Ο λαϊκισμός που απαντάται σε
πολλές αστικές δημοκρατίες έχει υποστεί σημαντικές μεταλλαγές τα τελευταία
χρόνια. Η ίδια η έννοια του λαϊκισμού εμφανίζεται όλο και συχνότερα στον
δημόσιο λόγο και εκτοξεύεται και από τις δύο πλευρές του διπόλου της αριστεράς
και της δεξιάς, συχνά χωρίς να έχει σαφές περιεχόμενο.
Ένα σημαντικό χαρακτηριστικό
των λαϊκιστών πολιτικών ηγετών ή κομμάτων είναι ότι εμφανίζονται στα δημόσια πράγματα
προβάλλοντας ένα και μοναδικό διακύβευμα. Στα μέτρα της Κύπρου, αυτό θα ήταν η
σωτηρία του νησιού, η διαφύλαξη της αξιοπρέπειας του κυπριακού ελληνισμού ή
κάτι παρεμφερές εντός της σφαίρας αυτής.
Η αυταπάτη που καλλιεργείται
από τον λαϊκισμό έχει δύο θελκτικές για το κοινό όψεις: η μία είναι η προσδοκία
της τέλειας ενότητας του λαού, όπου με μία βούληση και κοινούς στόχους, μπορούν
να επιτευχθούν οι πολιτικές στοχεύσεις και να πραγματωθούν οι εθνικοί πόθοι.
Μαζί με την προσδοκία αυτή, έρχεται και η καθαρή ταυτότητα του εθνικού σώματος,
όπου μόνο οι γνήσιοι μέτοχοί του έχουν δικαίωμα να ακούγονται, να συμμετέχουν
και να αποφασίζουν. Στα μέτρα της Ελλάδας, μια τέτοια λαϊκιστική έκφανση συμπυκνώνεται
στο παλιό πασοκικό σύνθημα: “Η Ελλάδα στους Έλληνες” και φτάνει μέχρι τις μέρες
μας με τις χρυσαυγίτικες τερατογενέσεις.
Η άλλη όψη είναι η
δαιμονοποίηση της τρέχουσας πολιτικής πραγματικότητας, όπου σύμπαν το πολιτικό
σύστημα, η αντιπροσωπευτική δημοκρατία και οι θεσμοί της, οι πολιτικοί και τα
κόμματα αποτελούν τη ρίζα της κακοδαιμονίας και της παθογένειας του τόπου.
Τίποτα δεν συμπυκνώνει πιο καλά τη στάση αυτή από την αγανακτισμένη φράση:
“Όλοι ίδιοι είναι”. Στα κυπριακά μέτρα, υπενθυμίζεται η πρόσφατη αυτοανάδειξη
ενός προεδρικού υποψηφίου ως αντι-συστημικού, απαλλαγμένου από κομματικές
εξαρτήσεις και λοιπά χαριτωμένα. Μέσα από τη ρητορική αυτού του είδους
αναδύεται ως φυσικό επακόλουθο το παράδοξο της αποχής από τις εκλογικές
διαδικασίες και το ταυτόχρονο αίτημα της άμεσης δημοκρατίας, μέσω διεξαγωγής
διαρκών δημοψηφισμάτων. Τα τελευταία δεν είναι παρά ένας κεκαλυμμένος, και
πολλές φορές, αισχρός πλειοψηφισμός.
Ο λαϊκισμός δίνει επίσης τις
απολύτως απραγματοποίητες υποσχέσεις, τελώντας σε ένα διαρκές διαζύγιο με την
πραγματικότητα και το εφικτό. Εδώ θα μπορούσαμε να θυμηθούμε τις εύκολες λύσεις
που προτάθηκαν για την εκμετάλλευση του φυσικού αερίου στην Κύπρο, μέσα από
ανεδαφικές προτάσεις για την προπώλησή του. Η στάση αυτή είναι δηλωτική ενός
ακόμη χαρακτηριστικού: ο λαϊκισμός ορέγεται την εξουσία, χωρίς να θέλει όμως να
αναλάβει και την ευθύνη που αυτή συνεπάγεται. Μαζί με αυτή τη διαβρωτική δράση,
ο λαϊκισμός έρχεται να υποσκάψει επιπρόσθετα μια βασική συναίνεση στις πλουραλιστικές
δημοκρατίες: γίνεται επίκληση του ελεύθερου διαλόγου, αλλά στην πραγματικότητα
αυτό που επιδιώκεται είναι να εμφυτευθούν εσφαλμένες ιδέες στη δημόσια
αντιπαράθεση και να οδηγηθούν οι πολιτικές συζητήσεις στη διαστρέβλωση και στη
διαστροφή. Το μείγμα γίνεται εκρηκτικό αν αυτός ο λαϊκισμός επενδύσει στην
αγανάκτηση και την οργή των μαζών μέσα από μια ηθικιστική και απολιτική
παρουσία του καταγγελτικού, και μόνον, λόγου.
Ένα βασικό ερώτημα που θα
πρέπει να απασχολήσει δεν είναι η αφετηρία και οι ρίζες του φαινομένου, αλλά
πού οδεύει και τι μπορεί να γίνει για να αποτραπεί η γιγάντωση των δυνάμεών του
και η καταβαράθρωση της χώρας. Το καίριο είναι να βρεθούν αποδεκτές λύσεις στα
κοινωνικά προβλήματα που τίθενται κατά δημαγωγικό και ευκαιριακό τρόπο, να
επιδιωχθούν ουσιαστικές, συναινετικές και δίκαιες λύσεις στα βασικά ζητήματα
που απασχολούν τον κόσμο και να ξεριζωθεί η κουλτούρα της ατιμωρησίας και της
έλλειψης δικαιοσύνης.
Αν διασφαλιστούν τα ζητούμενα
αυτά, δεν θα υπάρχει λόγος ανησυχίας από τη δημιουργία νεοπαγών κομματικών
σχηματισμών με παλιά υλικά, που τζογάρουν στις δύσκολες συνθήκες των καιρών
μας. Ένα μεγάλο μέρος της ευθύνης αυτής βρίσκεται αναπόφευκτα στα χέρια της κυβέρνησης…
Ο Νικόλας Κυριάκου θέλει να επινοήσει εκείνη, τη μία λέξη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου