28 Σεπτεμβρίου 2008

Οι μουσικές του κόσμου

Σε καρτερούν μαστιγωτές και συμπληγάδες
μες τα μαλάματα μια νύφη ξαγρυπνά
κι έχει στ' αυτιά της κρεμασμένες τις Κυκλάδες
κι ειν' το κρεβάτι της λημέρι του φονιά

Μάνος Ελευθερίου
«Του κάτω κόσμου τα πουλιά»

Οι μέρες μακριά από την πατρίδα κυλάνε ράθυμα. Η καθημερινότητα μπουσουλάει αναγνωριστικά στο νέο περιβάλλον. Στις μακρές ώρες που περνώ στον υπολογιστή, το διαδικτυακό ραδιόφωνο συντροφεύει τις υπόλοιπες περιπλανήσεις μου. Με τραγούδια και μουσικές από όλο τον κόσμο, αλλά κυρίως με ελληνικά.

Κάποτε άκουσα μια ιστορία (ή ίσως μύθο) για ένα βασιλιά στη μεσαιωνική Ευρώπη που θέλοντας να εξαφανίσει τη φυλή των τσιγγάνων, διέταξε την αρπαγή των παιδιών τους και το διασκορπισμό τους σε μακρινές περιοχές της επικράτειας. Το σχέδιο ολοκληρώθηκε και τα αδικημένα μέλη της φυλής, μαζί με τις προσωπικές και οικογενειακές τους τραγωδίες, βρέθηκαν να αντιμετωπίζουν το φάσμα της ολοκληρωτικής εξαφάνισης. Η αντίδρασή τους ήταν ευφυής και εξαιρετικά ανθρώπινη: ταξίδεψαν σε όλη την επικράτεια παίζοντας τα παραδοσιακά τραγούδια τους. Αυτό ήταν αρκετό για να πυροδοτήσει το μηχανισμό της μνήμης στα παιδιά τους και να τα σπρώξει να προσεγγίσουν το περίεργο καραβάνι τους. Με αυτόν τον τρόπο, τα παιδιά ενώνονταν ξανά με τις οικογένειες τους.

Από τα ηχεία του υπολογιστή ξεχύνονται οι στίχοι του Μάνου Ελευθερίου, του Λευτέρη Παπαδόπουλου με ψυχεγερτικές μελωδίες που διαπερνούν την ψυχή και επιχειρούν να αποχρησμοδοτήσουν αινίγματα αιώνια. Μαζί τους και τραγούδια με αξεπέραστες φωνές: Μητροπάνος, Μάλαμας, Παπάζογλου. Όλα ανακατεύονται στον μέσα σου τόπο και πραγματοποιούν εξόδους σε ανύποπτες στιγμές, φτιάχνοντας γέφυρες με ένα προσωπικό και συλλογικό παρελθόν. Όποιος έχει τραγουδήσει μαζί με την παρέα ή έχει σηκωθεί αυθόρμητα για ένα ιλλιγιώδες ζεϊμπέκικο νομίζω ότι καταλαβαίνει τι εννοώ.

Άλλες φορές πάλι, συγκεκριμένα τραγούδια θυμίζουν σε απόλυτο βαθμό πρόσωπα προσφιλή. Η μελωδία της «Πολίτικης κουζίνας», που παραπέμπει ευθέως στη Μικρασία, μου φέρνει πάντα στο μυαλό τη μητέρα μου, που παραδόξως(;) και στην ίδια τη δική της μητέρα θυμίζει. Από την άλλη, «Το δίχτυ» πρέπει να παίχτηκε εκατοντάδες φορές από τον πατέρα μου στο οικογενειακό κασσετόφωνο τη δεκαετία του ’80 και είναι πια τραγούδι ζωής. Ποιος ξέρει; Ίσως, το ψυχικό μας DNA να αναγνωρίζει ένα κομμάτι του εαυτού του στο ρυθμό τους.

Με αυτόν τον τρόπο, τελικά, πιστεύω ότι κουβαλάμε σαν προσωπική, αναπαλλοτρίωτη περιουσία τις μνήμες γενεών, τους έρωτες, τις αποτυχίες και τους ανθρώπους μας, όπου κι αν βρεθούμε. Σαν τσιγγάνοι του μύθου κι εμείς κατορθώνουμε, περιπλανώμενοι στον κόσμο, να γυρίσουμε ξανά στην εστία....

2 Σεπτεμβρίου 2008

Συνταγματικά φληναφήματα

Με έκπληξη διάβασα σε σειρά άρθρων του κ. Αν. Σ. Αγγελίδη στην εφημερίδα «Ο Φιλελεύθερος» (με τελευταία δημοσίευση στις 29/8/08), όπου εισηγείται το εξής: «Αν η Τουρκία έχει τη βούληση για λύση, υπάρχει η απλή μέθοδος απόδειξης της διάθεσης αυτής: η αναθεώρηση του Συντάγματος του 1960, με συμφωνημένες τροποποιήσεις. Διαδικασία απλή χωρίς αχρείαστες επιπλοκές με νομικούς όρους ή υστερόβουλες σκέψεις».


Η πρόταση αυτή είναι πρόδηλα εσφαλμένη στη νομική της πτυχή και πολιτικά επικίνδυνη. Οι νομικοί λατρεύουν τις αντιπαραθέσεις και τις ανταλλαγές επιχειρημάτων, εντός και εκτός δικαστηρίων. Αρκεί, βέβαια, να υπάρχει και λογική θεμελίωση των συλλογισμών του καθενός...


Ως προς της νομική της πτυχή, η κριτική στην άποψη είναι σχετικά απλή. Το Σύνταγμα της Κυπριακής Δημοκρατίας, ένα απο τα αυστηρότερα συντάγματα στον κόσμο, προβλέπει σαφή διαδικασία και προσδιορισμένες πλειοψηφίες. Ένα σημαντικό μέρος του Συντάγματος δεν υπόκειται σε αναθεώρηση οποιασδήποτε φύσης, σύμφωνα με το άρθρο 182.2. Περαιτέρω, για όσα δύνανται να τροποποιηθούν προβλέπεται πλειοψηφία δύο τρίτων των βουλευτών κάθε κοινότητας. Από τα πιο πάνω, συνάγεται εύκολα και ανεξαίρετα ότι νομικά ομιλούντες η πρόταση για αναθεώρηση του Συντάγματος είναι ανεδαφική, τόσο όσο προς την ουσία της όσο και ως προς τα υποκείμενα της. Κι αυτό ακριβώς επειδή η Τουρκία δεν αρύεται κανένα δικαίωμα αυτής της φύσης εκ του Συντάγματός μας.


Ως προς την πολιτική πτυχή της πρότασης, η πρόταση είναι πολλαπλώς λανθασμένη και άστοχη. Η υπεροχή του ευρωπαϊκού δικαίου είναι πλέον αδιαμφισβήτη, τόσο από το ίδιο λεκτικό του Συντάγματος, όσο και από τη νομολογία του Δικαστηρίου Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων. Το κοινοτικό κεκτημένο είναι ένα τετελσμένο γεγονός που λειτουργέι υπέρ της πλευράς μας και θα ήταν τραγικά άσοφο να διαπραγματευτούμε ξανά με την Τουρκία αυτό που έχει καταστεί αυτονόητο.


Περαιτέρω, θεωρώ ότι κανένα σύγχρονο κράτος με στοιχειώδη αυτοσεβασμό δεν θα προσκαλούσε ένα άλλο για να διαπραγματευτεί μαζί του το θεμελιώδη καταστατικό του χάρτη, δηλαδή το σύνταγμά του! Ειδικά στην περίπτωση της Τουρκίας κάτι τέτοιο θα αποτελούσε και δικαίωση του επιχειρήματος της ότι η «ειρηνευτική επιχείρηση» της είχε σκοπό την αποκατάσταση της συνταγματικής τάξης!


Οι πολιτικές προτάσεις που κατατίθενται στο δημόσιο διάλογο οφείλουν να είναι τεκμηριωμένες και οι πολιτικές τους συνέπειες πρέπει να έχουν υπολογιστεί εκ των προτέρων. Είναι αναγκαία συνθήκη ώστε να μπορεί να διεξάγεται διάλογος πλήρης ουσίας και ώστε να μπορούμε να διεκδικούμε να αντιμετωπιζόμαστε ως σοβαροί από τους συνομιλητές μας, Κύπριους και άλλους.


Επί της προηγούμενης διακυβέρνησης πληροφορθηθήκαμε για τους οικειοθελώς προσφεύγοντες στην αυλή του Αρταξέρξη. Τι να πει όμως κανείς και για όσους με προχειρότητες, φενάκες και εύκολα λόγια οδεύουν με ασύγγνωστη ασυνειδησία για τα Σούσα;

Επιφάσεις δημοκρατίας

«Ελευθερία ανάπηρη πάλι σου τάζουν»

Υστερόγραφο
Μιχάλης Κατσαρός

Το επιχείρημα είναι απλό και εκ πρώτης πειστικό: «Ένας άνθρωπος, μια ψήφος». Είναι μια θεμελιώδης δημοκρατική κατάκτηση που άλλαξε ριζικά τον κόσμο. Ένα κατοχυρωμένο δικαίωμα - οι διεθνείς συμβάσεις και η εσωτερική νομοθεσία κάθε ευνομούμενου κράτους το προνοούν. Εγγράφεται, πλέον, στον ορίζοντα του αυτονόητου και του αυθύπαρκτου, σε τέτοιο βαθμό που κάθε παρέκκλιση ή εξαίρεση από αυτό οδηγεί στη θεμελίωση της ύπαρξης έντονων κρίσεων περί οπισθοδρόμησης.

Είναι το επιχείρημα όσων αντιδρούν στη διαγραφόμενη συζήτηση στις επικείμενες συνομιλίες για το ζήτημα της πολιτειακής συγκρότησης της Κυπριακής Δημοκρατίας, υπό το φως της πολιτικής ισότητας των δύο κοινοτήτων. Μια ύπουλη λογική υφέρπει στο πρόταγμα. Η υιοθέτηση της άποψης αυτής οδηγεί σε μια επίφαση δημοκρατίας, αφού εκπίπτουμε σε ένα πλειοψηφισμό του αισχίστου είδους. Έχουμε πρόβλημα; Ας ψηφίσουμε! Ποιοι είναι οι περισσότεροι; Εμείς!
Είναι η θέση των ανθρώπων που αποστρέφονται τη λύση της ομοσπονδίας, ακριβώς γιατί δίνει δικαίωμα λόγου και πράξης στην Τ/Κ κοινότητα. Είναι η θέση της μερίδας των ανθρώπων που βλέπουν την κοινότητα αυτή ως μειονότητα, καταδικασμένη εσαεί να υπόκειται στις αποφάσεις και την καλή θέληση των Ελληνοκυπρίων. Κι όμως, τα ανθρώπινα δικαιώματα δεν εξαρτώνται ούτε υπόκεινται σε συγκυριακές πλειοψηφίες.
Η θέση αυτή είναι πολλαπλώς εσφαλμένη: Κατά πρώτον, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι ο πήχυς έχει τεθεί από το ήδη ισχύον Σύνταγμά, το οποίο έχει διάχυτο το στοιχείο της δικοινοτικότητας. Εδώ εντοπίζεται μια θεμελιώδης αντίφαση της αντιομοσπονδιακής άποψης. Οχυρώνεται πίσω από την ύπαρξη της Κυπριακής Δημοκρατίας, το Σύνταγμα της οποίας στο πρώτο κιόλας άρθρο ορίζει ότι: «Η Κυπριακή Πολιτεία είναι ανεξάρτητος και κυρίαρχος Δημοκρατία, προεδρικού συστήματος, της οποίας ο Πρόεδρος είναι Έλλην και ο Αντιπρόεδρος Τούρκος.»
Κατά δεύτερον, η τ/κ κοινότητα δεν είναι μειονότητα, με την νομική και πολιτική του όρου έννοια. Αριθμητικά είναι, προφανώς, μειοψηφία. Αλλά αυτό δεν είναι το ζητούμενο. Το πλέγμα εγγυήσεων, θεσμικών, πολιτικών, οικονομικών και κοινωνικών, τις οποίες απολαμβανούν οι μειονότητες, με βάση το διεθνές δίκαιο είναι ευρείες και εκτείνονται ακόμα και στην ίδια την πολιτειακή συγκρότηση ορισμένων κρατών.
Η Δημοκρατία δεν έχει ένα απαράβατο ορισμό από τον οποίο κάθε παρέκκλιση απαγορεύεται. Αν τα πράγματα είχαν έτσι, θα ζούσαμε ακόμη στη δημοκρατία της Αθήνας του Περικλή! Η προστασία αριθμητικά μειοψηφούντων ομάδων μέσα στην επικράτεια ενός κράτους είναι από μόνη της μια δημοκρατική κατάκτηση, αφού αναγνωρίζεται η ανάγκη ίσης μεταχείρισης και προόδου αυτών των ομάδων, αφού δια του σεβασμού της διαφορετικότητας τους επιτυγχάνεται η συμμετοχή τους στο κοινό, στην περίπτωση μας το Κοινό των Κυπρίων.
Κι εξάλλου, προεκτείνοντας την ίδια παραπειστική λογική του επιχειρήματος, η θέση αυτή εδράζεται στην αντίληψη ότι η πληθυσμιακή αναλογία θα είναι για πάντα 80-20 υπέρ της κοινότητας μας. Αν αυτή δεν είναι μια μυωπική ματιά στο μέλλον, όπου το πληθυσμιακό ισοζύγιο μπορεί να ανατραπεί σε ορίζοντα λίγων γενεών, τότε τίποτα δεν είναι!
Το θεμελιώδες ερώτημα είναι εάν είμαστε έτοιμοι να μοιραστούμε την εξουσία σε κάθε επίπεδο με τους τουρκοκύπριους. Η απάντηση σε αυτό το ερώτημα είναι η ίδια με το αν επιθυμούμε λύση. Το σύνθημα, λοιπόν, «ένας άνθρωπος, μια ψήφος» μπορεί να έχει εφαρμογή σε μια περίπτωση: εφόσον επιλέξουμε να ζήσουμε στην Ελληνική Δημοκρατία της Νοτίου Κύπρου.