Βολτάριζα τις
προάλλες στη Λευκωσία και σε κάποια στιγμή το μάτι μου έπεσε πάνω σε μια
επιγραφή με σπρέι που έλεγε «97 Βοοm». Για όποιον δεν είναι εξοικειωμένος με την αναφορά, αυτή πάει να πει ότι
αυτές τις ημέρες κατατάσσονται για να υπηρετήσουν τη θητεία τους οι άρρενες
γεννηθέντες το 1997. Εμένα μου έπεσε λίγο βαριά η επιγραφή. Το 1997 είχα
καταταχθεί κι εγώ μαζί με τους υπόλοιπους συνομήλικούς μου. Δεκαοκτώ χρόνια
μετά, η ίδια ιστορία επαναλαμβάνεται για όσους έχουν γεννηθεί εκείνη τη χρονιά.
Κάτι κάνουμε λάθος σε αυτό το νησί.
Ανήκω, που λέτε,
σε μια γενιά που δεν αμφισβήτησε τίποτε. Ήμασταν φρόνιμοι, συνεπείς και
τακτικοί. Τηρούσαμε χρονοδιαγράμματα και στόχους. Οι καλοί μαθητές πήγαιναν
πρακτικό, όσοι είχαν έφεση στα νέα ελληνικά πήγαιναν κλασικό, οι αναποφάσιστοι
στο οικονομικό και όσους δεν πίστευε το σύστημα τους παρκάριζε στο εμπορικό.
Δίναμε παγκύπριες και τελικές εξετάσεις στα ίδια μαθήματα και σπάνια
αναρωτηθήκαμε το «γιατί» πίσω από όσα μας σερβίρονταν. Όταν πλησίαζε ο καιρός
της κατάταξης, κάποιοι φορούσαν άρβυλα για να συνηθίσουν, άλλοι (πιο
ενθουσιώδεις) έκοβαν τα μαλλιά τους πρώτο νούμερο και όλοι μαζί παρουσιαζόμασταν
με πλήρη σειρά σωβρακοφανελών στα ΚΕΝ. Η λέξη φυγοστρατία ήταν άγνωστη, όχι
γιατί σφύζαμε από λεβεντιά και ετοιμότητα για να σταθούμε στην Πράσινη Γραμμή,
αλλά γιατί ήμασταν φλώροι που ακολουθούσαν τα βήματα των αδερφών, ξαδέρφων,
θείων, πατέρων μας.
Τέλος πάντων, τα
χρόνια πέρασαν και ακόμα μια γενιά ετοιμάζεται να υπηρετήσει. Είμαι ολικά
αποκομμένος από αυτή τη γενιά και αναρωτήθηκα αν είχα σήμερα έναν γιο που θα
καλείτο να παρουσιαστεί στην Εθνική Φρουρά τι θα του έλεγα. Κι επίσης, τι έλεγα
στον εαυτό μου, βλέποντας έναν δεκαοκτάχρονο να βουτάει σε έναν ωκεανό από τον
οποίο θα έβγαινε μετά από δύο χρόνια. Έχοντας περάσει το μεγαλύτερο μέρος της
ενήλικης ζωής μου στο εξωτερικό, διαπίστωσα ότι οι ξένοι συνάδελφοι,
συμφοιτητές και φίλοι, οι οποίοι δεν είχαν υπηρετήσει στρατιωτική θητεία στη
χώρα τους, δεν ήταν λιγότερο άντρες (ό,τι κι αν σημαίνει αυτό). Δεν ήταν
λιγότεροι έτοιμοι για τη ζωή. Είχαν περισσότερες εμπειρίες. Είχαν ακολουθήσει
μια πορεία σπουδών και εργασίας που συναποτελούσαν τη δική τους «κανονικότητα».
Κι αυτή η
τελευταία λέξη είναι στην καρδιά του προβληματισμού μου. Μια κοινωνία που λέει
στα νεότερα μέλη της να δώσει δύο από τα πιο όμορφα χρόνια της ζωής τους σε μια
στρατιωτική θητεία δεν είναι κανονική. Δεν είναι κανονικό να ανοίγεις τέτοιες
παρενθέσεις στις ζωές των ανθρώπων. Δεν είναι κανονικό να ζεις με αυτές τις
συνθήκες. Δεν είναι κανονικό να παρακολουθείς κάθε χρόνο την ίδια διαδικασία
κατάταξης και να πιστεύεις ότι αυτό είναι κανονικότητα.
Αντίθετα, κάποτε
θα πρέπει να μπορέσουμε δώσουμε μια διαφορετική απάντηση σε μια γενιά που
ρωτάει «γιατί;». Να δώσουμε επιλογές και όχι υποχρεώσεις. Δυνατότητες και όχι
επιβολές. Δημιουργικότητα και όχι καθήλωση. Ελπίζω του χρόνου τέτοιο καιρό, να
μην δω την επιγραφή 98 Boom.