“Ωραία
είσαι Άνοιξη
γιατί
δεν μας λυπάσαι”
Θοδωρής
Κοτονιάς
Κι έπειτα, σε βρίσκει η Άνοιξη. Καθισμένος πίσω από το τιμόνι του
αυτοκινήτου σου, νιώθεις μια γλυκιά ζέστη να σε τυλίγει και έναν καταρράκτη
φωτός να σε λούζει. Έτσι, χωρίς προειδοποίηση, χωρίς συναγερμό, η ζωή εισβάλλει
από χίλιες μπάντες και σε τραντάζει ασταμάτητα. Ανοίγεις λίγο το παράθυρο. Κι
ακόμα λίγο. Κι άλλο. Το παίρνεις απόφαση, δεν χρειάζεται δισταγμός: το
κατεβάζεις μέχρι κάτω, βάζεις αγκώνα και είσαι αρκετά τυχερός για να μπεις στο
στενό μιας παλιάς γειτονιάς. Σπίτια από πουρόπετρα, γλάστρες με γεράνια,
ασπρόρουχα απλωμένα στον ήλιο. Κανονικοί άνθρωποι που περνούν τις κανονικές
ζωές τους. Η ζωή συμβαίνει κάπου αλλού, με τις προσθέσεις των μικρών πράξεων
της καθημερινότητας. Δώστε μου το σιωπηλό άθροισμά τους και χάρισμά σας τα
υπόλοιπα. Γίνεται;
Σκέφτεσαι τον μακρύ χειμώνα που διάνυσες και ήδη οι σκοτεινιασμένοι ουρανοί
είναι μια απωθημένη ανάμνηση. Η μέρα μεγαλώνει, τα πρωινά αφήνεις τον ήλιο να
σου ψήσει το πρόσωπο και απ’ το στενό βλέπεις να επιστρέφει, σαν παλιά φίλη, η
Περσεφόνη. Φέτος, αυτή η επιστροφή θα σε αφορά. Δεν γίνεται αλλιώς. Ίσως γιατί
πάνω στο χώμα που φυτεύτηκαν μερικά λόγια, ξεμύτισαν επιτέλους οι άκρες τους.
Και το μπουμπούκι τους, ετοιμάζεται να ανοίξει στον κόσμο. Γι’ αυτό σε λένε
Άνοιξη, νομίζω.
Αφήνεις πίσω την παλιά ζωή, τις εμμονές και τα αδιέξοδα. Και πιο πολύ την
απολυτότητα, εκείνη τη διάκριση άσπρο-μαύρο. Που, δεν λέω, ήταν βολική. Μερικές
φορές. Μα και δύσκολη ταυτόχρονα. Τις περισσότερες φορές. Γιατί σε αναγκάζει να
χωρέσεις σε άκαμπτα σχήματα. Ή αναγκάζει τους άλλους να χωρέσουν σε αυτά. Αλλά
η αλήθεια είναι ότι δεν γίνεται δουλειά έτσι, αφού οι άνθρωποι είναι περίεργα
δημιουργήματα. Είναι μαλακοί σαν το χόρτο, μα και σκληροί σαν την πέτρα.
Προσαρμόζονται εύκολα και σπάνε απρόσμενα. Τέλος, λοιπόν, με αυτή την ιστορία.
Γιατί εκτός από το ναι και το όχι, το άσπρο και το μαύρο, τη βεβαιότητα και την
απόρριψη, υπάρχει και το ανάμεσο των πραγμάτων. Και το πιο αιφνιδιαστικό για μένα
ήταν η ανακάλυψη πως αυτό το ενδιάμεσο είναι γεμάτο χρώματα. Κι όλα αυτά μου
φαίνονται τόσο καινούργια. Τόσο όσο για να θυμηθώ εκείνη τη συγκεκριμένη
αίσθηση του πρωτοφανέρωτου που βιώνεις ως παιδί. Και τη συγκίνηση και τη χαρά
απ’ την επιστροφή της κάθε χρόνο, βαθιά μπλεγμένες με τον μίτο της εξέλιξής
μας.
Φτάνω στον προορισμό μου και χαμογελάω για μια στιγμή μόνος. Θέλω να
σταματήσω κάθε περαστικό που ανταμώνω και να του ευχηθώ να έχει μια
συναρπαστική Άνοιξη. Αλλά επειδή δεν κάναμε μαζί αυτό το ταξίδι, του το λέω από
μέσα μου τρεις φορές.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου