27 Δεκεμβρίου 2015

Ένα χέρι για το δεκάξι




Επ! Ποιος έκλεψε τον χρόνο μου; Θαρρώ πριν λίγο διάβαζα τι μου επιφύλασσαν τα άστρα για το 2015. Και είμαστε κιόλας στο τέλος του. Ανοιγοκλείνεις τα μάτια και μια αστραπή μπροστά σου, η υπερταχεία της ζωής σε αφήνει να αιωρείσαι ανάμεσα στον θόρυβο και στον αέρα. Όσο ανηφορίζεις στη ζωή, όσο κατεβαίνεις στα χρόνια, τα γεγονότα σωρεύονται, πάνω σε σκέψεις, δίπλα σε χαρές και ματαιώσεις, σε σχέδια, αναπάντητες κλήσεις, μισοτελειωμένες κουβέντες, κάτι χαζές πίκρες που άφησες να σε πληγώσουν, δυο-τρεις στιγμές που αλάφρυνε η συνείδηση, ένα καλοκαίρι που λάμπει εντός σου.

Πάει κι αυτή η χρονιά, που είχε μέσα λίγο απ’ τα παλιά, λίγο απ’ το νέο. Έφερε έναν δύσκολο αποχαιρετισμό στον πιο ηλικιωμένο πρόγονό μου. Με την ανάμνησή της έμειναν κι οι ιστορίες απ’ τη Μικρασία, τα κανακέματα και η αστείρευτη ετοιμότητα για χορό. Δεν φεύγουν οι άνθρωποι με τον θάνατό τους. Χάνονται μόνο αν ο κυματισμός τους στη ζωή πάψει να ακουμπάει τους επόμενους. Στη στερνή φορά που την επιστρέψαμε στη μακεδονίτικη γη π’ αγάπησε, κατάλαβα πόσους θησαυρούς μου είχε αφήσει: τις παιδικές μου αναμνήσεις, τη μυρωδιά απ’ τα πλατάνια και την πιο ακριβή σοφία που μου ’χουν ψιθυρίσει: «Ούτε στον παράδεισο μόνος, παιδάκι μου». Κι έπειτα από το κατευόδιο για τον καλό παράδεισο, ήρθαν δυο καλοκαιρινά ταξίδια. Το μεγαλείο και η ομορφιά του κόσμου ξεδιπλώθηκαν ξανά μπροστά μου.

Παλιά με λύγιζε η ιδέα ότι δεν θα προλάβω να δω όλα τα μέρη που θα ήθελα, να διαβάσω όλα τα βιβλία που έχω στις λίστες μου και να πάω σε όλες τις γιορτές των νησιών. Τώρα πια, καθετί που προλαβαίνω να κάνω και το σβήνω από τα to-do είναι κέρδος. Κι έπειτα, συνειδητοποίησα ότι δεν είναι το πόσο, το πώς, το πότε, αλλά το με ποιον, που έχει σημασία πιο πολύ. Κι έτσι, απ’ τον Σεπτέμβριο, πάτησα γκάζι και καρφώθηκα με όλη την ταχύτητα πάνω στο γραφτό μου, ποιος εγώ, που δεν πιστεύω στους ντετερμινισμούς και τις μοίρες, και κράτησα ένα χέρι, έφαγα λίγο σταφύλι και συμπλήρωσα τις αφηγήσεις της με τα δικά μου λόγια. Και μ’ αυτόν τον τρόπο, ο χρόνος έφτασε στην πιο μεγάλη διαστολή του και τα χρώματα ήταν πιο έντονα, ο αέρας πιο γεμάτος και είδα πίσω την απόσταση που με έφερε ώς εδώ – ευγνωμοσύνη.

Τώρα κλείνει η χρονιά, ξεγελάσαμε στο τσακ τον Θεριστή, και βάλαμε μπροστά για το δεκάξι, που αν είσαι παιδί των seventies σου φαίνεται σχεδόν απίστευτο ότι έφτασες ώς εδώ. Μα αυτή είναι η κουβέντα που λέγαμε στην αρχή και τώρα αυτό που έχει σημασία είναι να κάνω τη σούμα και να κρατήσω λίγο πιο σφικτά εκείνο το χέρι.

20 Δεκεμβρίου 2015

Ποιος (θα) είναι Κύπριος πολίτης;




Το ζήτημα της ιδιότητας του Κύπριου πολίτη είναι ένα από τα σημαντικότερα συνταγματικής εμβέλειας ζητήματα που ελάχιστες φορές ελκύει την προσοχή μας. Συνδέεται άμεσα με τη βασικότερη αρχή που διαπνέει το Σύνταγμά μας, δηλαδή αυτή της δικοινοτικότητας. Το Σύνταγμά μας υιοθετεί τρία κριτήρια με αμφίβολη σαφήνεια ως προς το περιεχόμενό τους. Μέλος της ελληνικής ή της τουρκικής κοινότητας λογίζεται όποιος έχει αντίστοιχη εθνοτική καταγωγή και μιλά την αντίστοιχη γλώσσα, ή μετέχει των αντίστοιχων πολιτιστικών παραδόσεων ή αν είναι ορθόδοξος ή μωαμεθανός. Η αναφορά στις πολιτιστικές παραδόσεις είναι μεν ενδιαφέρουσα και συνδέεται με την ιδιοπροσωπία των δύο κοινοτήτων, αλλά είναι μάλλον αβέβαιο αν θα ήταν εφικτός ο εξαντλητικός προσδιορισμός τού ποιες είναι αυτές οι παραδόσεις και σε τι συνίστανται.
Το κυριότερο πρόβλημα, ωστόσο, είναι ότι η ιδιότητα του Κύπριου πολίτη αποκτάται μέσω της συμμετοχής σε μία από τις δύο κοινότητες. Χωρίς την ιδιότητα του μέλους μίας εκ των δύο κοινοτήτων, ουδείς μπορεί να θεωρηθεί πολίτης της Κυπριακής Δημοκρατίας. Το ζήτημα αυτό έχει επισημανθεί επανειλημμένως από διεθνή σώματα ως ασύμβατη νομικά ρύθμιση με την παρούσα εξέλιξη του διεθνούς δικαίου. Οι πολιτικές συνέπειες αυτής της ρύθμισης δεν είναι λιγότερο σημαντικές: αφενός διαιρούν πολιτικά και κοινωνικά τον εν ευρεία εννοία πολιτικό δήμο της Κύπρου και εξωθούν τις κοινότητες σε έναν διαρκή και ατελέσφορο πολιτικό ανταγωνισμό σε όλα τα επίπεδα των εξουσιών και των θεσμών. Και αφετέρου, καθιστούν αόρατες τις ιστορικές μειονότητες του νησιού μας. Οι Μαρωνίτες, οι Αρμένιοι και οι Λατίνοι αντιμετωπίστηκαν, και εν πολλοίς συνεχίζουν να αντιμετωπίζονται, ως αμελητέες ποσότητες και προσαρτήματα της ελληνικής κοινότητας.
Και μια ματιά στο μέλλον. Εξετάζοντας το ιστορικό κεκτημένο των διαπραγματεύσεων διαπιστώνεται η προβολή της πιο πάνω ρύθμισης και στη μελλοντική ομοσπονδιακή συνταγματική διάρθρωση. Είναι ρεαλιστικό να προσδοκάται ότι ο δικοινοτισμός θα αφαιρεθεί από τα βασικά στοιχεία λύσης; Προφανώς όχι, αλλά αυτός δεν είναι λόγος για να μην επιτρέπουμε στους εαυτούς μας τον αναστοχασμό επί του θέματος. Ελπίζω, λοιπόν, ότι ο μελλοντικός ορισμός των δύο κοινοτήτων θα έχει πιο σαφή και λιγότερο διαχωριστικά κριτήρια. Η κατάταξη με τη χρήση του κριτηρίου της μητρικής γλώσσας θα ήταν επαρκής και κατάλληλη για σκοπούς θεσμικής συγκρότησης, θα βασιζόταν σε αντίστοιχα ευρωπαϊκά μοντέλα και θα ενίσχυε την πολιτιστική ταυτότητα των δύο κοινοτήτων.
Το σημαντικότερο πλήγμα, ωστόσο, στη διαιρετική πτυχή του δικοινοτισμού θα ήταν η υιοθέτηση της διασταυρούμενης ψήφου και η συγκρότηση κοινών πολιτικών και κοινωνικών φορέων: κόμματα, συνδικαλιστικές οργανώσεις, σωματεία και μη κυβερνητικές οργανώσεις που θα δημιουργηθούν από κοινού και θα προωθούν κοινά συμφέροντα, έχουν τη δυνατότητα να αφοπλίσουν ενδεχόμενες μελλοντικές προστριβές και να δημιουργήσουν έναν νέο, στέρεο και υγιή συνταγματικό πατριωτισμό, που θα αφορά τους πολίτες ως Κύπριους και όχι ως μέλη της μίας ή της άλλης κοινότητας. Επίσης, μία ρύθμιση που θα επέτρεπε την ουσιαστική εκπροσώπηση των μειονοτήτων θα έκανε ευτυχέστερους όσους έχουν ακονίσει την πολιτική τους σκέψη στα ανθρώπινα δικαιώματα και θα επέτρεπε την ανάδειξη του πλουραλιστικού δυναμικού της κοινωνίας μας.


13 Δεκεμβρίου 2015

Μετεξέλιξη και η κανονιστική δύναμη του πραγματικού




Στο βαθύ καλάθι απ΄όπου ανασύρονται οι λόγοι απόρριψης της ομοσπονδιακής λύσης βρίσκεται και το περιώνυμο ζήτημα της μετεξέλιξης της Κυπριακής Δημοκρατίας. Το επιχείρημα αναφέρει ότι η συμφωνία λύσης θα πρέπει να προβλέπει ρητά ότι το κράτος της Κυπριακής Δημοκρατίας θα συνεχίσει την ύπαρξη και λειτουργία του. Και συνεχίζει ότι η απουσία ρύθμισης του θα δώσει την ευκαιρία στη μελλοντική τουρκοκυπριακή πολιτεία να αποσχιστεί και να διεκδικήσει αυτόνομη κρατική υπόσταση.

Το ζήτημα της μετεξέλιξης είναι, επίσης, ένα από τα αγαπημένα mind games της τουρκοκυπριακής πλευράς. Είναι άλλωστε γνωστή η πάγια θέση περί της “defunct”, βλέπε εκλιπούσας, Κυπριακής Δημοκρατίας. Είναι σημαντικό να παρατηρήσουμε τον κύκλο αλληλοτροφοδότησης μεταξύ της τουρκικής θέσης και της λεγόμενης απορριπτικής σχολής. Με αυτό εννοώ ότι οι τουρκικές θέσεις αποτελούν τη βάση της επιχειρηματολογίας για την απόρριψη της ομοσπονδίας. Από πλευράς διαπραγματευτικής τακτικής αυτό είναι αυτοκτονικό: αντί η προσπάθεια να επικεντρώνεται στη διαμόρφωση θέσεων που θα εξουδετερώνουν το επιχείρημα του συνομιλητή και θα πείθουν τους εμπλεκόμενους τρίτους, η απορριπτική σχολή νομιμοποιεί στην κοινωνία μας και στο διεθνές επίπεδο την όποια θέση εκφράζεται από την άλλη πλευρά. Κατά την άποψη μου αυτό συμβαίνει για δύο λόγους: ο πρώτος είναι η εκπληκτική αδυναμία κατανόησης του περιβάλλοντος των διαπραγματεύσεων. Και ο δεύτερος είναι η πολιτική θέση που πρεσβεύουν οι θιασώτες της απόρριψης, που δεν είναι άλλη από την επιθυμία διατήρησης μιας αμιγώς ελληνοκυπριακής κρατικής υπόστασης, στο νότιο μέρος του νησιού.

Το ζήτημα της μετέξελιξης, ωστόσο, πιστεύω ότι επιδέχεται σαφών, θετικών και συγκεκριμένων απαντήσεων. Η μετεξέλιξη δεν θα είναι τίποτα άλλο παρά μια εσωτερικού χαρακτήρα αλλαγή της Κυπριακής Δημοκρατίας, με τη συνταγματική της αναδιάρθωση. Η Συνθήκη Εγκαθίδρυσης του 1960 θα συνεχίσει να υφίσταται , όπως ισχύει σήμερα. Ας μην ξεχνάμε ότι στο πρώτο κιόλας Άρθρο της, η Συνθήκη αυτή προβλέπει τη διατήρηση της κυριαρχίας του Ηνωμένου Βασιλείου επί των περιοχών που σήμερα αποτελούν τις βρετανικές βάσεις. Μία ενδεχόμενη κατάργηση της Συνθήκης Εγκαθίδρυσης (που δεν είναι καν ζήτημα προς συζήτηση σήμερα) ή η τροποποίηση της από τη μελλοντική συμφωνία επίλυσης του Κυπριακού, ένα πράγμα επιβεβαιώνουν: ότι η Κυπριακή Δημοκρατία του 1960 συνεχίζει να είναι το μόνο νόμιμο κράτος. Άλλωστε στη βάση αυτής της αντίληψης η Κυπριακή Δημοκρατία εντάχθηκε στην Ευρωπαϊκή Ένωση με όλη την επικράτεια της. Η Τουρκία και η τουρκοκυπριακή ηγεσία της εποχής είχε προβάλει τότε τα ίδια επιχειρήματα που προβάλει και σήμερα στις διαπραγματεύσεις. Το αποτέλεσμα είναι σε όλους γνωστό.

Η μετεξέλιξη της Κυπριακής Δημοκρατίας επιβεβαιώνεται και από άλλα επιχειρήματα: τη συνέχιση ισχύος των διεθνών συμφωνιών της, την απουσία ανάγκης υποβολής νέας αίτησης ένταξης σε διεθνείς οργανισμούς, το Πρωτόκολλο αρ. 10 στην πράξη προσχώρησης μας στην ΕΕ και το προηγούμενο παράδειγμα του Βελγίου, το οποίο προχωρήσε σε μια αντίστοιχη συνταγματικής εμβέλειας αναθεώρηση του 1993, όντας κράτος-μέλος της ΕΕ, χωρίς να θεωρηθεί ότι αυτό συνιστούσε ίδρυση νέου κράτους. 

Συμπερασματικά, το ζήτημα της μετεξέλιξης είναι ήδη επιλυμένο προτού καν τεθεί ως ζήτημα στις ίδιες τις διαπραγματεύσεις ή την εσωτερική πολιτική ατζέντα. Και κάτι τελευταίο: όσοι επιμένουν να ισχυρίζονται ότι μία μελλοντικη λύση θα οδηγήσει στη δημιουργία των συνθηκών για την ίδρυση ενός ή περισσοτέρων νέων κρατών στο νησί, ξεχνούν ότι η συνέχιση της σημερινής πραγματικότητας θα μεταμορφωθεί αργά ή γρήγορα σε νομιμότητα. Εν ολίγοις, μπορούν να επιλέξουν να αγνοούν την κανονιστική δυναμη του πραγματικού. Το πραγματικό όμως δεν θα τους αγνοήσει επ’ ουδενί.