30 Δεκεμβρίου 2012

Αποκαρδιωτικές σημειώσεις από μια πορεία

Συγκέντρωση στην πλατεία ελευθερίας (ή σε ό,τι απέμεινε από αυτή). Την ίδια ώρα ο σύνδεσμος γονέων κάτι κάνει εκδήλωση, πουλώντας hotdog. "Μάνα μου, εννά πάτε πορεία; Πιάστε κάτι να φάτε". Ζακέτα να πάρεις, μην ξεχάσεις. Αθάνατη κύπρια μάνα... Από τα ηχεία, ακούγεται Μακρόπουλος. Ούτε εγώ τον ξέρω, είναι από αυτούς τους copy-paste λαϊκοποπ. Η πορεία ξεκινά προς πλατεία Σολωμού. Διαδήλωση χωρίς ντουτούκα! Που πας ρε Καραμήτρο; Από συνθήματα: ο καθένας ό,τι αγαπά. Δεν θα χαλάσουμε τις καρδιές μας, διεθνιστή αδερφέ μου. "Μπάτσοι, γουρούνια, δολοφόνοι"; Μέσα. "ΕΛΑΜ-ΔΗΣΥ-Χρυσή Αυγή, όλα τα καθάρματα δουλεύουνε μαζί"; Φέρε και ένα τέτοιο να βρίσκεται. Τρόϊκα, καπιταλιστική κρίση, αλληλεγγύη στους μετανάστες, δολοφονική ΕΕ; Πιάσε μια από όλα. "ΕΑΜ-ΕΛΑΣ-Μελιγαλάς"; Εννοείται, μα να λείπει αυτό το σημαντικό σύνθημα; Στην οπισθοφυλακή της πορείας, μια παρέα  τριών (ναι 1, 2, 3 η κκελλέ σου παταρία) συμπαθέστατων κοριτσιών αποφασίζει να τρολάρει την πορεία με τα δικά της συνθήματα - εκεί να δεις αχταρμάς. Γιατί κουκλίτσα μου κατάντησες attention whore; Δεν θήλασες ως βρέφος, ήταν πολλά τα σπυράκια στην εφηβεία, όλο εσένανε σηκώνει να πεις μάθημα η δασκάλα; Η πορεία συνέχισε χωρίς πλάνο, με συχνές στάσεις για να βγει το φύλλο πορείας. Σε κάποια στιγμή, ένας αστυνομικός ρωτά, "ρε κοπέλια που θέλετε να πάτε; Στο Ledra Palace;". Αμηχανία, εεε, ναι. "Ε, καλό, πηαίνετε ποδά". Ευτυχώς βρέθηκε κι ο μπάτσος να μας κατευθύνει! Ξεκινάμε πάλι. Δύο βήματα παρακάτω, ένας πιτσιρικάς που στο facebook έταζε κρεμάλες στους φασίστες, λέει "ρε παιθκιά μα εννα πάμεν να φάμεν τα μούτρα μας τζιαμαί;". Με πιάνει νευρικό γέλιο. Κάποιοι επιμένουν να πάνε κόντρα στο ρεύμα της κυκλοφορίας στην οδό Αιγύπτου, πιστεύοντας ότι έτσι υπηρετείται κάποιος πολιτικός στόχος. Εν τω μεταξύ έχουμε φάει τρελό βρισίδι από τους αυτοκινητιστές πίσω μας. Στην πύλη Πάφου, η πορεία εκτρέπεται προς την πλατεία Σολωμού, από την κανονική κατεύθυνση κυκλοφορίας της οδού Αιγύπτου. Με μερικούς φίλους, φεύγουμε προς το Ledra Palace για να ικανοποιήσουμε την περιέργειά μας. Στα μέσα της διαδρομής φαίνονται απέναντι μας οι συγκεντρωμένοι με ασπίδες, σημαίες και λοιπή αγωνιστική εξάρτυση και από μακριά ακούγεται ένας βόμβος από τις κραυγές τους. Σκεφτείτε τη σκηνή από την τελική σύγκρουση στο Lord of the Rings, με Ελαμιτες από τη μια και... κανέναν από την άλλη. Οι Τουρκοκύπριοι λιάζονται στο καφέ και μας μπανίζουν από τα τείχη. Πολύ σύντομα αποφασίζω να φύγω, νομίζω το ίδιο έκαναν και κάποιοι άλλοι, ενώ 1-2 ηρωϊκοί συνέχισαν την πορεία τους. Τι να απέγιναν άραγε; Είμαστε για γέλια ή για κλάματα - δεν το έχω αποφασίσει.

Η δυστυχία του να είσαι Κύπριος




·      Ζούμε σε μια χώρα όπου ο καθένας έχει άποψη για τα πάντα, αλλά καμιά πρόταση για κάτι.
·      Από το καφενείο του τελευταίου χωριού μέχρι τα ανώτατα πολιτειακά δώματα, περιφέρονται μετριότητες που εκφέρουν κοινοτοπίες.
·      Στην ώρα της ευθύνης, όμως: «Μα εγώ δεν γνώριζα!».
·      Η μαλακία είναι δωρεάν. Η ευθύνη κοστίζει. Στο κράτος του «μούχτιν», η επιλογή δεν είναι διόλου δύσκολη.
·      Είμαστε ένας κράτος χωρίς ταυτότητα – ή με πολλαπλές. Όπου κανείς δεν αποδέχεται τον αυτοπροσδιορισμό του άλλου.
·      Οι μεν βλέπουν μια γραμμική σύνδεση με την αρχαία Ελλάδα και οι δε ασπάζονται έναν απροσδιορίστου περιεχομένου κυπριωτισμό.
·      Συμπίπτουν όμως σε ένα: στην έλλειψη συνέχειας, στην απουσία προοπτικής. Ζουν και οι δύο στην παρούσα κοσμάρα τους: κυπριακός σολιψισμός.
·      Ίσως η ολοκληρωτική αλληλοεξόντωση να ήταν μια κάποια λύση: τότε θα ήμασταν όμοιοι και ίσοι με τους πρώτους Ετεοκύπριους. Χώμα και σκόνη.
·      Το χάσμα ανάμεσά τους γεμίζει με οπαδικές διαφορές, ύβρεις, ηγεμονικές μορφές πολιτικών και επιλεκτικές αναγνώσεις της ιστορίας.
·      Είμαστε μια κοινότητα που πέρασε από τα πλινθόκτιστα, τους γαϊδάρους και το λουβί στις μεσανατολικού τύπου πολυκατοικίες, τα Cayenne και τα σουσάδικα, χωρίς ενδιάμεση στάση.
·      Όση χρυσόσκονη και να ρίξεις στον τριτοκοσμισμό, η κρεμασμένη φωτό του Μακαρίου εν έτει 2012 σε δημόσια κτήρια, δεν ξεχνιέται.
·      «Δεν ξεχνώ»: το σύνθημα μιας εποχής κατατρέχει τις μεταπολεμικές γενιές. Πώς να θυμηθείς κάτι που δεν γνώρισες ποτέ;
·      Είμαστε ένα σύνολο αντιφάσεων: από την Ένωση, τελικά στην ανεξαρτησία. Από Έλληνες, τελικά Κύπριοι πολίτες. Από τον μακροχρόνιο αγώνα, στην εμπέδωση της διχοτόμησης.
·      Είμαστε συνεργοί και συμμέτοχοι στο διεστραμμένο «κυπριακό όνειρο»: μάππα, καύκα, αυτοκίνητο. Σπίτι, δουλειά, γκομενίτσα. Δάνειο, ψώνια, περβόλι.
·      Ζούμε διαρκώς και στις δύο πλευρές των κοινωνικών συμβάσεων και ενός κώδικα ηθικών επιταγών με ρευστά όρια για να βολεύει τις ανομολόγητες επιθυμίες μας.
·      Φωνάζουμε για αλλαγή και δικαιοσύνη, αλλά οι εκάστοτε κατακτητές έχουν διαμορφώσει κουλτούρα υποταγής και κολακείας έναντι της εξουσίας.
·      «Κρύψε να περάσουμε»: αυτός θα έπρεπε να είναι ο θυρεός του βαθέος κυπριακού κράτους.
·      Ήμασταν αρκετά τυχεροί ώστε να ζήσουμε σε ένα φωτεινό διάλειμμα ελευθερίας, ύστερα από αιώνες δεσποτείας. Και καταφέραμε να τα τινάξουμε όλα στον αέρα μέσα σε τρία μόνο χρόνια. Επίτευγμα από μόνο του!
·      Από τους παλιούς τοκογλύφους, στις σημερινές τράπεζες. Από τα σύγχρονα εγκλήματα στην «Ήλιος», στο Μαρί, στο χρηματιστήριο και πιο πίσω, αυτός ο τόπος δεν γεύτηκε ποτέ δικαιοσύνη.
·      Ίσως γιατί οι άνθρωποί του δεν τη διεκδίκησαν γνήσια. Αν είναι έτσι, τότε «δεν τους πρέπει ελευθεριά».
·      Αξίζουν μόνο να αλληλοσκοτώνονται για το ποδόσφαιρο τα Σαββατοκύριακα, να πλέκουν ιστορίες για το ποιος ελέγχει την ΚΟΠ, ποιος πλήρωσε τους διαιτητές και αν η φάση ήταν πράγματι οφσάιντ ή όχι.
·      Ή να ποζάρει αυτάρεσκα σε ιλουστρασιόν περιοδικά και να ξεχύνεται σε κομμωτήρια, καταστήματα και καφετέριες.
·      Ιδού, λοιπόν, σε δυο γραμμές ο πνευματικός μαρασμός αυτού του τόπου.
·      Το μόνο που μπορεί να κάνει τον μέσο ηλίθιο συμπολίτη να ξεκουνηθεί είναι η μείωση των εισοδημάτων του. Ίσως όχι κι αυτό.
·      Ακόμα και αν η κυβέρνηση βραδύνοων που μας ορίζει, καταφέρει τελικά να υπογράψει ένα μνημόνιο, ίσως να είμαστε η μόνη χώρα στην Ευρώπη που αυτό θα εγκριθεί χωρίς να ανοίξει πολιτικό ρουθούνι.
·      Καθόλου περίεργο, αν σκεφτεί κανείς ότι οι ηγέτες των συνδικαλιστικών οργανώσεων ομνύουν στην εργατική ειρήνη.
·      Θυμηθείτε τι λέγαμε πιο πάνω για τις αντιφάσεις μας...
·      «Απ’ ον φορτώνει πόσσω σου, τάνα του να φορτώσει.» Ας σταθούμε μπροστά σε αυτό το μνημείο κοινωνικής αλληλεγγύης και ατομικής ευθύνης που γέννησε αυτός ο τόπος.
·      Ας μην απορούμε, λοιπόν. Πρωτίστως, ο υπογράφων...

28 Δεκεμβρίου 2012

Δεν θέλουμε φασίστες στο νησί μας!

Την Κυριακή στις 15.00, το ΕΛΑΜ παρουσιάζει τον προεδρικό του υποψήφιο στο Chateau Status, στο Λήδρα Πάλας. Guest stars από τη Χρυσή Αυγή, οι Κασιδιάρης-Λαγός. Νομίζω ότι κάθε δημοκράτης πολίτης της Κύπρου πρέπει να διαμαρτυρηθεί για τον εισαγόμενο ναζισμό και τα παρελκόμενα του. Μπορούμε να μαζευτούμε στις 14.00 στο Λήδρα Πάλας; Ιδέες για την οργάνωση της διαμαρτυρίας ενάντια στον εκφασισμό της κοινωνίας μας, ευπρόσδεκτες από όλους.

23 Δεκεμβρίου 2012

Άγγελος εξάγγελος

-->



Υπάρχουν τουλάχιστον τρία κύρια στοιχεία στην προεκλογική εκστρατεία του κ. Λιλλήκα τα οποία χρήζουν κριτικής ανάλυσης. Και τα τρία στοιχίζονται πίσω από την έκφραση μιας διαρκούς άρνησης, ενός μπετόν αρμέ "αντί": αντιμνημονιακός, αντισυστημικός και αντιομοσπονδιακός λόγος. Καμιά από τις τρεις αρνήσεις δεν αντέχει στη σοβαρή κριτική και οι λόγοι επεξηγούνται πιο κάτω.

Ένα μεγάλο μέρος της εκστρατείας του κ. Λιλλήκα στηρίζεται στην αυτοπροβολή του ως ενός εξωσυστημικού πολιτικού που στέκεται μακριά από τη φθορά του παλαιοκομματισμού. Όσο παράδοξο κι αν φαίνεται, η θέση αυτή φαίνεται να έχει απήχηση, ειδικά σε όσους έχουν επιλέξει τη λοβοτομή. Ο κ. Λιλλήκας, ως πολιτική προσωπικότητα, είναι ένα γνήσιο προϊόν του πολιτικού συστήματος, όπως τουλάχιστον αυτό το σύστημα λειτουργεί από το 1990. Έχει θητεύσει δίπλα σε δύο Προέδρους της Δημοκρατίας και έχει διοριστεί (προσοχή: όχι εκλεγεί) σε δημόσια αξιώματα από αυτούς. Έχει χρηματίσει βουλευτής του ΑΚΕΛ, ως μέρος του νεφελώδους ιδεολογήματος των Νέων Δυνάμεων, και έχει αναντίλεκτα αντλήσει από την εκλογική δεξαμενή του κόμματος. Από το βιογραφικό που ίδιος παραθέτει, δεν φαίνεται να έχει δοκιμάσει την τύχη του ως μέρος μιας αυτόφωτης πολιτικής πρότασης στις κυπριακές εκλογές. Ακόμα και για τις επικείμενες εκλογές, πάλεψε μέχρι τέλους για την υποστήριξη του ΔΗΚΟ και έλαβε τελικά μόνο αυτή της ΕΔΕΚ.

Περνώντας στο αντιμνημονιακό προφίλ, ο κ. Λιλλήκας υιοθετεί μια ξεπερασμένη ρητορική εθνικής αξιοπρέπειας και αυτονομίας, στα πρότυπα του λαϊκιστικού και βερμπαλιστικού λόγου που είχε διδάξει πρώτος ο Ανδρέας Παπανδρέου τη δεκαετία του 1980 στην Ελλάδα. Ξιφουλκώντας εναντίον των ξένων, ο κ. Λιλλήκας χτυπάει την ευαίσθητη χορδή του μέσου Κύπριου πολίτη: οι ξένοι απεργάζονται την καταστροφή μας, εμείς δεν θα υποταχθούμε και θα τα καταφέρουμε μόνοι μας. Κι αν ακόμα δεχθεί κανείς ότι η ομοιότητα με τον τριτοκοσμικό σοσιαλισμό του Α. Παπανδρέου είναι συμπτωματική, δεν μπορεί να διαφύγει της προσοχής η κακή αντιγραφή του ασυμβίβαστου και απορριπτικού προφίλ του Τ. Παπαδόπουλου. Όσες διαφωνίες και αν είχε κανείς με τον προηγούμενο Πρόεδρο, δεν μπορούσε παρά να τον πιστώσει με ειλικρινή πίστη στις απόψεις του και για τον αυθεντικό χαρακτήρα τους. Ο άνθρωπος δεν είχε αλλάξει, σιόρ, επιδεικνύοντας θαυμαστή τήρηση των πεποιθήσεών του, ακόμα και όταν έζησε για χρόνια στο πολιτικό περιθώριο.

Και αυτή η παρατήρηση με φέρνει στο τρίτο χαρακτηριστικό: αυτό του αντιομοσπονδιακού. Μετά από μια διαδρομή 25 σχεδόν χρόνων στα πολιτικά πράγματα της Κύπρου, και με τον άνεμο των εξελίξεων να έχει καταλαγιάσει, ο κ. Λιλλήκας φαίνεται να τα έχει βρει με τον εαυτό του και να έχει καταλήξει σε μια πολιτική προσέγγιση στο Κυπριακό. Οι δημοσκοπήσεις τον φέρνουν να έχει ανταμώσει και με τους ψηφοφόρους που του αξίζουν: η παλιά καλή σκληροπυρηνική ΕΔΕΚ των κάστρων και των στρατιωτών που στην πρώτη μπαλωθιά τρέχει στις πρεσβείες, το γνώριμο σε όλους μας οπισθοδρομικό ΔΗΚΟ που προτιμά να βουλιάξει τον τόπο παρά να αλλάξουν έστω και κατ’ ελάχιστο τα πράγματα και τους αμετανόητους των Νέων Οριζόντων που νομίζουν ότι κάθε μέρα ξημερώνει 21 Δεκεμβρίου 1963.

Θα ήθελα πολύ να μπορώ να εμπιστευθώ έναν πολιτικό με το σθένος που παρουσιάζεται ότι έχει ο κ. Λιλλήκας, την πατριωτική γραμμή, τα καθαρά λόγια. Αλλά δεν ζούμε ούτε τέσσερις δεκαετίες πίσω, ούτε είμαι 70 χρονών. Κι η αλήθεια είναι ότι δεν ξέρω ποιον Λιλλήκα των τελευταίων ετών πρέπει να εμπιστευθώ γιατί σε 20 χρόνια από σήμερα αυτός ίσως να είναι ένας άλλος.

Αναπόφευκτα, ηχεί το καμπανάκι ακόμα ενός "αντί-", αυτό της αντίφασης, αφού εγκαλεί τους πολιτικούς του αντιπάλους για μεταλλάξεις και ασυνέπεια. Και κάτι τελευταίο που έχει να κάνει με την αισθητική του εγχειρήματος: ο τρόπος με τον οποίο πολιτεύεται προδίδει, έστω διαισθητικά, μια αντίληψη ότι η Κύπρος του χρωστάει. Όχι κάτι, όχι οτιδήποτε, αλλά την ίδια την προεδρία και τον ρυθμιστικό ρόλο στην πολιτική ζωή. Λυπάμαι, δεν πείθομαι και σίγουρα δεν θα πάρω.


16 Δεκεμβρίου 2012

Ο Πάλμας ουδέποτε υπήρξε αγνοούμενος

-->


Αυτή είναι μία από τις πλέον συγκλονιστικές φράσεις της μακρoσκελούς απόφασης του επαρχιακού δικαστηρίου Λευκωσίας στην υπόθεση του αγνοούμενου Χαράλαμπου Πάλμα. Ήταν η δεύτερη απόφαση αυτού του είδους - είχε προηγηθεί η απόφαση στην υπόθεση Βάσος Βασιλείου, όπου ξανά η Κυπριακή Δημοκρατία βρέθηκε υπεύθυνη για τις τραγικές παραλείψεις της στη διακρίβωση της ταυτότητας ενός Ελληνοκύπριου αγνοούμενου. Για δεκαετίες, πολλές οικογένειες καταδικάστηκαν στην άγνοια, οι αριθμοί των αγνοουμένων παραφουσκώθηκαν με σκοπό να εκμαιεύεται η συμπάθεια των ξένων και να εδραιώνεται το παιχνίδι σκοπιμότητας και επίρριψης ευθυνών στην Τουρκία. Οι αγνοούμενοι ήταν ένα εργαλείο στα χέρια των κυβερνήσεων, μια εξαιρετική αφορμή για να σκορπίζονται δεκάρικοι για ανένδοτους και τσέκκια.

Κι όμως στην εσωτερική πολιτική σκηνή δεν κινήθηκε φύλλο από τις δύο δικαστικές αποφάσεις που καταδεικνύουν την ευθύνη της Κυπριακής Δημοκρατίας, που ενώ όφειλε δεν έπραξε, που ενώ μπορούσε δεν θέλησε. Η ιδέα μιας επιτροπής αλήθειας φαίνεται να μην βρίσκει πρόσφορο έδαφος. Αντίθετα, το βαθύ κυπριακό κράτος αντιστέκεται σφοδρά, οι θεσμοί του σιωπούν, οι λειτουργοί του δείχνουν λειψά αρχεία, οι υπεύθυνοί του επικαλούνται άγνοια, οι πολίτες του δεν ενδιαφέρονται. Το χειρότερο είναι ότι αντί αυτές οι αποφάσεις να σταθούν αφορμή για να αλλάξει η προσέγγιση και να γίνει μια σοβαρή προσπάθεια αναζήτησης της αλήθειας, η κυπριακή Πολιτεία επέλεξε να δοκιμάσει την τύχη της στα δικαστήρια. Αν η τελεσίδικη απόφαση στα κυπριακά δικαστήρια είναι υπέρ της, τότε θα βρεθεί χωρίς αμφιβολία ενώπιον του ΕΔΑΔ με μεγάλες πιθανότητες να εκδοθούν καταδικαστικές αποφάσεις εναντίον της. Αν, πάλι, οι πρωτόδικες αποφάσεις επιβεβαιωθούν στα κυπριακά δικαστήρια, τότε το ηθικό στίγμα παραμένει.

Κι αν ακόμα και αυτές οι δύο αποφάσεις δεν στάθηκαν αρκετές για να κλονιστούν οι αφόρητες ανοησίες που διδαχθήκαμε στα σχολεία, οι πρόστυχες υποσχέσεις και η διακίνηση φημών και να διαλύσουν επιτέλους το παραεμπόριο ελπίδας, τότε δεν ξέρω τι πραγματικά χρειάζεται για να γίνει κάτι τέτοιο. Κι αφού αυτό το σύστημα δεν θέλει να πάρει από λόγια, δεν καταλαβαίνει από ευθιξία, ευθύνη κι αξιοπρέπεια, ίσως να είναι καιρός να τιμωρηθούν τα μικρά του γρανάζια και τα ευπειθή του κτηνάκια. Να αναζητηθούν οι ευθύνες όχι από την απρόσωπη οντότητα του κυπριακού κράτους, αλλά από τα άτομα που συμμετείχαν στην προσπάθεια εκμετάλλευσης της ιστορίας των αγνοουμένων. Από τους τότε διοικητές και αξιωματικούς στα τάγματα και στα φυλάκια όπου υπηρέτησαν οι αγνοούμενοι, στους προϊστάμενους και τους υπαλλήλους των υπηρεσιών που ασχολήθηκαν για χρόνια με το θέμα και στους πολιτικούς προϊστάμενους που για χρόνια απαγόρευαν την πρόσβαση στα αρχεία του κυπριακού κράτους. Μπορεί να ακούγεται ως μια απέλπιδα προσπάθεια, αλλά ίσως να είναι το τελευταίο όπλο που απομένει στους οικείους των αγνοουμένων για να πάρουν μια ελάχιστη δικαιοσύνη.




Απόφαση Πάλμα

9 Δεκεμβρίου 2012

Χρυσή Αυγή




«Θα επιστρέψουμε και η γη θα τρέμει»
Γιόζεφ Γκέμπελς

Και όντως η γη έτρεμε την περασμένη Κυριακή στην Αθήνα. Ήταν ένα συννεφιασμένο πρωινό, ο κόσμος έκοβε βόλτες στη Διονυσίου Αρεοπαγίτου με όλα τα συμπαρομαρτούντα των δρόμων των μεγάλων πόλεων: πλανόδιοι πωλητές, ερασιτέχνες μουσικοί, λαχειοπώλες, κατασκευαστές τεχνημάτων. Κάτω από τη σκιά της Ακρόπολης, κάθισα για έναν καφέ. Από την ιδιόρρυθμη κοινωνική περιέργειά μου για την ανθρωπογεωγραφία των πόλεων που επισκέπτομαι, προσπάθησα να ξεκλέψω κουβέντες από τα διπλανά τραπέζια, να αφουγκραστώ τον κόσμο. Η απόπειρά μου συνάντησε ένα απότομο τέλος, μια απρόσμενη απάντηση. Ήταν το άκουσμα του συνθήματος: «Αλήτες, προδότες, πολιτικοί». Και μετά: «Αίμα, τιμή, Χρυσή Αυγή». Ύστερα από λίγο ακούστηκε ο εθνικός ύμνος.
Σύντομα άρχισε να συμπληρώνεται η εικόνα. Πολύς κόσμος άρχισε να αποχωρεί από τη συγκέντρωση της Χρυσής Αυγής. Έψαξα και έμαθα μετά ότι μαζεύτηκαν για να τιμήσουν τους πεσόντες του συντάγματος Μακρυγιάννη στη διάρκεια των Δεκεμβριανών. Κόσμος με ελληνικές σημαίες στα χέρια, κόσμος «καθημερινός», μεσήλικες, νέοι, πρόσωπα που θα μπορούσες να συναντήσεις παντού. Μαζί και οι τύποι με τα ξυρισμένα κεφάλια, τα στρατιωτικά παντελόνια, τις αρβύλες και τις μαύρες φανέλες με το όνομα της οργάνωσης. Η γη έτρεμε – από την ένταση των συνθημάτων και τη μαζικότητα. Από τον φανατισμό που οσμιζόσουν στον αέρα και το μίσος και τη μισαλλοδοξία που απλώνεται στο σώμα της κοινωνίας σαν χυμένο μελάνι πάνω στο χαρτί. Κηλίδα.
Ο υπόλοιπος κόσμος στις καφετέριες και στον δρόμο παρακολουθούσε βουβά. Άλλοι με κλεφτές ματιές, άλλοι διαρκώς. Κάποιοι ίσως να επικροτούσαν από μέσα τους τη δράση της οργάνωσης. Άλλοι ίσως να φοβούνταν. Ήμουν κι εγώ ανάμεσα σε αυτούς. Γιατί είναι άλλο να παρακολουθείς στις ειδήσεις αυτές τις συγκεντρώσεις και άλλο να βρίσκεσαι εκεί, την ώρα που συμβαίνει. Φόβος, λοιπόν. Απέναντι στην τρίτη εκλογική δύναμη των ελληνικών πολιτικών δυνάμεων, με διψήφιο ποσοστό προτίμησης πλέον στις δημοσκοπήσεις. Απέναντι σε αυτούς που δεν θα δίσταζαν ούτε για μια στιγμή να συντρίψουν σωματικά και ψυχικά όποιον δεν συμπορευθεί μαζί τους.
Φοβάμαι. Γιατί κι ο Χίτλερ ξεκίνησε ως ένας γραφικός μοναχικός τύπος του πολιτικού περιθωρίου. Και μετά, πήρε 18% το 1930, 30% του 1932 και λίγο αργότερα βρέθηκε στην εξουσία. Η Δημοκρατία της Βαϊμάρης είχε παρακολουθήσει υπνωτισμένη την άνοδό του, άλλοτε αδύναμη να αντιδράσει κι άλλοτε υποταγμένη στην υπονομευτική δράση της πολιτικής του κατευνασμού. Έτσι και στην Ελλάδα, η ακροδεξιά ξεπλύθηκε στους τηλεοπτικούς δέκτες για χρόνια, ύστερα ντύθηκε στα χρώματα του ΛΑΟΣ και κατέληξε στη σημερινή της μορφή, που απειλεί με αίμα, ξύλο και θάνατο όσους την αντιστρατεύονται. Αν κάτι θα έπρεπε να μάθουμε από την ιστορία της Γερμανίας είναι ότι η κάθε δημοκρατία έχει υποχρέωση να προστατεύσει τον εαυτό της απέναντι σε όσους χρησιμοποιούν την ελευθερία και τα δικαιώματα που παρέχει η ίδια για να επιδιώξουν την κατάλυσή της.
Η αντίδραση, λοιπόν, μπορεί να συμπυκνωθεί στην παλιά φράση του Ηλ. Ηλιού της ΕΔΑ: «Θα σας ταράξουμε στη νομιμότητα». Η Χρυσή Αυγή πρέπει να ελεγχθεί για τη δράση της, τους σκοπούς της και να τεθεί εκτός της συνταγματικής προστασίας. Αν δεν κτυπηθεί τώρα, τότε θα μείνει στο προσκήνιο για πολλά ακόμα χρόνια με διαβρωτικές συνέπειες.

3 Δεκεμβρίου 2012

Quo vadis Europa?




Ο ιστορικός Mark Mazower γράφει στο βιβλίο του Hitlers Empire
«Ένας από τους λόγους που οι Γερμανοί απέτυχαν να στοχαστούν σε βάθος για την Ευρώπη ήταν ότι για ένα σημαντικό μέρος του πολέμου κάτι τέτοιο δεν απαιτείτο: οι Ευρωπαίοι στοιχίζονταν και εισέφεραν αυτό που απαιτούσαν. [...] Η Ευρώπη υπήρχε ουσιαστικά για να υπηρετεί τα συμφέροντα της Μεγάλης Γερμανίας». 

Στους δύσκολους καιρούς μας είναι εύκολο να γλιστρήσει κανείς σε εύκολες ιστορικές συσχετίσεις και να ερμηνεύσει τις παρούσες συγκυρίες κυλώντας στην ηθική λάσπη του ναζισμού. Όμως αυτό δεν είναι τίποτα άλλο παρά ένας ιδιότυπος, και σίγουρα ανόητος, ιστορικός λαϊκισμός. Αλλά από την άλλη, μάχομαι να παραβλέψω ότι η εσωτερική αγορά μπορεί να ιδωθεί και ως μια μετενσάρκωση του «ζωτικού χώρου» και ότι η ευρωζώνη συμμορφώνεται ευπειθώς στις επιταγές λιτότητας.

Την ίδια ώρα, οι δυσκολίες στις διαπραγματεύσεις για το Πολυετές Δημοσιονομικό Πλαίσιο για τα έτη 2014-2020 δηλώνουν, το δίχως άλλο, το ιδεολογικό, πολιτικό και διαχειριστικό τέλμα στο οποίο βρίσκεται η Ευρωπαϊκή Ένωση. Η νομιμοποίησή της στις συνειδήσεις των Ευρωπαίων πολιτών, ειδικά στις χώρες του Νότου, διαρκώς μειώνεται. Η Ένωση φαίνεται να έχει μετατραπεί σε μια λέσχη στεγνών λογιστών, που ξημεροβραδιάζονται μπροστά στα κομπιουτεράκια τους, ψάχνοντας ελλείμματα, εφαρμόζοντας άτεγκτα τους αυστηρούς δημοσιονομικούς κανόνες και επιβάλλοντας μια εξαντλητική οικονομική λιτότητα στους αποστάτες.

Τελευταία έκφανση της εξόφθαλμα επιθετικής πολιτικής αυτής είναι η ίδια η Συνθήκη Σταθερότητας για την ΟΝΕ που φέρνει τα μέλη της κάτω από τον έλεγχο του Συμβουλίου και θεσπίζει την υποχρέωση εισαγωγής διαρθρωτικών αλλαγών για την αποτελεσματική και διαρκή διόρθωση υπερβολικών ελλειμμάτων. Κι ακόμα πιο πρόσφατα και πιο απτά: η ίδια η συμφωνία για την υπογραφή ενός μνημονίου με την τρόικα. Το περιεχόμενο του οποίου ακόμη αγνοούμε, αλλά γνωρίζουμε ότι το κόστος θα διαχυθεί στην κοινωνία και το όφελος θα διοχετευθεί κατά ένα μεγάλο μέρος στις ίδιες τις τράπεζες. Τις ζημιές τους καλούμαστε να πληρώσουμε όλοι.

Τι σχέση έχουν όλα αυτά με το θεμελιωτικό όραμα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, τα σχέδια των φεντεραλιστών, τους λόγους του Σπινέλλι; Φοβάμαι καμία. Ίσως είναι καιρός να παραδεχθούμε ότι το μοντέλο της Ένωσης έχει φτάσει στα απώτατα ιστορικά του όρια και ότι το μόνο που του απομένει πια ως raison dêtre είναι η συνέχιση της διαχειριστικής του επιβίωσης. Η αποθέωση ενός φθαρμένου ευρωπαϊσμού αντηχεί πια ως μια κενολογία, που δεν είναι ικανή να αποκρύψει τα κοινωνικά αδιέξοδα που δημιουργούνται από την ασφυκτική λιτότητα και την ανικανότητα να δοθούν πειστικές λύσεις σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Ίσως αυτό να λειτουργήσει απελευθερωτικά για να αναζητήσουμε τον αναπροσανατολισμό του εγχειρήματος.

Αναπόφευκτα, παρατηρούνται φαινόμενα απομονωτισμού και απόσυρσης. Στο διεθνές επίπεδο, τα κράτη μέλη κοιτάζουν πώς να περισώσουν τους δικούς τους πόρους, τους εθνικούς προϋπολογισμούς τους, θέτουν ξανά το ερώτημα για την αναγκαιότητα συμμετοχής στην Ένωση και στα κεντρικά της προτάγματα. Στις χώρες του Νότου, η μεσαία τάξη αποδομείται με διαφορετικούς, πλην εντατικούς ρυθμούς, η εξαθλίωση απειλεί τους μικροαστούς και ό,τι μπορεί να σήμαινε «κοινωνικό κράτος» ξεχερσώνεται. Πίσω ολοταχώς στο κράτος-νυχτοφύλακα! Την ίδια στιγμή τρία πολιτικά ρεύματα φτιάχνουν νέα σύνορα στα εκλογικά σώματα των χωρών: ο ευρωσκεπτικισμός, ο ευρωκεντρισμός και ο αντιευρωπαϊσμός, με τους υποστηρικτές της ευρωπαϊκής ιδέας να φυραίνουν διαρκώς. Κι ακόμα, ο καθένας κοιτάει να σώσει τον εαυτό του, αδιαφορώντας αν την επόμενη μέρα όσοι απομείνουν θα είναι ακόμα πιο ευάλωτοι.

Και η Αριστερά τι κάνει ή λέει για όλα αυτά; Απέναντι στα γκρίζα οικονομικά μαθηματικά, τις ιαχές για την ανταγωνιστικότητα και τις βολές ενάντια στις κοινωνικές πολιτικές αδυνατεί να αντιπροτείνει. Η αλληλεγγύη, η συστράτευση, ο άλλος κόσμος που είναι εφικτός παραμένουν εύηχα συνθήματα, χωρίς την υποστήριξή τους με σαφές πολιτικό σχέδιο, με οικονομικό πλάνο, με κοινωνική στόχευση. Την τελευταία τριετία αρκείται στο να καρπώνεται τη δυσαρέσκεια και την προσωρινή συμπάθεια των παλιών προνομιούχων. Όμως με αυτά δεν θα πάει μακριά.

Εμείς; Παγιδευμένοι ανάμεσα σε ένα σύστημα που επινοεί μνημόνια για να αντεπεξέλθει στις κρίσεις του από τη μια και στην αμηχανία των πολιτικών δυνάμεων από την άλλη, αδυνατούμε να κατανοήσουμε, να βρούμε κοινή φωνή, να επιχειρήσουμε. Κάπως έτσι αντιλαμβάνομαι την ευκολία με την οποία έπειθε το θατσερικό τσιτάτο: There is no alternative



25 Νοεμβρίου 2012

Πριν δύο Κυριακές


Πριν δύο Κυριακές, ένα ήρεμο και φωτεινό πρωϊνό, ο δρόμος μου με πήρε από τη μια άκρη της Λεωφόρου Κυρηνείας στην άλλη. Στη σύντομη διαδρομή της, βρίσκει κανείς τρεις εκκλησίες: τον Άγιο Νεκτάριο, τον Απόστολο Ανδρέα και τη νεόδμητη Αγία Βαρβάρα. Αν συνυπολογίστει και ο Άγιος Γεώργιος της Αθαλάσσας, βρίσκεται ήδη μια υπερσυγκέντρωση εκκλησιών στην περιοχή. Αν και κάποιος θα μπορούσε να διερωτηθεί για την αναγκαιότητα τόσων εκκλησιών σε μια τόσο μικρή γεωγραφική περιοχή, η έκπληξη ήρθε από τον αριθμό αυτοκινήτων που ήταν σταθμευμένα έξω από αυτές, υποδηλώνοντας τον αριθμό των πιστών που συνέρρευσαν στους ναούς.

Είναι ένα διαρκές φαινόμενο ή μήπως η κρίση οδηγεί τον κόσμο πίσω στην πίστη; Υποψιάζομαι το δεύτερο. Οι καιροί της ευμάρειας, επίπλαστης ή μη, είναι πια πίσω μας και οι γενιές καλούνται να επιτελέσουν νέους ρόλους. Η νέα γενιά να αποδεχθεί ότι ίσως να μην ζήσει με το ίδιο βιοτικό επίπεδο που είχαν οι προηγούμενοι και να συντηρήσει ένα συνταξιοδοτικό σύστημα που θα διεκδικεί μερτικό από την καθημερινότητα της, χωρίς να υπάρχει εγγύηση ότι και η ίδια θα ωφεληθεί αντίστοιχης μέριμνας. Η παλιότερη γενιά να βιώσει τη συντριπτική ήττα του κυπριακού ονείρου: δεν θα κτιστούν σπίτια για τα παιδιά, δεν θα υπάρξουν οικονομίες, δεν γίνονται ταξίδια στο εξωτερικό για ψώνια, δεν θα ζουν πέρα και πάνω από τις πραγματικές δυνατότητες, ευελπιστώντας ότι στο τέλος ο λογαριασμός θα πληρωθεί από το εφάπαξ, την ακίνητη ιδιοκτησία, τα ομόλογα, γενικά από τα έτοιμα.

Απέναντι στα αδιέξοδα και τη βαναυσότητα της καθημερινότητας, ο λόγος καρτερίας, υπομονής και προσδοκίας από το επέκεινα φαίνεται να παρηγορεί, να φτιάχνει την παραμυθία, να δίνει στήριγμα. Υπάρχουν όμως και λόγια, όπως αυτά του Επισκόπου Κύκκου Νικηφόρου, πριν από μήνες, που δεν χωράνε στα προαναφερθέντα: «[ο Θεός] θέλοντας να μας ξυπνήσει από τον ηθικό λήθαργό μας, μεταποίησε την ηθική και πνευματική κρίση, που για καιρό τώρα δέρνει την οικουμένη και σε οικονομική κρίση [και] το έκανε αυτό γιατί θέλει να μας σώσει. […] Η οικονομική κρίση είναι ευλογία. Είναι ευλογία Θεού γιατί αποτελεί ένα ηχηρό χαστούκι, ένα ηχηρό ράπισμα, μια παιδαγωγική τιμωρία από το Θεό για να μας ξυπνήσει, για να μας φέρει σε επίγνωση αληθείας, για να μας ξαναφέρει πίσω στην ζεστή αγκαλιά του Σωτήρα μας Χριστού, που με λαχτάρα μας περιμένει».

Δύο πράγματα μου προκαλούν απορία: πρώτον, αν όντως ένας μέσος νοήμων άνθρωπος μπορεί να βρει αποκούμπι σε αυτή την ανοησία και δεύτερον, αν δεν είναι προφανής σε όλους η ειρωνία της αναντιστοιχίας του ρόλου της Εκκλησίας και της ζωής των ιεραρχών της με το λόγο που ευαγγελίζεται. Για να είμαι ξεκάθαρος, το ζήτημα δεν είναι η ατομική πίστη των ανθρώπων: ο καθένας μπορεί να πιστεύει ελεύθερα (στα πλαίσια των ορίων που θέτει η Πολιτεία μας). Όσο αυτονόητο κι αν ακούγεται, η επανάληψη χρειάζεται για όσους επιμένουν να διαβάζουν ιδιοτελώς την ελευθερία ως δικαίωμα της πλειοψηφίας.

 Το θέμα είναι ο φτωχός πνευματικός λόγος των ιεραρχών, η εκμετάλλευση της πίστης των ανθρώπων για τη μετατροπή της σε οικονομική και πολιτική δύναμη στα χέρια λίγων, η ουδετεροποίηση της πολιτικής σκέψης μέσω της μετάθεσης της ευθύνης και της ελπίδας στο μετά: η οικονομική κρίση είναι τιμωρία από τον ουρανό για τα επί της γης ανομήματα, μια διεστραμένη ισοπεδωτική τιμωρία για μια συλλογική ευθύνη, που μόνο οι πεφωτισμένοι μπορούν να διερμηνεύσουν. Κι ακόμη, η οικονομική κρίση θα παρέλθει μέσα από τη διαδικασία της επιστροφής στην Εκκλησία, της απόσυρσης από το δημόσιο χώρο, της υπακοής στις διδαχές για την ηθική ανανέωση.

Δεν έχω θεολογικές γνώσεις. Με τα λίγα που ξέρω, μπορώ ήδη να δω το χάσμα ανάμεσα στο λόγο του Ευαγγελίου και τη διαστρέβλωσή του. Όμως, αυτή η πλευρά έχει λίγη σημασία. Το σημαντικό είναι ότι ο κόσμος εκπαιδεύεται να μην σκέφτεται, να μην αντιδρά, να μην ερευνά, να μην ζητά δικαιοσύνη. Αυτό κι αν είναι συλλογική τιμωρία για όλους μας…

18 Νοεμβρίου 2012

Χάσαμε τις ευκαιρίες. Στοπ.





Δύο από τις κυριότερες θέσεις που κυριαρχούν στη δημόσια σφαίρα είναι η ηθική απαξίωση του απερχόμενου Προέδρου για τις ισχυριζόμενες πράξεις και παραλείψεις του στην υπόθεση της έκρηξης στο Μαρί και η συνολική αποτυχία του ΑΚΕΛ να διαχειριστεί με σοβαρότητα και υπευθυνότητα την οικονομική διακυβέρνηση του τόπου. Ο αντίλογος στην κριτική για τις δύο αυτές θέσεις εκφέρεται κατά τον συνήθη κομματικά συντεταγμένο τρόπο και χωρίς επίλογο που να αρθρώνει πρόταση για το μέλλον. Άδικες, κακοπροαίρετες, ιδιοτελείς, μικροπολιτικές ή μη, οι κύριες αυτές θέσεις δεσπόζουν στον δημόσιο λόγο. Μαζί με την επί της ουσίας ανεπάρκεια των αντεπιχειρημάτων του ΑΚΕΛ, η απόπειρα να διανθιστούν αυτά με έναν ηθικίστικο τόνο, οδήγησε γρηγορότερα στην αποτυχία τους και στην επίταση της αρνητικής στάσης μιας σημαντικής μερίδας πολιτών έναντί του.

Όλα αυτά ίσως να έχουν ειπωθεί προηγουμένως από άλλους. Πιστεύω όμως ότι αν για κάτι ελέγχεται και πρέπει να εγκαλείται το ΑΚΕΛ, αυτό δεν είναι το Μαρί, ούτε η οικονομική δυσπραγία του τόπου, αλλά το χάσιμο πολλών και σημαντικών ευκαιριών να ανατάξει το πολιτικό τοπίο του τόπου και να παραδώσει μια Κύπρο ριζικά διαφορετική από αυτή που παρέλαβε. Σήμερα, η πολιτική απομόνωση που υφίσταται είναι συνέπεια και αυτής της αποτυχίας.

Ευκαιρία πρώτη: η αποτυχία να κεφαλαιοποιηθεί πολιτικά η επίτευξη ουσιαστικής προόδου στις συνομιλίες με τον Ταλάτ. Οι συγκλίσεις δεν έλαβαν ποτέ τη σφραγίδα της δημόσιας κοινοποίησής τους, ούτε μετατράπηκαν σε ένα είδος κεκτημένου που θα οδηγούσε στην οριστική συμφωνία. Τα φοβικά ένστικτα του κόμματος ενεργοποιήθηκαν ξανά και οδήγησαν στη σιωπηρή εγκατάλειψη του Τουρκοκύπριου ηγέτη, συντείνοντας στην εκλογική του ήττα. Με ποδοσφαιρικούς όρους, η ήττα του πρώτου μισού του προεκλογικού συνθήματος "Δίκαιη λύση, δίκαιη κοινωνία" ήρθε με αυτογκόλ. Το ΑΚΕΛ δεν απαλλάχθηκε από τα σύνδρομα του 2004 και έθαψε για δεύτερη φορά τη θετική προοπτική για το Κυπριακό χάριν της συγκυβερνητικής επιβίωσης και από φόβο έναντι του βαθέος κυπριακού κράτους. Οι ρητορικές κορώνες προς το αντίθετο, μόνο θυμηδία προκαλούν πια.

Ευκαιρία δεύτερη: η προσδοκία ότι θα αντιμετωπίζονταν τα δεξιά και συντηρητικά σύνδρομα στη δημόσια υπηρεσία, την παιδεία και τα ΜΜΕ. Μια εν συντομία αποτίμηση δείχνει ότι ούτε και εδώ άδραξε την ευκαιρία. Ο διορισμός των φίλα προσκείμενων βαφτίστηκε αποκατάσταση αδικιών, ακολουθώντας έτσι την πεπατημένη των προηγούμενων κυβερνήσεων. Το πρόγραμμα για την Παιδεία δεν έτυχε πλήρους υπεράσπισης και το θέμα υποβιβάστηκε σε μια διελκυστίνδα με προσωπικές προεκτάσεις ανάμεσα στον αρμόδιο υπουργό και στον αρχιεπίσκοπο και ένα σινάφι αναρμόδιων. Όσο για τα ΜΜΕ, το προβληματικό καθεστώς ιδιοκτησίας τους δεν θίχτηκε, αλλά αντίθετα υπήρξε μια άτυπη συνθηκολόγηση με την οικονομική ολιγαρχία που εκπροσωπούν. Κι αυτό μέχρι πρόσφατα, αφού τα συντηρητικά ΜΜΕ, έντυπα και ηλεκτρονικά, έχουν ταχθεί πια με τις άλλες προεδρικές υποψηφιότητες.

Ευκαιρία τρίτη: να μιλήσει για διακοινοτική και ενδοκοινοτική συμφιλίωση και να θέσει μια δημοκρατική και αριστερή κοινωνική ατζέντα, διαφοροποιούμενο ουσιαστικά από τον υπόλοιπο κομματικό συρφετό. Αν κάποιος φύσει θα μπορούσε να προχωρήσει σε ένα τέτοιο βήμα, αυτός θα ήταν το ΑΚΕΛ. Κόντρα στην πολιτική διαίσθηση, η Κύπρος βιώνει την αργή, αλλά σταθερή, άνοδο του ΕΛΑΜ, είναι φοβική απέναντι στις πάσης φύσεως μειονότητες, διαπνέεται από έναν διαταξικό ρατσισμό και θέλγεται, ως συνήθως, από συνωμοσιολογίες, τη ρητορική της θυματοποίησης και τις κενοδοξίες περί αγώνων για δικαίωση.

Ευκαιρία τέταρτη: ενώπιον της σχεδόν βέβαιης εκλογής του Ν. Ανασταδιάδη, το ΑΚΕΛ είχε την εξαιρετική δυνατότητα να επιστρέψει στην κοινωνία με νέες ιδέες, καινούργια πρόσωπα και να απευθυνθεί σε όσους αδιαφορούν και απαξιούν να ασχοληθούν με την πολιτική. Αντ’ αυτού επέλεξε να "κάψει" πολιτικά τον υποψήφιό του, που, έτι χειρότερο, προβάλλει οπισθοδρομικές απόψεις για την άμβλωση, την πορνεία, τα ναρκωτικά.

Ευκαιρία... Να συνεχίσω; Ο χώρος δεν το επιτρέπει, αλλά η διαπίστωση παραμένει ότι το ΑΚΕΛ, στην αυθεντικά δικιά του ευκαιρία στη διακυβέρνηση, είχε όσες ευκαιρίες χρειάστηκε, αλλά δεν κατάφερε να κάνει τη διαφορά. Δεν επιχαίρω διόλου, ειδικά ενόψει της συντηρητικής στροφής στην κοινωνία και στην πολιτική που συνεπάγεται η συμμαχία ΔΗΣΥ-ΔΗΚΟ.

Εν τέλει, το θέμα παραμένει: ποιος θα κουβαλήσει τις προσδοκίες και τα όνειρα του υγιούς κομματιού της δικής μου γενιάς;


Ο Νικόλας Κυριάκου πάντα για τους πολλούς θα περισσεύει και για τους λίγους δεν θα επαρκεί.

12 Νοεμβρίου 2012

ΜΝΗΜΗ ΚΑΙ ΑΛΗΘΕΙΑ




Στις 29 Οκτωβρίου εγκαινιάστηκε στη Βουλή των Αντιπροσώπων μια έκθεση αφιερωμένη στους αγνοούμενους της Κύπρου. Η έκθεση αποτελούνταν από δύο ταμπλό όπου είχαν αναρτηθεί φωτογραφίες και αφίσες των τελευταίων δεκαετιών. Οι περισσότερες ήταν γνωστές εικόνες: συγγενείς με φωτογραφίες στα χέρια, μητέρες σε εκδηλώσεις διαμαρτυρίας έξω από πρεσβείες, πολιτικοί και ιερείς να μιλούν σε μεγάλα ακροατήρια, κάτω από μεγάλα πανό που ζητούσαν επιτακτικά την απελευθέρωση ή τη διαλεύκανση της τύχης των αγνοουμένων. Οι αριθμοί στις αφίσες διαφέρουν: άλλοτε 2000, άλλοτε το πασίγνωστο και στοιχειωμένο 1619, ίσως και μια με 1618. Οι διαφορές εξηγούνται εν μέρει από τη σταδιακή επιστροφή αιχμαλώτων, αλλά δεν μπορεί να παραγνωριστεί από την άλλη ότι οι αριθμοί κρατήθηκαν ψηλά λόγω πολιτικών σκοπιμοτήτων, που χαρακτήρισαν τον πολιτικό χειρισμό του θέματος και από τις δύο πλευρές. Όταν δηλώθηκαν οι Ελληνοκύπριοι αγνοούμενοι στη ΔΕΑ, ο αριθμός έπεσε στους 1493...

Αν και η έκθεση είχε κάποιες καλές προθέσεις εντούτοις της έλειπε κάτι σημαντικό. Κατ’ ακρίβεια, μαζί με την προαναφερθείσα διαφορά στους αριθμούς, ήταν πασιφανές ότι έλειπαν ούτε λίγο ούτε πολύ 502 αγνοούμενοι. Κι αυτοί δεν ήταν άλλοι από τους Τουρκοκύπριους αγνοούμενους. Η έκθεση ήταν επίσης λειψή κατά δύο χρόνια: ενώ το φάντασμα του 1974 πλανιόταν  πάνω από τις εικόνες, το 1963 και το 1964 ήταν εκκωφαντικά και περιέργως απόντα. Η επιλεκτική μνήμη και η μισή αλήθεια πόζαραν με το απαιτούμενο αιδήμον πένθος, την ώρα που ο πόνος άλλων ανθρώπων, που υπέφεραν από την ίδια αιτία, υποβιβαζόταν στο αθέατο.

Τι μπορεί να μας βγάλει από αυτή την κατάσταση εθελοτυφλίας; Τις προάλλες, ο δικηγόρος Αχιλλέας Δημητριάδης σε μια δημόσια παρέμβασή του ξαναέβαλε στο τραπέζι την ιδέα για τη δημιουργία μιας επιτροπής αλήθειας για το ζήτημα των αγνοουμένων. Αυτό μπορεί να γίνει είτε με τη δημιουργία ενός νέου οργάνου είτε με τη διεύρυνση των όρων εντολής και δράσης της ΔΕΑ. Αντίστοιχες επιτροπές έχουν δημιουργηθεί την τελευταία τριακονταετία σε χώρες που βγαίνουν από εμφύλιες διαμάχες ή από την καταπίεση και τη συστηματική παραβίαση ανθρωπίνων δικαιωμάτων διαφόρων απολυταρχικών καθεστώτων. Η διαδικασία δημιουργίας και λειτουργίας τέτοιων επιτροπών δεν ήταν ποτέ εύκολη υπόθεση, αφού ο παλιός κόσμος αντιστεκόταν σθεναρά στο ξεσκέπασμα των απάνθρωπων πράξεών του και τα συμφέροντα των μελών των ελίτ της εξουσίας είχαν βαθιές ρίζες στους κρατικούς και παρακρατικούς οργανισμούς. Υποψιάζομαι ότι αντίστοιχης φύσης ζητήματα τυραννούν και τη δική μας πατρίδα, από τη συλλογική ενοχή μέχρι την προσωπική/οικογενειακή εμπλοκή των ανθρώπων που βρίσκονται ή βρέθηκαν σε θέσεις εξουσίας. Όποια και αν είναι η αιτία της συγκροτημένης και ισοπεδωτικής σιωπής, το ζήτημα των αγνοουμένων παραμένει η πιο φρικτή αδικία αυτών που αποκαλούμε «πτυχές του κυπριακού προβλήματος» και το πέρασμα του καιρού εξασφαλίζει, κάθε μέρα και λίγο περισσότερο, την ατιμωρησία και τη λήθη. Και για αυτόν το λόγο ακριβώς, τη δημιουργία των προϋποθέσεων για την επανάληψη του εγκλήματος. Θυμηθείτε τον Πρίμο Λέβι, όταν μιλούσε για τη ναζιστική κτηνωδία: «It happened, therefore it can happen again».

Πολλοί θεωρούν ότι με τα σημερινά δεδομένα η ιδέα μιας επιτροπής αλήθειας είναι  ουτοπική, ανέφικτη, αλυσιτελής, αδιανόητη. Ίσως οι κυνικοί ρεαλιστές ή οι δικαιολογημένα απαισιόδοξοι που ασπάζονται τη θέση αυτή να έχουν δίκιο. Με παρηγορεί όμως η σκέψη ότι με τον ίδιο κυνισμό και απαισιοδοξία είχε αντιμετωπιστεί το εγχείρημα της προσφυγής της κ. Λοϊζίδου στο ΕΔΑΔ το 1989. Μερικά χρόνια μετά την κατάθεση της προσφυγής της, η ίδια είχε στα χέρια της μια καταδικαστική απόφαση εναντίον της Τουρκίας και ένα γενναίο ποσό αποζημιώσεων. Κάποιοι θα θυμάστε τον δικηγόρο της, αυτό που όμως ίσως θα ξεχάσατε ήδη είναι την επιβεβαίωση της ρήσης του Λέβι με θετικό πρόσημο: ότι το αδιανόητο συνέβη. Γι’ αυτό μπορεί να γίνει ξανά...


4 Νοεμβρίου 2012

Πέντε επί πέντε



Κάθε Δευτέρα ένα λεφούσι λογιστές, δικηγόροι, μικροεπιχειρηματίες, τραπεζικοί, ιδιωτικοί και δημόσιοι υπάλληλοι και μέλη άλλων επαγγελματικών κατηγοριών αφήνουν τα στυλό, τους υπολογιστές και τα σύνεργά τους και κατεβαίνουν σε ένα από τα μικρά γήπεδα ποδοσφαίρου, τα γνωστά και ως 5Χ5, που υπάρχουν στη Λευκωσία. Για μια ώρα, δέκα τύποι ηλικίας ±35 με κοιλιές, αρχή φαλάκρας και μειωμένες αντοχές φτιάχνουν μια μηχανή του χρόνου και επιστρέφουν στην παιδική τους ηλικία. Οι περισσότεροι κατ’ ακρίβεια γνωρίζονται από εκείνη τη μακρινή εποχή και έχουν δει ο ένας τον άλλο σε στιγμές δόξας και απογείωσης, αλλά και σε στιγμές κατάπτωσης και βυθού. Έχουν δει ο ένας τον άλλο σε αλάνες, χωράφες με πέτρες, σε σκονισμένους δρόμους να προσπαθούν τα νέα ποδοσφαιρικά τους κόλπα, να συζητούν άνευ συμπεράσματος για τις ομάδες τους, να φτιάχνουν, να μαθαίνουν και να τηρούν ευλαβικά τους άγραφους κανόνες του ποδοσφαίρου. Νά, λοιπόν, τι έμαθα στα περίπου 20 χρόνια της ποδοσφαιρικής μου παρουσίας.
Όποιος ζητά φάουλ, το παίρνει. Το fair play τηρείται λόγω της προσωπικής τιμής του καθενός. Αν κάποιος ξεφύγει, η ομάδα του έχει τον τελικό λόγο να σταθεί «εντάξει» απέναντι στην άλλη. Στους μικροτραυματισμούς, το παιχνίδι σταματά: το σημαντικό είναι να είμαστε όλοι καλά στο τέλος του παιχνιδιού. Στο γήπεδο παίζουμε σε συγκεκριμένες θέσεις. Το να βάλεις γκολ είναι υπόθεση όλων. Οι πολλές ντρίμπλες δεν βοηθούν την ομάδα. Οι βεντέτες έχουν πίστωση μιας ή δύο αποπειρών να κάνουν τα εφέ τους. Μετά από αυτό τρώνε βρίσιμο και ξεκινούν να παίζουν ομαδικά. Γι’ αυτό, μια πάσα κάνει χαρούμενους δύο ανθρώπους. Αν χάσεις την μπάλα, γυρνάς για να καλύψεις παίκτη ή χώρο. Αν αφήσεις τον τελευταίο σου αμυντικό παίκτη αντιμέτωπο με αιφνιδιασμό, το πιο πιθανό είναι ότι θα σου βάλουν γκολ. Έτσι, τα 5Χ5 είναι η επιτομή ενός ιδιαίτερου «ολοκληρωτικού» ποδοσφαίρου: παίζεις επίθεση, επιστρέφεις άμυνα, κατεβάζεις παιχνίδι, κάνεις κίνηση, πασάρεις στη γραμμή, αποφεύγεις τις ψηλές μπαλιές, η μπάλα κάτω, ακούς τον συμπαίκτη σου όταν ζητά πάσα και θυμάσαι πάντα αυτό που λέει ο οργανωτής μας: «η μπάλα είναι απλή».
Ίσως όλα αυτά να φαίνονται αδιάφορα ή απλά ή δύσκολα στη συνθετική εκτέλεση, αλλά για μένα αποτελούν προβολή της ζωής των περισσοτέρων από εμάς και αποτύπωση αξιών και αρχών: συντάσσεσαι με ένα σύνολο, παίζεις για όλους, δικαιούσαι μια στιγμή λάθους αλλά και μια στιγμή αναγνώρισης, συμμορφώνεσαι με ηθικούς κανόνες που είναι κοινοί για όλους, υπόκεισαι στον δημόσιο έλεγχο για ό,τι κάνεις και ό,τι παραλείπεις. Έτσι εξηγείται και εξειδικεύεται η φράση του συγγραφέα και στοχαστή Αλμπέρ Καμύ: «Όλα όσα γνωρίζω με βεβαιότητα για την ηθική και τις υποχρεώσεις τα οφείλω στο ποδόσφαιρο». Όχι τυχαία…
Είμαι ευγνώμων στους δέκα της Δευτέρας γιατί επιμένουν να με παίρνουν μαζί τους στο ταξίδι της επιστροφής στην παιδική ηλικία, γιατί φροντίζουν να μου υπενθυμίζουν τους κανόνες και την ηθική τους διάσταση, γιατί παρά τις εγχειρήσεις τους και τα ταλαιπωρημένα γόνατά τους κατεβαίνουν στο γήπεδο, γιατί κρατούν ζωντανή τη χαρά του παιχνιδιού και την ευτυχία που μπορεί να περικλείει ένα απλό αντικείμενο: μια μπάλα. Ραντεβού αύριο, αλήτες.

28 Οκτωβρίου 2012

Μέτρημα






Άσπρες τρίχες: στους κροτάφους. Πτυχία: τέσσερα. Παραπανίσια κιλά: γύρω στα εφτά. (Θα είναι οι βαριές ελληνικές κοκάλες μου...). Παλιοί έρωτες κι αγάπες: ένας και μία. Σημείωση για το μέλλον: οι κακοθαμμένοι έρωτες βρικολακιάζουν. Τατουάζ: στην ωμοπλάτη, μια επιπολαιότητα έναν Δεκέμβριο στην Ολλανδία. Φίλοι: πολλοί, παλιοί και καινούργιοι. Κάποιος κακεντρεχής ετοιμάζει τριάντα τρία κεριά για την τούρτα μου. Ένα email παλιά: στα 33, ή παντρεύεσαι ή σταυρώνεσαι. Το πρώτο σίγουρα όχι. Το δεύτερο, χμ, ας μην γίνω υπερβολικός. Αδιάβαστα βιβλία στα ράφια: απόδειξη ότι ο χρόνος έχει συσταλεί. Κάτι ποιητικές συλλογές μελαγχολικών αγοριών. Εκείνα τα κείμενα που σου στέλνουν με λινκ. 6 μπίρες στο ψυγείο. Τα μηνύματα: «Έλα ευρωαλήτη, πάμε για καφέ». Το προχθεσινό σούρουπο: μπλε, μωβ, μια γραμμή χρυσοπορτοκαλιού κι ένα μισό φεγγάρι με τον Έσπερο. Ο μέσα μου συναισθηματικός τοίχος και το μονοπάτι για τον παλιό κήπο. Κάτι βλέμματα αγωνίας που νιώθω πίσω μου - μην ανησυχείς, εγώ θα βγαίνω πάντα νικητής, όπως κι ο Πύρρος. Η Θεσσαλονίκη είναι πια προϊστορία. Κάτι ισπανικά φιλμ που σε άρπαξαν και σε κοπάνησαν στον τοίχο. Τα αλλαγμένα πρόσωπα των συμμαθητών. Η αυταπάτη ότι εγώ δεν έχω αλλάξει. Η βεβαιότητα περί του αντιθέτου. Ο τρόπος που κάποια λέει το όνομά σου. Κι η αίσθηση που σε επισκέπτεται συχνά από τον τρόπο που την φίλησες μια νύχτα στην πλατεία. Εκείνα τα μαγικά δεκαπέντε δευτερόλεπτα πριν πέσουν οι εξωτερικές πανοπλίες. Και οι στιγμές που αποκαλύπτεσαι στον άλλον: διαστολή του σύμπαντος, μια μεγάλη έκρηξη. Τα πρωινά με το πρώτο φως και την κουρτίνα να παίζει. Οι φορές που η συνείδηση ελαφραίνει. Μια εκπληκτική ντρίπλα που έκανα προχθές. Μα και τα γυάλινα, πια, γόνατά μου. Τα γλυκά απογεύματα της Λευκωσίας που περιμένουν να τα κοιτάξεις. Και τα γράμματα “we regret to inform you that…”. Τα όνειρα με τα διαφορετικά πρόσωπα, στα λάθος μέρη, σε λάθος ώρες. Το ξύπνημα, με λάθος πρόσωπα, στα ίδια μέρη και να είναι ήδη αργά. Κάτι αστείες ιστορίες. Και Σαββατοκύριακα με μπάλα. Η πλήρης συλλογή από ηλεκτρονικά μαραφέτια. Οι πίνακες αναχωρήσεων και οι ενδιάμεσες πτήσεις. Στις 7.30 για τρέξιμο – το απόγευμα, μην τρελαθούμε. Τα αραιά τηλεφωνήματα. Οι φίλοι που επισκέπτονται. Οι γάμοι στα νησιά και κάτι νέα τραγούδια. Τα αναπάντεχα συναπαντήματα με ευφυείς ανθρώπους. Η στιγμή που γυρνάς για να πεις κάτι, αλλά δεν είναι κανείς εκεί. Ένα φορτίο απογοητεύσεων που θέλεις να σβήσεις. Κάτι σαχλά φλερτ, ένα κάρο ανοησίες και άλλη σαβούρα που δεν τα χωράει καμιά χωματερή. Η ανάγκη να κατασταλάξεις και ο δαίμονας που σου κυριεύει ξανά το μυαλό. 34.