηση, στο πλαίσιο του ΟΗΕ, της διεθνούς σύμβασης για την προστασία όλων των ατόμων από τις εξαφανίσεις. Η σύμβαση αυτή έχει βρει χλιαρή ανταπόκριση από τα κράτη: μέχρι σήμερα 88 την έχουν υπογράψει και μόλις 29 την έχουν κυρώσει, καθιστώντας την έτσι νομικά δεσμευτική στο εσωτερικό τους και στις διμερείς τους σχέσεις. Η σύμβαση περιέχει σειρά δεσμευτικών κανόνων για την οργάνωση και τη λειτουργία των κρατικών μηχανισμών, προβλέπει την ποινικοποίηση των εξαφανίσεων και καθιερώνει το δικαίωμα στην αλήθεια. Ανάμεσα στις χώρες που έχουν υπογράψει τη σύμβαση είναι και η Κυπριακή Δημοκρατία. Η χώρα μας έχει ιδίαν και πικρή εμπειρία από εξαφανίσεις ατόμων από τις περιόδους 1963-64 και 1974.

Αν και η σύμβαση έχει μεταφραστεί στα ελληνικά εδώ και δύο περίπου χρόνια, το υπουργείο Δικαιοσύνης, ως αρμόδιο όργανο, δεν έχει καταθέσει το απαραίτητο κυρωτικό νομοσχέδιο στη Βουλή. Κι αυτό παρά τις κατά καιρούς εκκλήσεις τοπικών και διεθνών μη κυβερνητικών οργανώσεων. Η επιμονή στην κύρωση της σύμβασης έχει πρόδηλους σκοπούς: να εναρμονίσει την Κύπρο με το διεθνές κεκτημένο ανθρωπίνων δικαιωμάτων, να αποτελέσει πράξη αναγνώρισης και τιμής στους Κύπριους αγνοουμένους και ηθικής αναγνώρισης προς τους οικείους τους. Παρ’ όλα αυτά, το υπουργείο Δικαιοσύνης για άγνωστους λόγους έχει παραλείψει να πράξει τα δέοντα. Η συνεχιζόμενη παράλειψή του αποτελεί ένα στίγμα και, σε κάθε περίπτωση, η πολιτική ευθύνη ανήκει στον υπουργό Δικαιοσύνης. Το ερώτημα, λοιπόν, είναι διττό και απλό: γιατί η καθυστέρηση στην κύρωση και τι προτίθεται να πράξει; Όχι για να ξαναδώσει την τυπική απάντηση του μίζερου δημοσιοϋπαλληλίσκου «το θέμα εξετάζεται», αλλά για να αρθεί στο ύψος μιας πραγματικής και ουσιαστικής λογοδοσίας και πράξης. Μπορεί ή θα χρειαστεί ακόμα ένα κείμενο το 2012;




21 Αυγούστου 2011

Μέρες του Αυγούστου



Υπήρχε κάτι ενδόμυχα γαλήνιο στη Λευκωσία τις μέσες μέρες του Αυγούστου. Την ώρα που το πλήθος έκαιγε την επιδερμίδα του με σαραντάρια και ανελέητα ραπίσματα άμμου, εγώ πύκνωνα τις τάξεις των κολασμένων που είχαν απομείνει σαν οπισθοφυλακή στην πρωτεύουσα. Κατηφορίζοντας προς το κέντρο, Σαλαμίνος και Λάρνακος, τα τείχη φάνηκαν για μια στιγμή μόνο να αποκτούν το αληθινό τους χρώμα. Την ίδια ώρα, η μητροπολιτική ορχήστρα τζιτζικιών έφτιαχνε τον δικό της αυτοσχεδιασμό με μια πολυφωνία τερετισμάτων. Οι ήχοι της πόλης που χάνονται στον καθημερινό μας αγώνα. Κι αν ακόμα η άσφαλτος ήταν καμίνι εκείνη την ώρα, με μικρές διαθλάσεις να δημιουργούν λίμνες στον οπτικό ορίζοντα, υπήρχε κάτι βαθιά οικείο στην ατμόσφαιρα, τόσο που σκέφτηκα να βγάλω τα παπούτσια και να κυκλοφορήσω ξυπόλυτος σε μια πόλη που είναι φτιαγμένη σαν να ‘ναι το σπίτι μου ή που την έχω μάθει ως τέτοια. Ένα αυτοκίνητο από μια πάροδο με έβγαλε από το μαίανδρο των παράδοξων σκέψεων μου κι ο οδηγός του μου έριξε ένα φευγαλέο, πλην οικείο βλέμμα. Σαν να ανταλλάξαμε μια συνεννόηση, ένα δικό μας υπονοούμενο εν μέση οδώ. Τα διάσπαρτα αισθητικά εγκλήματα που συντελούνται καθημερινά στο σώμα αυτής της πόλης δεν στάθηκαν ικανά, τουλάχιστον εκείνη την ώρα, να μου χαλάσουν τη διάθεση. Οι δρόμοι και τα καταστήματα έμοιαζαν εγκαταλειμένα από τους οδοιπόρους και τους ιδιοκτήτες. Σαν να είχαν παραδοθεί όλα στην κυριαρχία του χρόνου κι οι λίγοι που τριγυρνουσαμε εντός της, να μας ειχε δοθεί ένας χρησμός γραμμένος σαν ευχή, διαβασμένος σαν κατάρα. Δεκαπενταύγουστος αργός, λοιπόν, με σκέψεις που σέρνονται στο πλάι σου. Το θαμπό φως πίσω από τον Πενταδάκτυλο παίρνει αποχρώσεις μαβιού, γαλάζιου, πυρπολημένου φωτός και, να δες, κάτι λαμπυρίζει καμιά φορά στις κορυφογραμμές. Μελτεμάκια δεν ευτυχήσαμε να ζήσουμε, αλλά καθώς παίρνει να βραδιάζει πιάνει να φυσά ένα ωραίο αεράκι κι αυτό το νησί που σε κάνει να νιώθεις ότι δεν είσαι σε νησί, γλυκαίνει, οι αδρές γραμμές του λεπταίνουν και ό,τι σε ενόχλησε και πόνεσε τώρα πέφτει στο πάτωμα. Μ’ αυτά και μ’ αυτά, αναρωτιέμαι αν είναι η απουσία των ανθρώπων που με σπρώχνει σ’ αυτούς τους λογισμούς. Ίσως, ίσως και όχι. Υποψιάζομαι όμως πως ό,τι κι αν συμβαίνει, στο τέλος, ένα κύμα του Σεπτέμβρη θα τους σβήσει.


14 Αυγούστου 2011

Τα τελευταία δύο καρφιά

A, ρε Λαυρέντη, εγώ που μόνο τόξερα τι κάθαρμα ήσουν,
Τι κάλπικος παράς, μια ολόκληρη ζωή μέσα στο ψέμα

Μ. Αναγνωστάκης, Ἐπιτύμβιον

Μέσα στον ορυμαγδό κριτικής και τη συλλογική υστερία που σαρώνει σαν λίβας το νησί μας, ίσως να χάθηκε και η τελευταία προοπτική για μια λύση στο Κυπριακό. Αντ’ αυτού είχαμε μια «ηρωική» αποχώρηση από το ΔΗΚΟ, το οποίο άρχισε να ακονίζει τα μαχαίρια. Το ασπαίρον πλήθος θα παρακολουθήσει στα τηλεοπτικά ΜΜΕ τους επόμενους μήνες τον ανυπότακτο εαυτό του να αντιστέκεται για άλλη μία φορά στις επιβουλές ακόμη ενός υποχθόνιου σχεδίου των ξένων εναντίον της ανένδοτα υπερήφανης και ανεξάντλητα ελληνικής πατρίδας μας.

Η ιστορία τραβάει ρότα για πορείες που ποτέ δεν θελήσαμε. Στο φέρετρο του Κυπριακού, που έφτιαξε επιμελώς ο ένθεν και ένθεν εθνικισμός, έβαλε τα τελευταία δύο καρφιά η εγχώρια Αριστερά. Ένα το 2004 και ένα με την αυτοπαγίδευση στην παρούσα διαδικασία διαπραγματεύσεων. Το ΑΚΕΛ βαδίζει ολοταχώς για να συναντήσει τη διχοτόμηση, κινδυνεύοντας να χρεωθεί ιστορικά την οριστικοποίησή της. Οι μοίρες ημών των ιδίων είναι γερά αγκιστρωμένες σε αυτή την πορεία. Την ίδια στιγμή, αν μιλήσει κανείς με ανθρώπους του χώρου ή αν ρίξει μια ματιά στα γραφτά των συνοδοιπόρων του στο διαδίκτυο, θα επιβεβαιώσει ότι το κίνημα είναι σε πρόγραμμα διαρκούς επαναστατικής γυμναστικής για να κρύβεται η πολιτική γύμνια του.

Ο κόσμος του επαναλαμβάνει το ορθόδοξο «πατερημών» για την ταξική πάλη, την ανατοποθέτηση του Κυπριακού με ιδεολογικούς όρους, τον αγώνα ενάντια στη Δεξιά και τις νεοφιλελεύθερες επιλογές της. Θέτει ταυτόχρονα ως επιχείρημα τον μπαμπούλα της έλευσής της στην εξουσία και υπενθυμίζει, πιο πολύ ως εκβιασμό παρά ως υπόσχεση, ότι χωρίς την Αριστερά, δεν μπορεί να υπάρξει λύση. Μόνο που με το να κρατάς την αναπνοή σου μέχρι να γίνεις κατακόκκινος και να σκάσεις ή να διάγεις ως ακτιβιστής του πληκτρολογίου για την επανένωση, το μόνο που επιτυγχάνεται είναι ο εξευμενισμός του τοτέμ της προσωπικής αυταπάτης. Η αποτυχία του ΑΚΕΛ είναι ότι δεν μπόρεσε να ανταποκριθεί σε όσα το ίδιο απαιτεί από τους άλλους να του αναγνωρίσουν. Αντίθετα, συμπορεύτηκε άλλοτε δουλικά και άλλοτε κατευναστικά προς το αντίπαλο δέος του. Από τον καιρό της υιοθέτησης της Ένωσης μέχρι την επιλογή του Τ. Παπαδόπουλου, το έργο το έχουμε ξαναδεί.

Η αποκορύφωση της σχιζοφρένειας αποτυπώνεται στον τρόπο με τον οποίο βαυκαλίζεται για το ρόλο του σε μια ενδεχόμενη λύση, όταν ήδη έχει χάσει το ραντεβού με την ιστορία. Για μένα, εδώ συμπυκνώνεται το πρόβλημα με το ΑΚΕΛ: είχε όσες ευκαιρίες ήθελε, μόνο που χρειάστηκε πολλές. Τώρα ξεδιπλώνεται μπροστά μας μια αχανής χρονική στέπα, όπου η γενιά μου θα κουβαλήσει με τη σειρά της τις αμαρτίες των γονέων της. Στο δικό μας μέλλον θα έχουμε άφθονες ώρες να συζητάμε για το τι, πώς και πότε πήγε στραβά στα χρόνια που τώρα διανύουμε και θα μαλώνουμε για την ορθότητα της δικής μας ιστορικής αλήθειας. Με την επιμήθεια σοφία μας, όλα θα μας φαίνονται καθαρά, αλλά ταυτόχρονα οι παλιοί εαυτοί μας θα μοιάζουν βυθισμένοι στο παράλογο. Προς όσους μεριμνούν για τις αποθήκες μνήμης τους: κρατήστε σημειώσεις, το μέλλον μας θα έχει πολλή ανοησία...

7 Αυγούστου 2011

Salus populi




"Είμαστε προ της κρίσεως υπερήφανοι
γιατί το θαύμα ήταν πως ζήσαμε
χωρίς το θαύμα"

Γιάννης Βαρβέρης
Καθώς πλησιάζει η ώρα


Στο μεγάλο βιβλίο των χαμένων ευκαιριών αυτού του δύσμοιρου νησιού, μπορούμε πλέον να προσθέσουμε ακόμη ένα κεφάλαιο. Αυτό της ευκαιρίας να βρούμε, έστω και μέσω του συγκυριακού καταναγκασμού, τον ελάχιστο κοινό παρονομαστή ανάμεσα στα δύο μεγάλα κόμματα. Η έκρηξη στο Μαρί μας έφερε κατάφατσα με τη σκληρή διαπίστωση της προχειρότητας, της ανικανότητας και τον ζαμανφουτισμό που κυριαρχεί στις κρατικές ιεραρχίες. Μαζί και την τραγική ανεπάρκεια του πολιτικού προσωπικού που στελεχώνει τη δημόσια ζωή του τόπου μας. Ίσως το πιο ενοχλητικό να ήταν η υποψία ότι κάτι γνώριμο μας κοιτούσε απ’ τον καθρέφτη.  Η κρίση δεν μετατράπηκε σε ευκαιρία για εθνική συνεννόηση και συλλογική διαχείριση. Αντίθετα, πάνω στα ερείπια και τις χαμένες ζωές στήθηκε το γνωστό καραγκιόζ μπερντέ από τους κομματικούς homo neardenthal, που πάσχιζαν να μας πείσουν ότι έχουμε δείκτη νοημοσύνης ίση με αυτή μιας αμοιβάδας.

Από πολιτική σοβαρότητα και αποφασιστικότητα, από συναίσθηση της κρισιμότητας των ωρών, οι ηγεσίες των δύο κομμάτων πήραν ένα τεράστιο μηδενικό. Προτιμήθηκε ο εύκολος δρόμος του φανατισμού της κερκίδας και η κατοχύρωση των κεκτημένων. Στα σύνορα των αντίστοιχων επικρατειών ρίχθηκαν οι μεγαλοπρεπείς βολές: διαρκής στοχοποίηση προσώπων, εξατομίκευση ευθυνών για όλα, μαζικό σφυροκόπημα επί δικαίων και αδίκων. Κι όμως όλα αυτά δεν ήταν παρά πυροτεχνήματα που έσκασαν με εμφατικούς κρότους και χρώματα μέσα στη μαύρη πολιτική νύχτα του τόπου. Οι ιθαγενείς εντυπωσιάστηκαν, η πειθαρχία των κομματικών στρατών επιβεβαιώθηκε και όλοι μείναμε αεροσταγώς συσκευασμένοι στον αυτιστικό μας μικρόκοσμο. Μετά και από αυτό, ίσως θα πρέπει να εγκαταλείψουμε οριστικά την προσδοκία συνεννόησης και να σκεφτούμε κάτι νέο – άνγνωστο τι. Ως τότε, ας συμβιβαστούμε με τον αταβισμό των «κούμμουνων» και των «φασιστών».

            Η επόμενη μέρα μας βρίσκει όλο και πιο μόνους, όλο και πιο περιχαρακωμένους. Ιδιώτες, ατομιστές, έμπλεους φόβου και απόρριψης. Καμιά προσδοκία και καμιά εμπιστοσύνη. Το υλικό από το οποίο φτιάξαμε τις ψευδαισθήσεις μας παραμένει άθικτο κι έτοιμο για να συγκροτηθούν νέες παραμορφώσεις. Ίσως μέχρι σήμερα να τραφήκαμε από τα μικρά θαύματα της πενηντάχρονης κρατικής μας υπόστασης. Όμως μου φαίνεται ότι τα θαύματα τελείωσαν πια και οι παλιές ζωές μας καταρρέουν παταγωδώς. Αυτή θα είναι η σκληρή πραγματικότητα στην οποία θα κληθούμε να αντιμετωπίσουμε: ότι θα πρέπει να ζήσουμε χωρίς θαύματα.