7 Φεβρουαρίου 2016

Αλκυονίδες (περίπου)



Απομεσήμερο καθημερινής και έχω βγει από μια χαμηλοτάβανη και πνιγηρή αίθουσα. Νιώθω πως κάποιος μου είχε στερήσει το οξυγόνο για ώρα. Έξω ένας λαμπρός ήλιος, ένα ψιθυριστό υπονοούμενο του καιρού ότι διανύουμε τις αλκυονίδες (περίπου). Ίσως λίγο παράκαιρα, μα έστω κι έτσι, διατηρώ το δικαίωμα στην αισιοδοξία, που θα μπορούσες να το πεις και προσωπική ιδιοτροπία ή αφέλεια, αναλόγως της γωνιάς που θα με κοιτάξεις.

Πιάνουμε τη συζήτηση και σε πέντε λεπτά έχουμε αγγίξει τα δύσκολα και αυτά για τα οποία δεν μιλάμε πολύ – τουλάχιστον εγώ δεν έχω συχνά την ευκαιρία του αναστοχασμού πάνω τους. Ξεκινάμε από την καθημερινότητα της  εργασίας και γρήγορα σκαρφαλώνουμε στις κακοδαιμονίες της δημόσιας υπηρεσίας. Παλιοί και φαύλοι κύκλοι, θα μου πείτε, αλλά εδώ έγκειται το ζήτημα, στο ποσο βαθιά πηγαίνει αυτή η κακιά ρίζα και τα παρακλάδια της. Όλα αυτά είναι χρωματισμένα με μια ματαίωση, με γνώριμη γεύση, μα με άγνωστο ακόμα σε μένα όνομα. Κάθε βοήθεια δεκτή.

Πέραν τούτου, προσθέτουμε και το ζήτημα των θεσμών. Κακή λειτουργία, πλημελλής σύνθεση, δυσμενείς συνθήκες, απουσία πίστης. Ίσως αυτό το τελευταίο να είναι και το πιο σημαντικό. Η επικρατούσα, ή έστω η πλέον φωνασκούσα, στάση στην πατρίδα μας είναι αυτή που βιώνουμε σε έξαρση τα τελευταία χρόνια: όλοι θέλουν να εφαρμοστούν οι κανόνες και να επιβληθούν οι προβλεπόμενες ποινές επί όλων. Πλην, βέβαια, των ομιλούντων. Τα έχει συνταιριάξει αυτά με άλλα λόγια ο Σεφέρης: «αν έρθει ο θέρος/προτιμούν να σφυρίξουν τα δρεπάνια στ’ άλλο χωράφι/ σαν έρθει ο θέρος/ άλλοι φωνάζουνε για να ξορκίσουν το δαιμονικό/ άλλοι μπερδεύονται μες στ’ αγαθά τους, άλλοι ρητορεύουν”.

Το ίδιο κι εδώ, το ίδιο πάντα: λόγια πολλά, λόγου χάριν, λόγια μπερδεμένα, ρητορικά σχήματα, διαρροές, αντεγκλήσεις κι επικρίσεις. Ό,τι αγαπήσαμε, ο Λόγος δηλαδή, κακοποιείται βάναυσα και μεταλλάσσεται σε κάτι αποτρόπαιο. Καθώς μιλάμε κι ο ήλιος επιμένει να έρχεται απέναντι μου συνειδητοποιώ ότι, πολιτικά ομιλούντες,  δεν εμπιστεύομαι κανέναν και τίποτα. Είναι μια δύσκολη στιγμή, αφού η μοναξια δεν βιώνεται παρά με ένα και μόνο τρόπο. Μα είναι και μια απελευθερωτική στιγμή, καθώς παλιές ελπίδες κι αυταπάτες ρίχνονται στη θάλασσα και έχεις την ευκαιρία να προσπαθήσεις ξανά. Αλήθεια, πόσοι μπορούν να κοιτάξουν πίσω και να βρουν μια τέτοια στιγμή;

Νομίζω σε αυτή τη διασταύρωση είναι που συχνά-πυκνά βρίσκονται πολλοί συμπολίτες μας και διαλέγουν να διαβούν το δρόμο της απόσυρσης, της απολιτίκ ιδιωτείας και των στόχων επί προσωπικού. Άμεση συνέπεια: η αίσθηση ότι ο καθένας παλεύει με τον κάθε έναν που συναντά. Είμαστε όλοι εν δυνάμει αντίπαλοι, μια κοινωνία που δεν μας συνέχει μια θεμελιώδης συμφωνία, δεν μας συνεγείρει ένα κοινό όραμα, δεν μας κρατά μαζί ένας βασικός σύνδεσμος. Οι στιγμές που αυτό φαίνεται να συμβαίνει είναι στιγμές ιστορικής ακρότητας και πολιτικής μετάβασης. Αλλά μοιραία αυτές έχουν μικρή διάρκεια και πάσχουν εξ αρχής από τον κυπριωτικό εξαιρετισμό μας.

Πλησιάζω τον κάβο των 40 κι αναλογίζομαι ότι το ασήμαντο έργο της ύπαρξης μου παίζεται με φόντο αυτό το σκηνικό. Μόνο που φέτος ελπίζω αυτό να αλλάξει κι ετούτη να είναι, επιτέλους, η χρονιά μας. Όχι επί προσωπικού, αλλά για κάτι πιο βαθύ. Άλλωστε, για το δικαίωμα στην αισιοδοξία δεν έλεγα στην αρχή;



Δεν υπάρχουν σχόλια: