26 Σεπτεμβρίου 2010

Μελλοντικό ημερολόγιο



«... και για του χρόνου τα σκυλιά
που όλους θα μας νικήσουν»
Οδ. Ιωάννου

Ένας αναποφάσιστος λίβας σάρωνε τη Λευκωσία εκείνο το απόγευμα. Στις 16:37 ακριβώς, αυτός ο δυτικός και ζεστός άνεμος στροβίλισε κάθε φύλλο που βρέθηκε στο πέρασμά του. Η εποχή έπαιρνε να αλλάζει. Το έπιανες στον αέρα, πιο πολύ τα βράδια που δρόσιζε νωρίτερα ή απ’ το φως που αποσυρόταν βιαστικά, δίνοντας τη θέση του σε ένα παρεταταμένο λυκόφως. Μαζί της αλλάζαμε κι εμείς, μα μου φαίνεται πως δεν το καταλαβαίναμε ή καμωνόμασταν πως τα χρόνια δεν περνούσαν. Κρυμμένοι πίσω από τα γραφεία και την καθημερινότητα μας, δεν ακούγαμε το σύρσιμο στην πέτρα. Το βαθύ ιώδες που έβαφε τον ορίζοντα δεν περνούσε μέσα από τις γιγαντιαίες τζαμαρίες.  Τα παιδιά έπαιζαν στους δρόμους και όταν σταματούσαν μας ρώταγαν πράγματα που φάνταζαν αυτονόητα, κοιτώντας μας στα μάτια, μα εμείς δεν ξέραμε ούτε και σ’ αυτά να απαντήσουμε. Έτσι, τους χαρίζαμε τη σιωπή μας – βαθιά αμήχανοι κι εμείς εντός μας. Κι αυτά συνέχιζαν να παίζουν, με μια πικρή γεύση στο στόμα, που στα χρόνια που θα έρθουν θα μάθουν να τη λένε «απογόητευση». Προσώρας, αυτό που είχε σημασία ήταν το παιχνίδι τους – οι σκέψεις και οι αβεβαιότητες ας έπαιρναν μια αναβολή για το μετά, όταν ο χρόνος θα είχε πραγματικά σημασία.
Μέσα στην αγωνία του καιρού, όσοι μπορούσαν να οσμίζονται την αλλαγή, φρόντιζαν να πιαστούν από φιλίες, καρέκλες και σχέσεις. Πίστευαν ότι μ’ αυτόν τον τρόπο θα μπορούσαν να σταθούν όρθιοι στο πυκνό ποτάμι που θα παρέσερνε τα πάντα μια μέρα εδώ. Κι ύστερα; Ύστερα, υστερικοί τίτλοι στις εφημερίδες και παρουσιάστριες με αισθητική πορνό, την ώρα που παπάδες με όψιμα σημάδια νοητικής στέρησης έραιναν τα πλήθη με αγιασμό και βλακεία. Στις κερκίδες θα είχαν απομείνει μόνο οι κομματικοί στρατοί, ανίδεοι απ΄το τέλος του αγώνα που είχε τελειώσει αιώνες πριν. Κι απ΄έξω στην αγορά, αδιάφοροι και φθονεροί ιδιώτες επινοούσαν νέες και προηγμένες μορφές συναλλαγών για ό,τι κι αν ήταν: πωλούνται οικόπεδα, διατίθενται οικιακές βοηθοί, ενοικιάζονται εργαζόμενοι. Νεκροταφείο ψυχών, στο βάθος πυκνώνει μια καταιγίδα, άκου...
Η Κύπρος με τις μεγάλες τράπεζες, τα μεγάλα γραφεία, τα πολλά λεφτά.
 Η Κύπρος των Κυπρίων.

19 Σεπτεμβρίου 2010

Είμαστε όλοι μετανάστες(;)

Τι είναι το μεταναστευτικό; Πρόβλημα; Ζήτημα; Τομέας πολιτικής; Η επιλογή των λέξεων δεν είναι αθώα, αλλά λόγω του περιορισμένου χώρου, δεν θα εισέλθω στο ζήτημα. Σκοπός είναι να καταγραφούν μερικές σκόρπιες σκέψεις με αφορμή το κλίμα των ημερών για ένα θέμα που επανέρχεται κατά περιόδους στην επικαιρότητα.
 
Στον αέρα πιάνει κανείς μια επιφύλαξη για την παρουσία των μεταναστών στο νησί μας. Η επιφύλαξη αυτή μεταλλάσσεται πολλές φορές σε ρατσισμό. Είναι ένας ρατσισμός πολύμορφος που απλώνεται στους όρους εργοδότησης, στις απόψεις που παγιώνονται στην κοινωνία μας, στην ανοικτοσύνη της (ή όχι) για να δεχθεί τον ξένο.
 
Τρανό παράδειγμα αρχοντοχωριατισμού, αλλά και στυγνής εκμετάλλευσης είναι το καθεστώς εργασίας των οικιακών βοηθών. Το δείγμα συμβολαίου που προτείνει το ίδιο το υπουργείο Εργασίας αυτής της δόλιας χώρας μπορεί να αναγνωστεί στον σχετικό διαδικτυακό τόπο: http://moi.gov.cy/new/admin/sections/filedepot/uploaded/file/PDF_FILES/TAPM_PDF/HousemaidContractOfEmploymentGR.pdf. Μια γρήγορη ματιά στο κείμενο αποκαλύπτει τον πάτο που πιάσαμε: ο εργοδοτούμενος οφείλει ανεξαιρέτως υπακοή στον εργοδότη και δεν δικαιούται να προσβλέπει σε αύξηση ή ωφέλημα για την εργασία που παρέχει. Απαγορεύεται, επίσης, η δραστηριοποίησή του κατά οποιοδήποτε τρόπο, είτε αυτό έχει να κάνει με την πραγμάτωση εργασιακών του δικαιωμάτων ή την αυτοπραγμάτωσή του ως ατόμου. Όποιος από τους καλούς αναγνώστες αυτής της εφημερίδας θα υπέγραφε ένα τέτοιο συμβόλαιο, ας μην διαβάσει το υπόλοιπο αυτού του κειμένου.
 
Αυτοί οι άνθρωποι υπογράφουν ένα συμβόλαιο δουλείας, παραιτούμενοι αρκετών από τα ανθρώπινα δικαιώματά τους. Εδώ βρίσκεται η ειρωνεία του ζητήματος: μια κοινωνία που εχει δασκαλευτεί για να μιλά συνεχώς για την παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων της, εκμεταλλεύεται κατά τρόπο στυγνό μια μερίδα ανθρώπων. Η πρώτη αντίδραση πολλών συμπολιτών μας είναι: «Μα αυτοί ήρθαν εδώ. Κανείς δεν τους κάλεσε». Προδίδει, βέβαια, η «άποψη» αυτή μια βαθιά άγνοια που οδηγεί αναπόφευκτα σε λανθασμένους συλλογισμούς. Από δίπλα και οι κινδυνολογίες για το χαρακτήρα του νησιού μας.
 
Μια απλή πρόταση, χωρίς να διεκδικείται η βάφτισή της ως πανάκειας. Η Κύπρος θα μπορούσε να αντιμετωπίσει σε ένα βαθμό το θέμα της μετανάστευσης με μια τεχνική, αλλά ουσιαστική αλλαγή. Κι αυτή είναι η κύρωση της διεθνούς σύμβασης για την προστασία των οικονομικών μεταναστών. Η σύμβαση αυτή προβλέπει μια σειρά δικαιωμάτων για τους μετανάστες που εξισώνουν τους ξένους εργαζόμενους με τους ημεδαπούς. Με αυτό τον τρόπο, οι απολαβές των δύο θα εξισωθούν και θα μειωθεί κατά πολύ η τεχνητή ζήτηση που υπάρχει. Το συνολικό κόστος εργοδότησης ξένων εργατών είναι τόσο μικρό που πολλές φορές η εργοδοτική πλευρά τούς προτιμά όχι μόνο για τους χαμηλούς μισθούς (που δεν καταβάλλονται πάντοτε) αλλά και για την απουσία της εργασιακής τους προστασίας. Κτυπώντας τον οικονομικό λόγο που ελκύει τους ξένους εργάτες στη χώρα μας, επαναφέρουμε μια ισορροπία στην εσωτερική αγορά εργασίας και στήνουμε ένα αποτελεσματικό δίχτυ προστασίας για όσους ξένους επιθυμούν να εργαστούν στην Κύπρο. Μαζί με αυτό, δίνουμε και ένα αποτελεσματικό κτύπημα στο ρατσισμό με αυτό που δεν αντέχει με τίποτα: την ισότητα.

12 Σεπτεμβρίου 2010

Καρπασία

Ετούτη τη φορά αλλάξαμε δρομολόγιο και στρίψαμε προς τη Λυθράγκωμη. Σταματήσαμε στην εκκλησία και ξαφνικά οι σελίδες των σχολικών μου βιβλίων, κι έπειτα των νομικών, βρέθηκαν να ανεμίζουν στον ουρανό. Η Παναγιά της Κανακαριάς ήταν κλειδωμένη, μα έστω κι έτσι βρέθηκα να μαθαίνω ξανά την πατρίδα μου. Αν εκείνο το ΔΕΝ ΞΕΧΝΩ ανα-νοηματοδοτείτο μετά το 2003, το υπουργείο Παιδείας θα έπρεπε να στέλνει τις εκδρομές των σχολείων στο βορρά και όχι στην παραλία Μακένζι για σουβλάκια. Ας καταγραφεί κι αυτό στη μακρά λίστα των χαμένων ευκαιριών και των φοβικών μας προτεραιοτήτων.

Στο δρόμο με ξαναβρήκαν όλα τα συναισθήματα που είχα νιώσει όταν ταξίδεψα στην Καρπασία για πρώτη φορά. Μια άφατη συγκίνηση, μακριά από μελό πατριωτισμούς και αδιέξοδες πίκρες. Ήθελα να ζητήσω από το φίλο που οδηγούσε να σταματήσει και να πιάσω το χώμα, να το τρίψω στις παλάμες μου, να νιώσω την αίσθηση της γης, να καθαρθώ. «Γιατί αυτή η έλξη για μια γη που δεν γνώρισα, που δεν έχω προφανή σχέση μαζί της;», αναρωτήθηκα. Ποιος αλήθεια είμαι εγώ χωρίς αυτή τη γη, χωρίς τα ταπεινά σημάδια των ανθρώπων πάνω της; Ποια ταυτότητα έχω χωρίς συνέχεια, χωρίς βάθος ιστορίας, χωρίς το μακρύ νήμα; Θα ήμουν μόνο ένας ανόητος, υψιπετής Κυπραίος, που φωνάζει αγγλικούρες και ζει μόνο για το σήμερα: αποκομμένος, ανιστόρητος, ειδεχθής.

Στον Απόστολο Αντρέα ξανά η εικόνα εγκατάλειψης, ένα σώμα που φθείρεται αργά, μια ψυχή που μοιάζει να ενδίδει στο θάνατο, να αποδέχεται πως δεν υπάρχει γυρισμός. Ίσως όλα αυτά να είναι δικές μου προβολές, μύχιες και αποσυρμένες σκέψεις, που ξεφεύγουν από τον αυστηρό εγκλεισμό τους. Από τον κυκεώνα των ασύμμετρων σκέψεων, πετάχτηκε κι αυτή. Να μπορούσα να μεταφέρω μαζί μου όλους αυτούς που μέχρι σήμερα με τόση ένταση απορρίπτουν τη λύση, αυτούς που τόσο αψήφιστα αρνήθηκαν αυτή τη λωρίδα γης το 2004. Να δουν, να νιώσουν, να τους συντρίψει η πραγματικότητα, να τους μειώσει ο χρόνος, να τους διδάξει μέτρο το τοπίο. Για όλους αυτούς λέω που βλέπουν το βορρά μας σαν μια ατιμασμένη γυναίκα και την αρνούνται τρις. Που, αντί να την αποζητήσουν, να την δεχθούν, να της γιατρέψουν τις πληγές στο σώμα και την ψυχή, επιμένουν να αρνούνται να την δουν, να την αγαπήσουν, πίσω από προσχήματα και ρητορείες.
Ο ήλιος μάς χάιδεψε γλυκά στην παραλία κι εγώ ξέφυγα από την τυραννία των σκέψεών μου. Κοιμήθηκα για μια ώρα που μου φάνηκε αιωνιότητα στην ομορφότερη παραλία που έχω δει, σώμα γυμνό πάνω στο σώμα της γης. Στην επιστροφή, απόμεινα να κοιτάζω έναν ουρανό με μιλιούνια άστρα που ανακατεύονταν με τις σκέψεις μου και την αγάπη μου γι΄ αυτόν τον τόπο. Κι αλήθεια σας το λέω. Εκεί, μέσα στα χιλιόμετρα που διανύσαμε της κατεχόμενης γης, ένιωσα για πρώτη φορά κάτι που δεν χαρίστηκε σε γενιές και γενιές Κυπρίων: λεύτερος.

5 Σεπτεμβρίου 2010

Το αύριο δεν είναι μακριά

Το Κυπριακό τραβάει τη δικιά του ανηφόρα, χρόνια τώρα. Η sui generis ζωή του φαίνεται να ετοιμάζεται να δώσει λύση στον εαυτό της, την ώρα που εμείς βουλιάζουμε αργά και σταθερά σε μια παρακμή. Τα παιχνιδάκια, οι επιμονές και το κρυφτούλι με τη διεθνή κοινότητα θα λάβει ένα μεγαλοπρεπές τέλος. Ο γιατρός στις προηγούμενες σελίδες θα ξέρει καλύτερα να μας περιγράψει το τι συμβαίνει όταν κάποιος εξέρχεται βίαια από τη νιρβάνα του.

Όλες οι κινήσεις φαίνονται να είναι στα χέρια της Τουρκίας και της διεθνούς κοινότητας. Το άνοιγμα της Αμμοχώστου για επιστροφή των κατοίκων της, υπό τουρκοκυπριακή διοίκηση, εκτιμήθηκε ως επικοινωνιακό πυροτέχνημα. Για όσους ξεχνάνε εύκολα, υπενθυμίζω ότι το 2003 τα οδοφράγματα άνοιξαν σε μια νύχτα και ο τότε κυβερνητικός εκπρόσωπος δεν ήξερε να βάλει δυο προτάσεις στη σειρά για να «καθοδηγήσει» τον κόσμο. Τώρα ετοιμαζόμαστε για το επόμενο πατατράκ, που θα προκύψει από το τέλος των συνομιλιών, την έκθεση του ΟΗΕ και την απόσυρση της ΟΥΝΦΙΚΥΠ. Στη λίστα προστίθεται το απευθείας εμπόριο, που οι επιπτώσεις του δεν είναι τόσο οικονομικές, όσο πολιτικές. Προφανώς, η ανησυχία δεν είναι αν οι σαλάτες στην Grand Place θα φτιάχνονται με αγγουράκια από τα κατεχόμενα, αλλά η πολιτική επίπτωση στο νομικό καθεστώς των κατεχομένων. Μαζί μ΄ αυτά, η οικονομική αυτονόμηση των κατεχομένων μέσα από τη δημιουργία συνθηκών για έναν «φορολογικό παράδεισο», που θα είναι κοντά στην ΕΕ αλλά ανέλεγκτος από το θεσμικό της πλαίσιο, θα καταλήξει σε λίγα χρόνια να ανταγωνίζεται τις υφιστάμενες δομές μας.

Στο επίπεδο της κοινωνίας, η προσωπική μου αίσθηση είναι ότι ακόμα και οι ακραιφνείς υποστηρικτές της ομοσπονδιακής λύσης έχουν αρχίσει να παρουσιάζουν σημάδια κόπωσης. Η διζωνική, δικοινοτική ομοσπονδία απέχει πολύ από το να θεωρηθεί πολιτικό όραμα, ικανό να κινητοποιήσει κοινωνικές δυνάμεις που θα ωθήσουν τα πράγματα προς την πραγμάτωσή της. Έχει κανείς σήμερα ειλικρινή και διακαή πόθο να στήσει νέες κρατικές δομές και καινούργιες κοινωνικές συμμαχίες με τους Τουρκοκύπριους; Φοβάμαι ότι το σημερινό στάτους κβο έχει εμπεδώσει μέσα μας την πεποίθηση ότι η συμβίωσή μας κάτω από ένα κράτος δεν είναι ούτε επιθυμητή ούτε εφικτή. Ήδη, τα σχέδια Β, Γ και Δ περιέχουν χωριστές κρατικές οντότητες, διευθέτηση του περιουσιακού με αμοιβαίες ανταλλαγές και ρύθμιση του ζητήματος της ασφάλειας με σοβαρές μειώσεις στρατευμάτων και από τις δύο πλευρές και ανάθεση αρμοδιοτήτων για τα σύνορα στο FRONTEX.

Ενώ σε αδρές γραμμές οι επόμενοι μήνες διαγράφονται πραγματικά κρίσιμοι, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας αγωνιά για τη συγκυβέρνηση με το κόμμα της πατριωτικής ηλιθιότητας και γκρινιάζει σαν γεροντοκόρη κάθε φορά που αρθρώνεται έστω και ήπια κριτική. Έλλειμμα ηγεσίας, ανικανότητα διαχείρισης του βραχυ- και μεσο- πρόθεσμου ορίζοντα, φοβικά κατάλοιπα χρόνων και χρόνων ακελικής στενομυαλιάς με κάνουν να νοσταλγώ τον Τάσσο. Πρόεδρε, το κατάφερες κι αυτό...