18 Σεπτεμβρίου 2016

Νταήδες




Η εβδομάδα που πέρασε ήταν διδακτική. Ελπίζω για όλους. Ήταν μια εβδομάδα όπου τα πολιτικά πράγματα σημείωσαν ένα «ιστορικό χαμηλό», με την εισαγωγή νέων πολιτικών πρακτικών και στάσεων. Ένα μέρος της αντιπολίτευσης, με τις πράξεις και τις δημόσιες τοποθετήσεις της, φανέρωσε ότι δεν θα τηρήσει κανένα κανόνα του πολιτικού παιχνιδιού.

Ιταμό ύφος, θεσμικά αβάσιμες θέσεις, ρητορική επιπέδου φοιτητικής παράταξης και αλλοπρόσαλλες θέσεις ήταν τα δομικά υλικά που χρησιμοποιήθηκαν. Τα κόμματα που επέλεξαν να πορευτούν με αυτόν τον τρόπο θέλουν έναν Πρόεδρο υπό κηδεμονία, που θα αναζητεί διαρκώς έγκριση και νομιμοποίηση από τα ίδια. Μόνο που ούτε η πολιτεία μας λειτουργεί με αυτόν τον τρόπο ούτε και τα ίδια φαίνονται πρόθυμα να δεχθούν την ίδια υποχρέωση αν βρεθούν σε θέση εξουσίας.

Πέραν τούτου, η κοινή γνώμη στάθηκε θεατής ενός ωμού εκβιασμού, που διατυπώθηκε με όρους πολιτικής αγυρτείας: η στάση σε άλλα πολιτικά ζητήματα θα εξαρτάται από τον εξαναγκασμό της κυβέρνησης να υπακούει και να ικανοποιεί τις θέσεις και τα αιτήματα της αντιπολίτευσης. Μόνο που το πολιτικό παιχνίδι δεν παίζεται με τέτοιες αθλιότητες, αλλά με κανόνες που τους βρίσκει κανείς στο Σύνταγμα και στα στοιχεία εκείνα που συνιστούν την πρακτική και εθιμική εφαρμογή του. Το νέο χαρακτηριστικό, το οποίο η αντιπολίτευση επιθυμεί να μας φανερώσει, είναι ότι δεν υπάρχουν κανόνες πλέον.

Βρισκόμαστε ενώπιον μιας απόπειρας συνολικού αναπροσδιορισμού της πολιτικής ζωής. Με πιο μακροπρόθεσμο ορίζοντα, αυτή η στάση είναι μια πρόγευση του τι θα δούμε στη χώρα μας, εάν δεν καρποφορήσει η παρούσα διαδικασία λύσης. Η κοινωνία κατευθύνεται προς έναν βαθύτερο και οριστικό διχασμό, με εργαλεία τον ρεβανσισμό, τον ετσιθελισμό και την αυθαιρεσία. Το μήνυμα είναι ότι «κάνω ό,τι γουστάρω, γιατί μπορώ» και θα μας οδηγήσει σε ρήξεις με θετικά χαρακτηριστικά της κοινωνικής μας ζωής: κυρίως τη συναίνεση, την επιδίωξη συμβιβασμών και την πραότητα.

Η άποψή μου είναι ότι αυτή η επιλογή είναι επικίνδυνη. Όπως επικίνδυνοι είναι και αυτοί που με ύφος νταή μπουκάρουν στο τοπικό καφενείο για να υπαγορεύσουν τους κανόνες συμπεριφοράς στους υπόλοιπους. Η πολιτική δεν γίνεται με τελεσίγραφα, οι κυβερνήσεις δεν λειτουργούν με κηδεμόνες και οι κανόνες του παιχνιδιού δεν αλλάζουν μόνο και μόνο για να μην χάσεις.

Μπορεί κάποιος να μην συμφωνεί με την κυβέρνηση. Μπορεί κάποιος να διαφωνεί με την πολιτική της για οποιοδήποτε θέμα. Ωστόσο, η απόπειρα πόλωσης της κοινωνίας και βραχυκύκλωσης της λειτουργίας του κράτους και της πολιτείας υπερβαίνει τα εσκαμμένα. Η απάντηση πρέπει να είναι άμεση και πολιτική: μόνο έτσι μπορεί να ηττηθούν οι νταήδες συνολικά και οριστικά.

11 Σεπτεμβρίου 2016

Οι κίνδυνοι από τη μη λύση




Η βαρετή καθημερινότητα του Κυπριακού καλά κρατεί. Η ειδησεογραφία της περιόδου φτάνει σε εμάς κομμένη, ραμμένη και γραμμένη με την παλιά τέχνη του ηθικού πανικού. Χοντροκομμένα ψέματα, μισοειπωμένες αλήθειες και ασύγγνωστη ημιμάθεια συνθέτουν ένα σκηνικό πόλωσης, διχασμού και ακρότητας. Θα ήθελα να αποπειραθώ σε λίγες γραμμές να σκιαγραφήσω μια εκτίμηση για το τι ενδέχεται να ακολουθήσει μια ενδεχόμενη κατάρρευση της παρούσας διαδικασίας. Κι αυτό γιατί η ανέξοδη πολεμική εναντίον των διαπραγματεύσεων όχι μόνο δεν γίνεται με αντιπρόταση σοβαρής εναλλακτικής, αλλά αγνοεί ταυτόχρονα τους άμεσους κινδύνους που ελλοχεύουν.

Κίνδυνος πρώτος: ένα μικρής έντασης και διάρκειας επεισόδιο στην πράσινη γραμμή. Μια τέτοια εξέλιξη θα καταδείξει ότι η σημερινή κατάσταση δεν είναι βιώσιμη και ικανή να συνεχιστεί στο διηνεκές. Πέρα από τις απώλειες, την αναταραχή και την κινητοποίηση όλων των λανθασμένων πολιτικών αντανακλαστικών, ένα τέτοιο επεισόδιο θα ανοίξει τη συζήτηση για μια πραγματική ομαλοποίηση της κατάστασης στο νησί. Όπως μπορεί να γίνει εύκολα αντιληπτό, μια τέτοια εξέλιξη μπορεί να δημιουργηθεί εύκολα και εκβιαστικά από την Τουρκία, με σκοπό να αλλάξει τις συνθήκες συζήτησης και να τη μεταφέρει στο επίπεδο του βελούδινου διαζυγίου ή έστω της θεσμοθέτησης όρων συνύπαρξης απλής γειτονίας.

Κίνδυνος δεύτερος: η αναγνώριση του ψευδοκράτους από μικρό αριθμό κρατών, που βρίσκονται κάτω από την πολιτικοοικονομική επιρροή της Τουρκίας. Το πολιτικό πλήγμα για την Κυπριακή Δημοκρατία θα είναι σοβαρό και θα ανοίξει μια νέα περίοδο νομικών μαχών σε διεθνή δικαστήρια. Η έκβασή τους είναι αμφίβολη, ακόμα και αν το ψευδοκράτος είναι το δημιούργημα της παράνομης χρήσης βίας. Πέρα από τους νομικούς κινδύνους, θα υπάρξει και μια σοβαρή μετατόπιση στη συζήτηση του προβλήματος, αφού το ζητούμενο της λύσης θα υποχωρήσει υπό το βάρος της αντιμετώπισης του κινδύνου που θα θέτουν επιτακτικά οι πραγματικές και δυνητικές αναγνωρίσεις. Στο τοπικό επίπεδο, αυτή η εξέλιξη θα νομιμοποιήσει τη λογική των δύο κρατών και θα απελευθερώσει εκείνη τη μερίδα των πολιτικών που προτιμούσαν μια Κύπρο ελληνική, έστω και μισή.

Κίνδυνος τρίτος: η επάνοδος του ενδεχόμενου του απευθείας εμπορίου ΕΕ-κατεχομένων και η πολιτική ομαλοποίηση των σχέσεών τους. Όπως και με τον δεύτερο κίνδυνο, η Κύπρος θα αναγκαστεί να εμπλακεί σε νομικές μάχες με αβέβαιη έκβαση. Είτε με θετικές είτε με αρνητικές αποφάσεις, η δαπάνη πολιτικού κεφαλαίου για την αντιμετώπιση αυτού του θέματος θα καταστήσει την Κύπρο ένα κράτος σε διαρκή άμυνα ακόμα και μέσα σε έναν οργανισμό που θα έπρεπε να ήταν το κατ' εξοχήν προνομιακό πεδίο δραστηριοποίησής της. Χωρίς συμμάχους και σοβαρά ερείσματα, η Κύπρος θα είναι ο ενοχλητικός επαίτης της ΕΕ, που θα περιπέσει σταδιακά σε ανυποληψία.

Κίνδυνος τέταρτος: ο οριστικός μετασχηματισμός της ελληνοκυπριακής κοινωνίας σε μια κοινωνία που θα είναι ή θα πιστεύει ότι είναι υπό διαρκή πολιορκία. Η πολιτική ατζέντα θα έχει μόνο το ζήτημα της αντιμετώπισης όλων των εξωτερικών κινδύνων και η σημερινή μιζέρια θα πολλαπλασιαστεί και θα καταστεί η καθημερινότητά μας, θάβοντας οριστικά όλα τα αλλά ζητήματα και οδηγώντας τη χώρα σε συνολική οπισθοδρόμηση.

Οι κίνδυνοι αυτοί δεν καταγράφονται για να προωθηθεί το επιχείρημα ότι θα πρέπει να συναινέσουμε σε μια οποιαδήποτε λύση, αλλά για να καταδειχθεί ότι η μη λύση και η υπονόμευση, με όρους πολιτικής αθλιότητας, της παρούσας διαδικασίας δεν είναι επιλογή. Σε αυτές τις σκέψεις να προσθέσω και την κατακλείδα: κάποιος πρέπει επιτέλους να υπερασπιστεί την πολιτική επιλογή της λύσης απέναντι στον τόσο προφανή συντονισμό μερίδας των κομμάτων, των ΜΜΕ και του οικονομικού κατεστημένου.