31 Μαρτίου 2013

(Ολική) χρεοκοπία

-->


Μπορεί από τη σάπια φύτρα να βγει νέος ανθός; Μπορεί η βίαιη αλλαγή που ζήσαμε και που θα συνεχιστεί να μας φέρει κάτι καλύτερο; Θα μάθουμε από τα λάθη, θα αλλάξουμε ως κοινωνία, θα απαιτήσουμε ένα νέο κοινωνικό συμβόλαιο; Κατά έναν τρόπο, οι κακοδαιμονίες, οι αστοχίες, οι μικρομεγαλισμοί που εξέθρεψαν για χρόνια το υπερτροφικό εγώ μας, που διόγκωναν την εικόνα στον καθρέφτη και δυνάμωναν τεχνητά τα ντεσιμπέλ της φωνής μας, καταρρέουν εμφατικά πάνω στα κεφάλια μας. Η νέα εποχή μάς βρίσκει χρεοκοπημένους και σε αναζήτηση δανειστών, γονατισμένους οικονομικά και αποσβολωμένους πολιτικά.
Πριν τρία Σάββατα, η προεδρική δημοκρατία, όπως αυτή προβλέπεται τυπικά στο Σύνταγμά μας και όπως εφαρμόζεται πρακτικά στην Κύπρο, έφτασε στα όριά της. Το μοντέλο του παντοδύναμου Προέδρου, ανεξαρτήτως του ποιος είναι ο φορέας του αξιώματος, που αποφασίζει για όλα, που κατευθύνει τα πάντα και είναι ουσιαστικά ανέλεγκτος, έδειξε ότι δεν είναι βιώσιμο. Η, δυναστικών δυνατοτήτων, προεδρική δημοκρατία μας δεν μπορεί να εξυπηρετήσει τις ανάγκες της κοινωνίας μας, δεν μπορεί να ανταποκριθεί στις πολλαπλές ανάγκες των καιρών, δεν προφταίνει τους ρυθμούς της εποχής μας.

Μαζί με το τέλος της προεδρικής δημοκρατίας, ας κηρύξουμε και το τέλος του κοινοβουλευτικού βίου, όπως τον γνωρίσαμε τις τελευταίες δεκαετίες. Ανεξαρτήτως από την «αποχή» ή το «όχι» του καθενός στη Βουλή των Αντιπροσώπων, οι κρίσιμες μέρες μάς ανάγκασαν να συντονίσουμε τους δέκτες των τηλεοράσεών μας με την απευθείας μετάδοση της συνεδρίασης της Ολομέλειας και να δούμε σε πλήρη ανάπτυξη τον ανθό του πολιτικού προσωπικού αυτής της χώρας. Άλλοι με εμφανείς αδυναμίες ορθής έκφρασης σε απλά ελληνικά, άλλοι με κτυπητές λαϊκιστικές κορώνες, άλλοι με αδυναμία άρθρωσης πολιτικού λόγου, οι βουλευτές μας, ή η πλειοψηφία τους, μας θύμισαν ότι ένα ανεπαρκές κοινοβούλιο, που περνά νόμους χωρίς να τους διαβάσει, που αφήνει τη νομοπαρασκευαστική διαδικασία στα χέρια των κομματικών μηχανών, που έχει απεμπολήσει τη γνήσια αποστολή ελέγχου των άλλων εξουσιών, είναι ένα κοινοβούλιο που αποτελεί μέρος της συστημικής κρίσης.

Το νέο trend των ημερών είναι το κύμα ποινικοποίησης και αναζήτησης ευθυνών. Όσο κι αν ο τόπος έχει ανάγκη την κάθαρση, μια έρευνα όπου όλοι θα φωνασκούν κι όπου όλοι θα βλέπουν κρυφές ατζέντες, θα οδηγήσει μοιραία σε λογικές Κολοσσαίου, όπου το κοινό θα ικανοποιείται με αίμα, δημόσια διαπόμπευση και ισοπέδωση. Αν η τάση έχει ως αποτέλεσμα την προέκταση της ποινικοποίησης στην πολιτική ζωή, τότε ίσως να μπαίνουμε σε επικίνδυνα μονοπάτια και να έχουμε μπροστά μας δυσδιάκριτες γραμμές κατηγοριοποίησης. Πώς μπορούμε να διασφαλίσουμε ότι το δίκαιο αίτημα της κάθαρσης δεν θα γίνει όχημα για επίλυση άλλου είδους διαφορών και πρόκλησης πολιτικής ζημιάς; Με ανησυχεί ότι η έλλειψη κουλτούρας διαφάνειας και λογοδοσίας για δεκαετίες θα λειτουργήσει κατά τρόπο που θα οξύνει πτυχές της παρούσας διαδικασίας διερεύνησης.

Και τέλος, η κρίση ήταν και μια μικρή προσωπική χρεοκοπία όλων όσων στήριξαν με ψήφο, χειροκροτήματα και χρήμα ένα πολιτικό σύστημα αβελτηρίας, νεποτισμού, διαφθοράς και συλλογικής ομερτά. Κι αυτό με τον μόνο τρόπο που ίσως να νιώθουν πιο σκληρά κάποιοι, με το αόρατο χέρι να μπαίνει στην τσέπη σου και να κλέβει τα χρήματά σου. Ένα από τα πολλά μαθήματα που έμαθα αυτές τις μέρες είναι να εκτιμώ την αξία της ψήφου μου. Και η υπόσχεση προς τον εαυτό μου είναι να μην ξεχάσω κανέναν από τους 100-200 ανθρώπους που βρέθηκαν στην εκτελεστική και νομοθετική εξουσία του τόπου τα τελευταία χρόνια.

24 Μαρτίου 2013

Αντίο παλιέ κόσμε

-->


Αλλιώς τα είχα φανταστεί τα πρώτα -άντα μου. Κάπως αλλιώς ανέμενα πως θα με προϋπαντούσε η ζωή. Ένιωθα έτοιμος, οπλισμένος, δυνατός. Είχα ένα σωρό βεβαιότητες και δεδομένα, πίστευα στις καλές ιδέες, στον ορθολογισμό, στο ότι ο κόσμος και τα μέτρα του μπορούν να αλλάξουν. Θα αλλάζαμε τον κόσμο! Έκανα λάθος. Τα δεδομένα μου ήταν χτισμένα σε σαθρά θεμέλια. Σε μια φενάκη είχαν βασιστεί όλοι μου οι υπολογισμοί. Αυτές τις μέρες ακούς τους χτύπους ενός ρολογιού να χτυπούν πάνω από τη Λευκωσία. Κατήφεια, μαύρες σκέψεις, αδιέξοδα. Είναι η ώρα που συνειδητοποιούμε τη φτώχεια μας, την έλλειψη σχεδίου. Η ώρα που όλα εδώ πληρώνονται. Ο κόσμος μας, όπως τον ξέραμε, γκρεμίζεται. Τίποτα δεν θα είναι πια το ίδιο. Δεν με πειράζει. Εν μέρει, δεν με πειράζει. Ήταν ένας κόσμος γεμάτος σαπιοκοιλιές και προνομιούχους, κοπρίτες και αργόσχολους, socialite και νάρκισσους, πατεράδες που μεγάλωναν τα παιδιά τους για να γίνουν δάσκαλοι και να βρουν μια θέση στο δημόσιο. Τώρα, όλος αυτός ο συρφετός μπορεί να πάει να γαμηθεί. Το πρόβλημα είναι ότι θα πάμε κι εμείς στο διάολο μαζί του. Δεν ήμασταν φτιαγμένοι για όλο αυτό – κανείς μας δεν ήταν. Τώρα πρέπει να βάλουμε το κεφάλι κάτω και να δουλέψουμε για να ξαναφτάσουμε τη ζωή μας πιο ψηλά. Αυτή είναι η τραγικότητα της γενιάς μου: είναι η πρώτη γενιά μετά το 1880 που δεν θα καταφέρει να βελτιώσει το βιοτικό της επίπεδο σε σχέση με την προηγούμενη γενιά. Το στοίχημα είναι πια να μπορέσει να πετύχει την ολική επαναφορά στις επόμενες δεκαετίες. Δεν είναι κακό, αφού θα απομυθοποιήσουμε, ελπίζω, τις ανοησίες που μας γέμισαν για χρόνια το μυαλό, το θεαθήναι, το φαίνεσθαι, το εύκολο χρήμα. Οι στρατιές λογιστών, δικηγόρων, τραπεζιτών, τι ειρωνεία, όλοι αυτοί είναι η δική μου παρέα, είμαι εγώ ο ίδιος, που ανατραφήκαμε για να γίνουμε γραφιάδες πολυτελείας, ακριβοπληρωμένοι κονδυλοφόροι που στέλνουν επιστολές ο ένας προς τον άλλο, ξεκινώντας με το «αναφέρομαι στο πιο πάνω θέμα και σε απάντηση της επιστολής σας με αριθμό φακέλου», για να παράγουμε κέρδος στα χαρτιά και πιστωτικά υπόλοιπα, οι στρατιές, λέω, που βλέπουμε με δέος τον γκρεμό να χάσκει απέναντί μας. Είμαι βέβαιος, έχουμε τη φάτσα ηλιθίου, που ακόμα δεν κατάλαβε τι τον βρήκε, πώς και γιατί κατέληξε φάτσα-κάρτα με την άβυσσο. Μια ολόκληρη γενιά γεννήθηκε και μεγάλωσε στην ευκολία, γαλουχήθηκε στην ήσσονα προσπάθεια, ψήφισε μαζί με την προηγούμενη γενιά τους φελλούς που επιπλέουν στον αφρό της σαπίλας και τώρα αναρωτιέται τι θα γίνει. Η πραγματικότητα τράκαρε με βία στο αμέριμνο όχημά μας και ο καθένας μας είναι μέσα στην παραζάλη αυτού του κοκτέιλ θυμού, λύπης, απόγνωσης και ανημποριάς. Τα ωραία λόγια τελείωσαν, ο μεταπρατισμός και οι άυλες αξίες που διακινήσαμε για χρόνια ξεφούσκωσαν, σαν παρωδία. Φύγαμε μια Παρασκευή μεσημέρι για τριήμερο και ξυπνήσαμε σε έναν εφιάλτη – χωρίς δουλειά, χωρίς λεφτά, χωρίς προοπτική, με μια Κύπρο που συνειδητοποιεί το πραγματικό της μέγεθος μέσα από τον πιο τραγικό τρόπο: τις απειλές των δυνατοτέρων, την καταφρόνηση των πλουσιοτέρων. Κάποιοι το βλέπουν όλο αυτό ως καθαρτήριο, μια δοκιμασία που θα πρέπει να περάσουμε για να ταπεινωθούμε και να ξαναβγούμε αγνοί προς τη ζωή. Η παραφιλολογία της λύτρωσης και του μαρτυρίου όμως δεν με πείθει, ούτε ενθουσιάζομαι με εσχατολογικές ερμηνείες και την προοπτική εξεύρεσης νέου κηδεμόνα. Ένα κομμάτι της κακοδαιμονίας ανήκει αποκλειστικά σε εμάς, για την ολιγωρία, την ατολμία, την εμπέδωση για δεκαετίες μιας νοοτροπίας που έσκαψε τον ίδιο τον λάκκο μας. Ο μικρός μας ιδιόκτητος παράδεισος έχει λεηλατηθεί και σε μια νύκτα μέσα συνηθίσαμε να διαβάζουμε για τις οικονομικές μας ελπίδες στο Bloomberg, το Forbes και τον Economist. Δεν κλαίω τον κόσμο που χάθηκε, λυπάμαι μόνο γιατί τώρα που ήρθε η σειρά μας, η γενιά μου παραλαμβάνει τον λογαριασμό για τα σπασμένα δεκαετιών. Αν είναι να υπάρξει ελπίδα, ας είναι για να φτιάξουμε κάτι διαφορετικό, αληθινό κι ανθρώπινο αυτή τη φορά.

17 Μαρτίου 2013

Χριστιανική Τζαμαχιρία της Κύπρου




Διάβασα με πολύ ενδιαφέρον τις ανακοινώσεις της Ιεράς Συνόδου που, ω του θαύματος, ξαναβρήκε τη φωνή της ύστερα από καιρό σε θέματα τα οποία, κατά τη δική της πάντα εκτίμηση, είναι κάπως πιο κοντά στην αποστολή της, σε σχέση με τις εξόφθαλμα εμπορικοοικονομικές και υλιστικές της δραστηριότητες. Η Δεξιά του Κυρίου επανήλθε, λοιπόν, και αποφάσισε να καθοδηγήσει το ποίμνιό της. Να δώσει πολιτική γραμμή στη νέα κυβέρνηση και στην κοινωνία: ομοφυλοφιλία, ελεύθερη συμβίωση, καύση νεκρών, βιβλία και διδασκαλία θρησκευτικών, χριστιανική και ελληνική παιδεία, ακκισμοί, ναζάκια και μουτράκια με τον νέο υπουργό Παιδείας. Από κοντά και η επαναφορά στην τάξη του κ. Α. Πιτσιλλίδη με δημόσια ανακοίνωση, του οποίου οι απόψεις φέρονται να ενόχλησαν και να σκανδάλισαν το χριστεπώνυμο πλήρωμα και να σπάζουν το μονοπώλιο της εξ αποκαλύψεως αλήθειας από τους ιεράρχες.
Από όλο αυτό το σκηνικό, εμένα με προβληματίζουν πολλά και τα καταθέτω ταπεινά στη δική μας αγορά: πρώτον, η Εκκλησία διεκδικεί ξανά με δυναμικούς και ηγεμονικούς όρους, σε πρόσφορο πια πολιτικό πεδίο, να έχει λόγο, και ενδεχομένως βαρύνοντα ή τελικό, στη ρύθμιση ζητημάτων που ανήκουν στον αποκλειστικό τομέα ευθύνης ενός κράτους (που θέλει να θεωρείται κοσμικό και σύγχρονο). Ποιος κυβερνά, τελικά, αυτόν τον τόπο;
Δεύτερο, επανέρχεται μια σκοταδιστική και μισαλλόδοξη ρητορική εναντίον της ομοφυλοφιλίας που λειτουργεί συμπληρωματικά στις ομόδοξες απόψεις άλλων πολιτικών και κοινωνικών φορέων. Μήπως να περιμένουμε την επέκτασή της και σε άλλου είδους διαφορετικότητες στο εγγύς μέλλον;
Τρίτο, η Εκκλησία αναλαμβάνει de facto χρέη τοποτηρητή στο υπουργείο Παιδείας και ετοιμάζει τη μεγάλη επιστροφή στα σχολεία. Η πολιτική και η θρησκεία ξαναμπλέκονται κι ο θεός μαζί μας, όπως είχε πει επανειλημμένα και ο κ. Λιλλήκας στη διάρκεια της προεκλογικής. Βέβαιη απώλεια θα πρέπει να θεωρείται η εκπαιδευτική μεταρρύθμιση που είχε επιχειρηθεί τα τελευταία χρόνια.
Τέταρτο, ένας συμπολίτης μας εγκαλείται δημόσια για τις θεολογικές τοποθετήσεις του και καλείται «να τα λέει σωστά», καθάρια και προπαντός δογματικά. Υπονοείται στην ανακοίνωση της Ανιεράς Συνόδου, βεβαίως, ότι αν δεν συμμορφωθεί, θα πρέπει να βγάλει τον σκασμό και ότι οι τηλεθεατές/ακροατές θα πρέπει να αποφεύγουν τις απόψεις του. Αν και ο δημόσιος θεολογικός λόγος του κ. Πιτσιλλίδη μου είναι αδιάφορος και ο πολιτικός του ανυπόφορος, η επιλογή να τον βάλουν στο επίκεντρο της επικαιρότητας, με την πρόθεση να τον απαξιώσουν στα μάτια των πιστών, ήταν αισχρή. Έστω, με τα δικά μου ηθικά κριτήρια...
Πέμπτο, το ανησυχητικό είναι ότι όλοι οι προαναφερθέντες έχουν πιστό και πολυπληθές (τηλεοπτικό) κοινό. Σημάδι κι αυτό των καιρών μας. Και τέλος, το πιο ανησυχητικό είναι ότι όλα αυτά φαίνονται περίπου φυσιολογικά στα μάτια της πλειοψηφίας.
Αναρωτιέμαι αν σε πέντε μέρες νέας διακυβέρνησης η Ιερά Σύνοδος προχώρησε σε αυτές τις ενέργειες, τι να αναμένουμε σε πέντε χρόνια; Την έκδοση φετβάδων, υποχρεωτικά κομποσκοίνια για όλους και τη μεγαλειώδη επιστροφή μιας new-wave Ορθοδοξίας; Και πριν καλά-καλά κατακαθίσει ο κουρνιαχτός, ήρθε και μια δήλωση για το ενδεχόμενο επιστροφής στη λίρα με σκοπό να αποφευχθούν οι σκληροί όροι της τρόικας. Επιστροφή στον Μεσαίωνα για τα κοινωνικά ζητήματα, επιστροφή στη λίρα για να συμπαρασύρουμε και τους υπόλοιπους μαζί μας. Η Εκκλησία αποδρά από την πραγματικότητα για άλλη μία φορά...


10 Μαρτίου 2013

Εικονικές πραγματικότητες



Ζήσαμε τα πενήντα και πλέον χρόνια της Κυπριακής Δημοκρατίας μέσα από μια αλληλοδιαδοχή εικονικών πραγματικοτήτων και συλλογικών φαντασιώσεων. Κάθε φορά που οι τελευταίες ανατρέπονταν βίαια και συντριπτικά, νέες εικονικές πραγματικότητες αναδύονταν για να στηθούν πάνω τους καινούργιες φαντασιώσεις. Ας συλλογιστούμε το πέρασμα από την ένωση στην ανεξαρτησία, από την ανεξαρτησία στη μονοπώληση της Κυπριακής Δημοκρατίας από την ελληνοκυπριακή κοινότητα, από την ασφυκτική πίεση στους Τουρκοκύπριους μέχρι το 1974 στην αποδοχή της διζωνικής ομοσπονδίας, από τις ατέρμονες συνομιλίες που κοίμισαν για δεκαετίες το πρόβλημα μόνο και μόνο για να ξυπνήσουμε απότομα το 2004, από τις ελπίδες για δίκαιη λύση στο φλερτ με την ιδέα μιας χαλαρής ομοσπονδίας.
Κοινό γνώρισμα των χρονικών περιόδων που αντικατοπτρίζονται στην πιο πάνω περιγραφή είναι η συθέμελη κατάρρευση του κυρίαρχου πολιτικού στόχου και της ρητορικής που τον συνόδευε. Κι επίσης, η οικοδόμηση μιας νέας ιδέας προς επίτευξη την οποία όλοι όφειλαν να υπηρετούν κατά τρόπο αποκλειστικό και με θρησκευτική αφοσίωση. Με αυτόν τον τρόπο εμπεδώθηκε και ο ξύλινος λόγος στον οποίο θεμελιώνεται η δημόσια συζήτηση για το Κυπριακό. Θυμηθείτε τη «δίκαιη, βιώσιμη και λειτουργική λύση», τη «δίκαιη λύση», τα «απαράγραπτα δικαιώματα», την «επιστροφή όλων των προσφύγων στις πατρογονικές τους εστίες». Ο κατάλογος μπορεί να γίνει ακόμα πιο μακρύς.
Ένα τρίτο κοινό χαρακτηριστικό των περιόδων αυτών είναι η απόλυτη έλλειψη αυτογνωσίας και αυτοεξέτασης, με τη συνέχιση στην ίδια πορεία χωρίς προβληματισμό για το τι πήγε στραβά στο παρελθόν και ταυτόχρονα αποφεύγοντας μια βασική παραδοχή: ότι η πραγματικότητα συνέτριψε τις ιδεοληψίες, τους στόχους, τις επιθυμίες, τις βασικές παραδοχές μας. Η Κύπρος είναι ίσως το μεγαλύτερο πραγματικό παράδειγμα μιας πολιτικής κοινότητας που βιώνει σταθερά το φαινόμενο της «γνωστικής δυσαρμονίας» (cognitive dissonance): όταν η πραγματικότητα ματαιώνει τις αρχικές σου επιθυμίες, τότε αλλάζεις τις επιθυμίες σου για να προσαρμοστείς στη νέα πραγματικότητα. Μέχρι την επόμενη διάψευση από την ίδια την πραγματικότητα.
Μέσα από το πλέγμα αυτής της προσέγγισης θα μπορούσαν να ερμηνευθούν και άλλα προβλήματα, κακοδαιμονίες και κραυγαλέες αντιφάσεις της ίδιας της κοινωνίας μας, με πιο τρανταχτό παράδειγμα την τραγική εξέλιξη της υπόθεσης στο Μαρί. Την επομένη του συμβάντος άρχισαν να εξαπλώνονται με ραγδαίους ρυθμούς δύο κύρια και αλληλοαντικρουόμενα ρεύματα ερμηνείας. Το ένα που υποστήριζε ότι το συμβάν οφειλόταν στην ομηρία της κυβέρνησης στις ιδεοληψίες και τις αγκυλώσεις της που την καθιστούσαν ανίκανη να διαχειριστεί το θέμα. Το άλλο ότι η τελική κατάληξη του προβλήματος οφειλόταν στις δυσλειτουργίες και τα ενδημικά προβλήματα της κρατικής μηχανής και του βαθέος κυπριακού κράτους.
Η προσέγγιση ήταν δηλαδή η εξής: η αντίληψη για την πολιτική αφετηρία και ρίζα (αριστερή κυβέρνηση, δεξιός κρατικός μηχανισμός) εξηγούσε το αποτέλεσμα (χειρισμός, παραλείψεις και τελικώς έκρηξη). Με άλλα λόγια οι προσωπικές πεποιθήσεις του καθενός χρησιμοποιούνταν για την ανάλυση των αιτιών και του αποτελέσματος, δηλαδή της συντριπτικής πραγματικότητας του θανάτου συμπολιτών μας και του οικονομικού πλήγματος που βίωσε η χώρα. Οι απόπειρες που έγιναν για να βρεθούν και να διορθωθούν τα λάθη ήταν βραχύβιες και χωρίς ουσιαστική θέση στον δημόσιο διάλογο. Υποθέτω στο επόμενο Μαρί κανείς δεν θα αναρωτηθεί τι πραγματικά πήγε στραβά…

3 Μαρτίου 2013

Ο μεγάλος χαμένος των εκλογών

-->


Είχα ξεπεράσει το, ευτυχώς σύντομο σε διάρκεια, σοκ των αποτελεσμάτων της πρώτης Κυριακής: για περίπου 15 λεπτά το ντέρμπι για το ποιος θα περάσει στον δεύτερο γύρο ήταν ανοικτό και η προοπτική να μην βρίσκεται σε αυτόν ο Στ. Μαλάς μου έφερνε ναυτία. Όταν η διαφορά μεγάλωσε και έγινε μη αναστρέψιμη, ξεφύσηξα ανακουφισμένος και άρχισα να αναρωτιέμαι για τους νικητές και τους χαμένους των εκλογών.

Στα εύκολα και αυτονόητα, ήμουν σβέλτος: χαμένος ήταν ο Ν. Αναστασιάδης γιατί δεν κατόρθωσε να προβάλει το, ιστορικό για πρώτο γύρο, 45% ως κατόρθωμα και αφέθηκε να υπερασπίζεται τις εντυπώσεις που καλλιεργήθηκαν από τα αποτελέσματα των εξαπατημένων exit-pollάδων. Η προσμονή των εκλογών για την επάνοδο στην εξουσία φαίνεται να δημιούργησε αφόρητη ανυπομονησία. Χαμένος ήταν κι ο Στ. Μαλάς, αφού τράβηξε κουπί σε μια υπόθεση που για ένα μεγάλο κομμάτι της κοινωνίας ήταν χαμένη από χέρι και συνεπαγόταν την ανάληψη ενός μεγάλου προσωπικού και πολιτικού κόστους, δυσανάλογου για την ευθύνη του και άδικου ως προς τη φύση του. Από κοντά, χαμένος κι ο Γ. Λιλλήκας, αφού βρέθηκε εκτός δεύτερου γύρου και δεν είχε πια τη δυνατότητα να τεστάρει το επιχείρημα ότι ήταν ο μόνος που μπορούσε να κοντράρει στα ίσα τον Ν. Αναστασιάδη.

Ταυτόχρονα, υπήρχε και μια δόση νίκης για όλους – όλοι είχαν ένα θετικό μέρος για να αναδείξουν. Ο Αναστασιάδης μπορούσε να παρουσιάζεται ως βέβαιος σχεδόν νικητής, έτοιμος από καιρό για την Προεδρία. Με ένα +5%, το κλειδί του Προεδρικού θα ήταν στο τσεπάκι του. Ο Μαλάς κατάφερε να γίνει o party pooper στην αλαζονική γιορτή της κεντροδεξιάς και να κάνει κρυφά όνειρα ότι η εκλογική ιστορία μπορεί να παιχτεί και ως φάρσα, με τον Αναστασιάδη στον ρόλο του Βασιλείου, και τον εαυτό του στον ρόλο του Κληρίδη. Κι ο Λιλλήκας μπορεί πια να αποπειραθεί τη δημιουργία ενός νέου πολιτικού σχηματισμού, με λίγο ΔΗΚΟ, λίγη ΕΔΕΚ και τη Βαρβάρα του.

Οι μέρες που μεσολάβησαν από την πρώτη Κυριακή έσβησαν από το προσκήνιο τις πτυχές της ήττας για τον κάθε ένα υποψήφιο και ανέδειξαν ή επιβεβαίωσαν τις μικρές τους νίκες. Η εκλογή του Αναστασιάδη στην Προεδρία της Δημοκρατίας φέρνει μαζί της την αφόρητη έπαρση του κομματικού συρφετού που συνοδεύει αναπόφευκτα τέτοιες αλλαγές, ο Μαλάς έχει εγγράψει υποθήκες για το πολιτικό του μέλλον στο ΑΚΕΛ, το ΑΚΕΛ μπορεί να συνεχίσει τον business as usual πολιτικό προγραμματισμό του και ο Λιλλήκας θα είναι για αρκετά ακόμα χρόνια μαζί μας σε ρόλο ρυθμιστή.

Μ’ αυτά και μ’ αυτά, ο μεγάλος χαμένος των εκλογών ήμασταν μάλλον εμείς που βρεθήκαμε να αναλογιζόμαστε αν πρέπει να ψηφίσουμε στρατηγικά και όχι με πρόθεση θετικής επιλογής, που κουβαλήσαμε μέχρι την τελευταία στιγμή τις αμφιβολίες για το αν τα βαρίδια του καθενός θα ήταν αρκετά για να βουλιάξουν τη χώρα ή αν θα έπρεπε να εστιάσουμε στη φωτεινή πλευρά των υποψηφίων κι αν τελικά αξίζει να ενδίδεις στους όρους του παιχνιδιού που θέτουν τα διλήμματα εκλογών με αυτά τα χαρακτηριστικά.
Οι εκλογές τελείωσαν. Τις ώρες που σύρονται αυτές οι γραμμές, ο εγκέφαλός μου έχει γίνει σουρωτήρι από τις δημοσιογραφικές πληροφορίες για τις υπουργοποιήσεις και τους πολιτικούς που θα ωφεληθούν από την καραμπόλα στη Βουλή. Όσο τα βλέπω και τα ξαναμετρώ, θυμώνω, απογοητεύομαι, μπουκώνω, παραιτούμαι. Απ’ την άλλη όμως, σκέφτομαι ότι δεν θα έπρεπε να εκπλήττομαι ή να τρομάζω βλέποντας τις εξελίξεις των ημερών. Πόσο χειρότερα μπορούν να πάνε τα πράγματα; Τώρα που το ξανασκέφτομαι: δεν φοβάμαι τίποτα, δεν ελπίζω τίποτα. Γεννήθηκα επί Σπύρου Κυπριανού. 






Kudos N.S.