3 Απριλίου 2016

Χυδαιότητα και νεοφιλελευθερισμός




Οι πρόσφατες απεργίες και οι δημόσιες αντιδράσεις που ακολούθησαν επιβεβαίωσαν για ακόμα μία φορά ότι αυτό που ονομάζουμε «δημόσιος διάλογος» ούτε δημόσιος είναι, και κυρίως, ούτε διάλογος. Η χρονική συγκυρία ήρθε γάντι στους κήρυκες του νεοφιλελευθερισμού και του «ορθολογισμού», αφού κατάφεραν να στρέψουν ένα σημαντικό μέρος της κοινωνίας εναντίον ορισμένων επαγγελματικών ομάδων. Δεν είναι η πρώτη φορά – θυμηθείτε στους πρώτους μήνες της εφαρμογής του μνημονίου την αντίστοιχη πρόκληση εσωτερικής αντιπαλότητας στο ίδιο το σώμα της κοινωνίας, που έφθασε στα όρια της καλλιέργειας εχθρότητας απέναντι στους δημόσιους υπαλλήλους. Η επίκληση του ορθολογισμού και της σύνεσης στη μεταμνημονιακή εποχή είναι τα επιχειρήματα που κυκλοφόρησαν ευρέως για να οδηγήσουν τον συλλογισμό στο αμέσως επόμενο βήμα: αυτό της ρύθμισης και απαγόρευσης της απεργίας σε ουσιώδεις υπηρεσίες.

Είναι αλήθεια ότι τα κοινωνικά και οικονομικά δικαιώματα των εργαζομένων στην Κύπρο (και στην Ευρώπη) υφίστανται μια δραστική μείωση και περιορισμό τα τελευταία χρόνια. Οι συνδικαλιστικές οργανώσεις και περιφερειακές απόπειρες αντίδρασης είναι περιορισμένες σε αριθμό και εμβέλεια, με αποτέλεσμα τη συνεχή εκχώρηση παλαιότερων κατακτήσεων. Στο όνομα της ανάπτυξης, της εξόδου από την κρίση, της ευημερίας των αριθμών επιβάλλονται βάναυσες, α λα κούρεμα, λύσεις και μέτρα με εξαιρετικά υψηλό κοινωνικό κόστος – μια ματιά στον ευρωπαϊκό Νότο αρκεί. Η πολιτική του εκσυγχρονισμού και των μεταρρυθμίσεων είναι, βεβαίως, προσχηματική, αφού στο όνομά της εφαρμόζονται σκληρά οικονομικά μέτρα.

Απέναντι σε αυτή την κατάσταση νιώθει κανείς απελπιστικά μόνος και ανήμπορος, αφού η συλλογική δράση φαίνεται δύσκολο να οργανωθεί και αδύνατο να φέρει αποτελέσματα. Μένει όμως ένα πεδίο το οποίο παραμένει ελεύθερο – κι αυτό είναι οι πεποιθήσεις και ο έσω κόσμος μας. Με άλλα λόγια, οι νομοθέτες και οι κυβερνώντες μπορούν να συνεχίσουν να κάνουν τη δουλειά τους και εν τέλει να τα πάρουν όλα. Τη συνείδησή μας, όμως, όχι. Αυτή θα πρέπει να την εκχωρήσει αυτόβουλα κάποιος, να παραδοθεί, δηλαδή, στη θέση ότι η διαρκής κατάσταση έκτακτης ανάγκης θα δικαιολογεί τη διαδοχική λήψη εξαιρετικών μέτρων που δεν θα επιτρέπουν τις αυθαιρεσίες και τις ετσιθελικές συμπεριφορές επαγγελματικών ομάδων σε βάρος του κοινωνικού συνόλου.

Με αυτού του είδους τον εκσυγχρονιστικό και χυδαίο πατερναλισμό επιστρέφει η συζήτηση στην απαγόρευση της απεργίας σε ουσιώδεις υπηρεσίες. Μπορεί να είναι επουσιώδες απέναντι στο τσουνάμι που έρχεται, αλλά αξίζει να αναφερθεί ότι το έρμο Σύνταγμά μας έχει κάτι να πει επί τούτου στο άρθρο 27: «Το δικαίωμα του απεργείν αναγνωρίζεται και η άσκησις τούτου δύναται να ρυθμισθή υπό του νόμου προς τον σκοπόν μόνον της προστασίας της ασφαλείας της Δημοκρατίας ή της συνταγματικής τάξεως ή της δημοσίας τάξεως ή της δημοσίας ασφαλείας ή της διατηρήσεως των εφοδίων και υπηρεσιών των απαραιτήτων διά την ζωήν του λαού ή της προστασίας των υπό του Συντάγματος ηγγυημένων εις οιονδήποτε πρόσωπον δικαιωμάτων και ελευθεριών». Συνεπώς, το δικαίωμα στην απεργία δεν δύναται να απαγορευθεί, αλλά μόνο να ρυθμιστεί. Και μάλιστα μόνο με συσταλτικά ερμηνευόμενους περιορισμούς, κι όχι προς επιδίωξη συγκεκριμένης οικονομικής πολιτικής. Ψιλά γράμματα, θα μου πείτε, για όσους έχουν πειστεί από την αντανάκλασή τους στον καθρέφτη...
Η διάχυση της οικονομικής πειθαρχίας παράγει διαδοχικές συνέπειες, αφού στην απαγόρευση των απεργιών θα πρέπει να προσμετρήσουμε το ποσοστό της ανεργίας, την απόσυρση μιας ολόκληρης γενιάς στα προγράμματα της ΑνΑΔ, το ψαλίδισμα των παροχών στον τομέα της υγείας, την υπονόμευση της δημόσιας υπηρεσίας, την ιδιωτικοποίηση προσοδοφόρων δημοσίων οργανισμών, την εξύμνηση της αποδοτικότητας του ιδιωτικού τομέα μέσω της εξαθλίωσης των άνευ ωραρίων εργαζομένων σε αυτόν και της αχρήστευσης της εργατικής νομοθεσίας. Όλα αυτά δεν είναι τυχαία, ούτε οφείλονται στο κακό το ριζικό μας. Αντίθετα, είναι αποτέλεσμα συνειδητών πολιτικών επιλογών.

Δεν βρίσκω καλύτερη κατακλείδα σε ένα τέτοιο κείμενο από ένα ποίημα του Μπρεχτ:

«Αυτοί που αρπάνε το φαΐ απ’ το τραπέζι
Κηρύχνουν τη λιτότητα
Αυτοί που παίρνουν όλα τα δοσίματα
Ζητάνε θυσίες
Οι χορτάτοι μιλάνε στους πεινασμένους
Για τις μεγάλες εποχές που θα ’ρθουν»




2 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

και τίποτα, και τίποτα, οι μέρες των
αφεντικών, άνθρωποι δειλοί
με βρόμικη αναπνοή και χοντροκομμένα πόδια, άνθρωποι
που μοιάζουν με βατράχια, ύαινες, άνθρωποι που περπατούν
λες και η μελωδία δεν ανακαλύφθηκε ποτέ, άνθρωποι που νομίζουν
ότι είναι έξυπνο να προσλαμβάνουν και να απολύουν και να
βγάζουν λεφτά, άνδρες με πανάκριβες γυναίκες που έχουν
180 στρέμματα γης να σκαφθούν ή
να επιδειχθούν ή να περιτοιχιστούν
μακριά απ’ τους ανίκανους,
άνδρες που μπορούν να σε σκοτώσουν
επειδή είναι τρελοί και ύστερα να το δικαιολογήσουν επικαλούμενοι
το νόμο, άνθρωποι που στέκονται μπροστά σε
παράθυρα 10 μέτρα φαρδιά και δεν βλέπουν τίποτα,
άνθρωποι με πολυτελή γιωτ που μπορούν να ταξιδέψουν σε όλο
τον κόσμο και ποτέ να μη βγάλουν τα
γιλέκα τους, άνθρωποι σαν σαλιγκάρια, σα χέλια, άνθρωποι σαν
γυμνοσάλιαγκες, και ακόμα χειρότεροι…
Charles Bukowski

Aceras Anthropophorum είπε...

Φίλε μου χαίρομαι που τα γράφεις έτσι απλά. Έχουμεν καταντήσει να θεωρούνται ευεργέτες αυτοί που εργοδοτούν για να επωφεληθούν τζ̆αι να πουντζ̆ιάσουν την υπεραξίαν που το εργατικον δυναμικόν, πον επένδυση της κοινωνίας. Το θράσος δεν έσ̆ει όρια, πέραν που τούτα που γράφεις, θέλουν τζ̆αι επιχορηγήσεις για να "αννοίξουν θέσεις εργασίας", θέλουν να απορυθμιστούν τα ωράρια (για να πιάσουν ΟΛΗΝ την πίτταν του λιανικού εμπορίου τζ̆αι να μην πληρώννουν υπερωρίες). Τζ̆αι το κράτος πρώτον στην Uberοποίησην της εργασίας, για να είναι ο καθένας καπιταλίστας εργοδότης του εαυτού του (για να πληρώννει που την πούγκαν του τες κοινωνικές του ασφαλίσεις, τες άδειες, τες υπερωρίες). Ο δε συνδικαλισμός, είναι παλιομοδίτικο βίτσιον, αγκύλωση, κατάρα για τον μοντερνισμόν. Με την άνοδον των εθνικισμών, της αυταρχικότητας, της καλλιέργειας του φόβου τζ̆αι της ψύχωσης για την ασφάλειαν, τζιαι μαζίν με 30-50% ανεργείαν στους μορφωμένους νέους, τους αμερικάνους που παράγουν πρόσφυγες κατά εκατομυρρία δίπλα, φκάλλει μου εκρηκτικά κοινωνικά μείγματα που αθθυμίζουν κακές εποχές της ιστορίας. Άραγες σου τα εμβόλια κρατούν ακόμα για να μην ξαναδούμεν τα ίδια; Το κακόν είναι ευρωπαϊκον, δεν είναι τοπικόν.