21 Δεκεμβρίου 2014

Η θανάσιμη μοναξιά της Ντοούς Ντεριά



Κυριακή πρωί. Καιρός αμφίθυμος. Έχει ήλιο, αλλά δεν είναι για να τον πιστεύεις κιόλας. Λέω να πάω στον Άγιο Σωζόμενο για την εκδήλωση της Κίνησης για την Ομοσπονδιακή Κύπρο. Βγαίνω από τη Λευκωσία και στον δρόμο ταξιδεύω στον χρόνο. Δεκαέξι χρόνια πίσω είχα υπηρετήσει τη στρατιωτική μου θητεία εδώ. Ποταμιά, Άγιος Σωζόμενος, Μπαρσάκ. Η επιτομή αυτού που περιγράφεται ως «τέρμα Θεού, αρχή Αλλάχ». Κυριολεκτικά και μεταφορικά. Λασπουριά και βρόμα από τις φάρμες. Σκεφτείτε το όλο αυτό, Αύγουστο μήνα, ντάλα ήλιος, οι Τούρκοι απέναντι στο χιλιόμετρο και κάτι, κάτω από το παρατηρητήριό μας ο σταθμός λυμάτων, όπου αναδίδεται η σκατίλα του Κυπριακού. Τέρμα Θεού, για όσους πιστεύουν. Οι υπόλοιποι δεν έχουμε ελπίδες, δεν έχουμε τουαλέτες δεν έχουμε προσδοκία. Είμαστε ζόμπι που διανύουμε τη θητεία μας, χωρίς σκέψη, χωρίς συναίσθημα. Τα θυμήθηκα όλα αυτά καθώς έπαιρνα τις στροφές και διαπίστωνα πως τίποτα γύρω μου δεν είχε αλλάξει. Προσπάθησα να συγκεντρωθώ αλλού. Μάταια.

Στον Άγιο Σωζόμενο, το πολύ διακόσιες ψυχές, οι ίδιοι και οι ίδιοι κι είχε αρχίσει να μαζεύει δύσθυμα σύννεφα. Θα γινόμασταν μουσκίδι, το δίχως άλλο. Με το Κυπριακό δεν είμαι πια αισιόδοξος. Ούτε απαισιόδοξος. Είναι κάτι με το οποίο πρέπει να τελειώνουμε. Αυτό το βαρίδι που μας κρατάει καθηλωμένους, που εκτρέφει μια νέα γενιά πολιτικών που ευελπιστούν να βγάλουν τα προς το ζην από τη διαχείρισή του και ετοιμάζει νέους ήρωες και νέα θύματα. Το ιδρυτικό κείμενο της Κίνησης το προσυπογράφω κι όσα λέει έχουν περάσει στη σφαίρα του αυτονόητου για μένα. «Γιατί, λοιπόν, βρίσκομαι εδώ;», σκέφτομαι κακόκεφα, καθώς οι πρώτες σταγόνες ξεκινούν να πέφτουν. Γιατί σε 20-30 χρόνια, όταν θα με ρωτήσουν με γνήσια απορία, θα μπορώ να πω προς υπεράσπισή μου ότι δεν βαρέθηκα, δεν αφέθηκα στη μοιρολατρία, ούτε στην απάθεια της κοινωνίας μας. Έστω κι αυτό το μικρό, το έκανα. Αν όχι, τώρα, τότε πότε; Αν όχι εμείς, τότε ποιοι; Οι παλιές ερωτήσεις θα μας κυνηγάνε μια ζωή, νομίζω...

Μέσα στον κόσμο γνωρίζω την Ντοούς Ντεριά. Λίγες μέρες αργότερα, οι δημόσιες δηλώσεις της μεταδίδονται σε όλο το νησί. Οι αλήθειες των άλλων επιτέλους αποκαλύπτονται και αναγνωρίζονται. Τα δύο κύματα συγκρούονται: από τη μια καταδίκες και απειλές, από την άλλη αλληλεγγύη και υποστήριξη. Δεν υπάρχουν διλήμματα εδώ: θα πάμε με τους δεύτερους, φυσικά. Αλλά δεν είναι αρκετό να γράφεις στο facebook, ηαλληλεγγύη δεν είναι δόση στην τράπεζα που πληρώνεις για να τακτοποιείς τα λογιστικά σου υπόλοιπα με την κοινωνία και την ιστορία. Η Ντοούς είναι θανάσιμα μόνη απέναντι σε αυτούς τους θεόμουρλους. Μόνη αρνήθηκε τον όρκο, μόνη έκανε τις δηλώσεις, μόνη δέχθηκε τις απειλές, μόνη θα γίνει θύμα κι αυτή αύριο μεθαύριο. Η υποστήριξη και η αλληλεγγύη μας θα παραμείνουν κενά ρητορικά σχήματα, αν δεν μετατραπούν σε πολιτική ενέργεια εντός της δικής μας κοινότητας κι αν δεν γίνουν γέφυρες προς την άλλη πλευρά. Επιτέλους, κάποτε κι από κάπου πρέπει να ξεκινήσουμε. Ας είναι απ’ τα ίδια τα θύματα αυτής της ιστορίας.

7 Δεκεμβρίου 2014

Ενοχές και ηρωισμοί

Τέλη Μαΐου και ένα πολύχρωμο μπουλούκι ξεχύνεται στους δρόμους της Λευκωσίας. Χαμόγελα, τραγούδια, αγωνιστικοί χαιρετισμοί. Νιώθεις στον αέρα την αισιοδοξία, ότι κάτι αλλάζει, ότι κάτι άλλαξε και δεν το υποψιάστηκες προηγουμένως. Ο παλιός κόσμος αντιστέκεται, οι άνθρωποι ακόμα επιμένουν στο στερεότυπο, στην ευκολία του να κατανοείς τον κόσμο μέσα από τον διαχωρισμό άσπρο-μαύρο, καλό-κακό, αυτοί-εμείς. Χρειάζονται γραμμές για να μπορούν να αυτοκατατάσσονται. Το ταμπού σπάει, μιλάμε ανοικτά για την ομοφυλοφιλία και τις διακρίσεις. Είναι και λίγο cool να το κάνεις. Την ίδια ώρα πιάνεις τον εαυτό σου μπλεγμένο σε κουτσομπολιά και να υποκύπτει στους αυτοματισμούς των χαρακτηρισμών. «Πουστιές», «αυτός είναι αδερφή» και πάει λέγοντας.

Fast forward, φθινόπωρο, γύρω από ένα τραπέζι και η κουβέντα γυρίζει για τις πτήσεις από την Τύμπου. Άλλοι είναι υπέρ: το χαμηλό κόστος και η εύκολη ανταπόκριση με άλλες πτήσεις είναι ικανά επιχειρήματα για να χρησιμοποιούν το αεροδρόμιο. Άλλοι είναι σκεπτικοί και αρνητικοί: η ασφάλεια των πτήσεων, το κοινωνικό στίγμα, το ενδεχόμενο να επιβληθεί ένα χρηματικό πρόστιμο τους αποθαρρύνει. Κάποιοι γνωρίζονται με Τουρκοκύπριους, έχουν φίλους από την άλλη πλευρά. Το ταμπού σπάει, μιλάμε ανοικτά για το θέμα. Είναι και λίγο cool να το κάνεις. Την ίδια ώρα το παλιό δηλητήριο του διαχωρισμού ανάμεσα στο ναι και στο όχι, στους ενδοτικούς και τους απορριπτικούς καλά κρατεί. 

Τα σκεφτόμουν και τα ένιωθα όλα αυτά για πολύ καιρό. Είναι κομμάτι του κοινωνικού μου περιβάλλοντος. Τα ξέρω, τα συνήθισα, είναι σαν τον αέρα που αναπνέω. Δεν εκπλήττομαι και δεν θυμώνω με τίποτα. Ίσα - ίσα τα βαριέμαι πια, αφού ξέρω από πριν τι θα ακούσω πριν καν ο συνομιλητής μου ολοκληρώσει την πρώτη του φράση. Αιφνιδιάστηκα όμως από μια κουβέντα που μου έγραψε ένας φίλος τις προάλλες για όλα αυτά κι αξίζει τον κόπο να τη μοιραστώ:

«Οπότε ποιο είναι το ηθικό δίδαγμα, Νικολάκη; Το ηθικό δίδαγμα είναι να βάλουμε όλοι πλάτη μπας και γλυτώσουν τα παιδάκια μας από το συναίσθημα της ένοχης απόλαυσης όταν ακούνε για κάποιον μερακλή που φέρμαρε τον κώλο ενός νεότερου και από το αίσθημα της ενοχής και της ανασφάλειας όταν πετάνε από ένα αεροδρόμιο και όχι από άλλο. Να γίνουν τα πράγματα φυσιολογικά για να μην αισθάνονται οι άνθρωποι ήρωες και σούπερ cool όταν μιλάνε με Τουρκοκύπριους, πετάνε από το Ercan και συμμετέχουν σε gay pride. Κάτω οι ηρωισμοί, κάτω οι ενοχές».

Εγώ απλώς προσυπογράφω.