Με την τέχνη του Παύλου
Ήταν πολλοί με μπλούζες μαύρες κι επιγραφές,
άκου, ρε φίλε μου, αρχαιοελληνικές.
Μα εσύ τις κάφρικες τις ιδέες τους τις έφτυνες
και με τους στίχους σου την κόλαση τους
έριχνες,
μέσα στο Πέραμα κι ύστερα Κερατσίνι
πίστευες μόνο «κοινωνική δικαιοσύνη».
Σε μια πατρίδα που κάθε μέρα
όλο και πιο βαθιά βυθίζεται μες τη
χολέρα
του ναζισμού, του φασισμού
του πιο απόλυτου και βάρβαρου μισανθρωπισμού.
Που βλέπει ξένους κι όλο εχθρούς
παρουσιάζει στους ανθρώπους της
μόνο φανταστικούς,
για να μπορεί να τρέχει αίμα.
«Αίμα – τιμή – χρυσή αυγή»
όλοι οι φασίστες, τα μπατσόνια κι οι
νεοναζί
δουλεύουνε μαζί.
Και όλα αυτά, για εκείνους ήτανε γιορτή.
Σε κάθε λήξη, στέκονταν προσοχή
και με το χέρι υψωμένο
λέγαν έναν ύμνο παραποιημένο.
Σε γνωρίζω από την κόψη
του μαχαιριού τη θανατερή.
Σε γνωρίζω από την όψη
την αρειοφυλική.
Με το αίμα βαμμένη
του Παύλου Φύσσα σάρκα σκισμένη
και σαν πρώτα «αντρειωμένοι»
- τώρα κρυμμένοι
μέσα στον όχλο
χρυσαυγήτες γυμνασμένοι.
Μα, άκου αδελφέ μου,
Εκεί που πας, ένα να ξέρεις
Ότι την τέχνη, το τραγούδι σου
κι ό,τι πιστεύεις
είναι και άλλοι,
ηλιθίως μέχρι σήμερα
πολύ σιωπηλοί,
που τις πιστέψαν και τις ακούνε
και μες τον κόσμο ίσως μια μέρα
μόν’ αγάπη θα υπακούνε.
Για το ταξίδι που κινάς,
Ένα να ξέρεις, ένα να πεθυμάς,
πως εσύ κι εγώ
θα τους φωνάζουμε για πάντα:
«σιγά μη φοβηθώ».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου