"O Captain my Captain!"
Walt Whitman
Ο σπόρος ρίχτηκε το '95 ή κάπου εκεί γύρω. Για να είμαι ειλικρινής δεν θυμάμαι πια, κι αν με πιέσεις πολύ, θα σου πω ψέματα μόνο και μόνο για να ξεφύγω. Ακούσαμε ονόματα περίεργα, που τελούσαν σε προφανή δυσαρμονία με τη ξεμυαλισμένη εφηβεία μας, παρασυρμένη από άλλα, εκείνον τον καιρό. Ποιητές και λογοτέχνες συνωστίζονταν ακαταλαβίστικα στα κρατικά βιβλία μας - σκυθρωποί, βαριεστημένοι, σχεδόν νεκροί. Στα λόγια της όμως αναθαρρούσαν και αφήναν κατά μέρους τη νυσταλέα ζωή τους. Βρίσκαμε στίχους για να απευθύνουμε στα κορίτσια των ονειρώξεών μας, στους παροδικά παράφορους έρωτές μας, σε μια εποχή που το σώμα διήγε έναν αθώο παροξυσμό κι η ψυχή ήταν αφελής απ' την πονηριά του κόσμου. Ίσως αυτό να διέβλεπε όταν ανέλαβε να με νουθετήσει, κατόπιν καταγγελίας του επιβλέποντος καθηγητή ότι συνελήφθην να φιλώ μια συμμαθήτριά μου. Μα δεν είπε τίποτα - ήταν μια μαεστρική απάτη σε βάρος του διώκτη του έρωτά μου, μια χειρονομία προστασίας που έμαθα χρόνια μετά. Ευγνωμοσύνη.
Το χέρι μας ζεστό, απ' το δικό της κράτημα, καθώς διαβαίναμε τους δρόμους, με μια απρόσμενη συνοδεία κυρίων: Σολωμός, Σεφέρης, Καβάφης, ο σεβαστός κύριος Καββαδίας, αν λάχαινε να ξεμπαρκάρει εκείνη την εποχή, και πιο αραιά ο σύντροφος Μιχάλης Κατσαρός, που πίστεψε ανιδιοτελώς όλες ανεξαιρέτως τις επαναστάσεις μας. Στις χειμωνιάτικες μέρες της πατρίδας μας, ένα περίεργο φως καταύγαζε τις κυκλοθυμικές μελαγχολίες - όχι πάντα, όχι άνευ προσπάθειας. Πορευτήκαμε αθώοι σαν αγαπημένοι στο τέλος εκείνων των χρόνων - μια αλλόκοτη παρέα φίλων, γνωστών και αμήχανων εραστών, δένοντας άφατους όρκους γύρω μας. Όλους τους έθαψε μια φωσφορίζουσα ροζ, γλινώδης λήθη λίγο μετά.
Ένα γράμμα της βρήκε το δρόμο του μέσα στην καρδιά του στρατιωτικού ερέβους. Μου 'δωσε ξανά πυξίδα για το μέλλον: σπουδές, διπλωματικό ή ακαδημαϊκά. Την άκουσα σε όλα. Θύμωνε στις εκρήξεις απολυτότητάς μου, παρατηρούσε αυστηρά τα γραφτά μου, έκρινε ανελέητα την παραδοξότητά μου, ρωτούσε ανήσυχα για τη ζωή μου. Στάθηκα αληθινός και διάφανος απέναντί της, γιατί αυτό μου είχε διδάξει. Ή, τουλάχιστον, επειδή εγώ τόσα είχα καταλάβει.
Τα χρόνια κύλησαν σαν τον αφρό στα δάκτυλα του ναύτη. Η αλλόκοτη παρέα που μνημόνευσα προηγουμένως, βάδισε στο δρόμο της απώλειας, ο σπόρος έχει καρπίσει κι εγώ απομένω με δίχως αδερφό για τόσες εβδομάδες. Θα με ρωτήσετε γιατί τα θυμάμαι τώρα όλα αυτά. Ίσως ο κ. Σεφέρης, που κάθεται αυτή τη στιγμή απέναντι μου σοβαρός και προσηλωμένος, όπως πάντα, στα γραφτά του να έχει κάτι να πει για όλα αυτά...
2 σχόλια:
Είναι και άλλες στιγμές που θέλεις να φωνάξεις "αλλιώς με δίδαξες δάσκαλε".
σωστα - αλλά ευτυχώς ειχα και μια εξαιρεση
Δημοσίευση σχολίου