12 Ιουλίου 2009

Καλοκαίρι. Ξανά.

"Δώσε μας, έξω από τον ύπνο, τη γαλήνη"
Γ. Σεφέρης, "Μυθιστόρημα"

Καλοκαίρι. Ένα ιδιόρρυθμο φως πυρπολεί τη γη και τους ανθρώπους. Ιδρώτας και κάματος εξατμίζονται, σώματα που δεν χωράνε στο περίγραμμά τους, στόματα που εκφέρουν πύρινες σφαίρες αέρα. Οι αντανακλάσεις της ασφάλτου φτιάχνουν πολλαπλά είδωλα του εαυτoύ σου στο χώρο. Κατεβασμένα στόρια, μια εσωτερική φυγή σε ένα γνώριμο και ποθητό σκότος. Ο σκορπιός, που ξέρει να κινείται μόνο στην υγρασία του απομεσήμερου. Κλειστά κινητά, σβησμένοι υπολογιστές. Κλειστόν μέχρι νεωτέρας.
Καλοκαίρι. Ξανά. Έτοιμος να συγχωρέσεις τον εαυτό σου για την υποταγή του στους συμβιβασμούς της στιγμής, για τη σπατάλη του χρόνου που προηγήθηκε, για την ανεμελιά και την άνευ τύψεων απόλαυση του απογεύματος που κυλάει αργά, με μπίρες σε μια πλατεία, χωρίς σχέδιο για το μετά, με μικρές κουβέντες και δυνατά γέλια.
Διαδρομές στα χρόνια, χαμόγελα και αρμύρα, παλιές φωτογραφίες κλεισμένες σε συρτάρια. Αφήνεις όλο το βάρος στο αριστερό πόδι, με δύναμη για να βυθιστεί στην ψιλή άμμο της Καρπασίας. Μετά, κοιτάς τις γραμμές του αποτυπώματος προσεκτικά, για ώρες ή για λίγες μόνο στιγμές. Μοιάζουν, αυτές, με διαδρομές ζωής, ανηφόρες και στροφές που έλαχαν, κενά που απέφυγες κι άλλα στα οποία έπεσες μέσα. Την ίδια ώρα το βουητό της θάλασσας επιμένει να επανέρχεται ρυθμικά στον ακουστικό σου πόρο. Σημάδια του καιρού για όσους ξέρουν να μαθαίνουν...
Τα σχέδια για ένα καλοκαίρι χτίζονται με χάρτες, οδηγούς και σημειώσεις, που επεκτείνονται πάνω στο τραπέζι, στο πλάι μιας παραγράφου από ένα βιβλίο που διαβάζεις. Κι αμέσως μετά ένα κύτταρο του εγκεφάλου απασφαλίζει και πυροδοτεί τις αναμνήσεις σου κι εσύ οδεύεις αθώος κι αφελής μες στην ίδια παγίδα, με τον ίδιο τρόπο, με τα ίδια βήματα, χρόνια τώρα, επαναλαμβάνοντας τους ίδιους στίχους. Παιδεύτηκα. Καταμεσής στο πέλαγο σταμάτησα κι άκουσα την αντήχηση ρημάτων κι ονομάτων. Ήταν η ίδια παλιά φωνή που γύρευε να βρει πυξίδα. Κι ένιωσα τόσο δικός σ' αυτόν τον ξένον τόπο.
Θέλησα να γράψω κάτι βαθιά προσωπικό, αλλά το σούρουπο κάθισα στην Ponte San Trinita και παρακολούθησα τον ήλιο να γέρνει πίσω από τους λόφους της Τοσκάνης. Κάθε μου σκέψη έσβησε ή βυθίστηκα τόσο μέσα τους, που όταν γύρισα ξανά δεν είχε μείνει τίποτα που να θυμίζει εκείνον τον παλιό εαυτό κι ούτε ένα ίχνος της κρυφής ανάγκης. Μόνο η μυρωδιά από τα πλατάνια έχει σωθεί και η τρυφερή αίσθηση από τη φυλλωσιά τους που θροΐζει.
Καλοκαίρι ξανά. Αύριο ξημερώνει σ' άλλη γη.

Δεν υπάρχουν σχόλια: