30 Μαρτίου 2014

Σημειώσεις από μια Άνοιξη




Τους παλιούς καιρούς και μια φορά κι έναν καιρό, σαν παραμύθι αλλά όχι ακριβώς, μιας και μιλάμε για ενήλικες που έμειναν παιδιά, έκανα υπομονή, όπως είχα μάθει να κάνω, μέσα στους διαδοχικούς χειμώνες. Περίμενα, καρτερούσα, σώπαινα, όπως ένας βολβός στο χώμα που αναμένει το κρυπτογραφημένο μήνυμα των εξωτερικών συνθηκών για να σκάσει μύτη. Φανταζόμουν τον χρόνο να μοιάζει αντί γραμμή, σημείο για να μπορώ να στέκομαι πάνω του, παρά να διανύω αποστάσεις. Ήμουνα (ψέματα, είμαι ακόμα, μα μην το πεις πουθενά) οκνηρός κατά βάθος, ένας τεμπέλης του κερατά για να τα λέμε επιτέλους τα πράγματα με τ’ όνομά τους, που ξεγλιστράει με μερικές λεκτικές φιοριτούρες κι άλλοτε με επινοημένες σοφιστείες του ποδαριού. Κι έτσι, ήθελα να τα αποφεύγω όλα αυτά. Περίμενα, λοιπόν, καιρό την Άνοιξη. Έλεγα: “Θα έρθει. Δεν μπορεί”. Κι έπειτα, μια μέρα, από όλες τις χαραμάδες των τοίχων, από τα παράθυρα που δεν έκλειναν καλά, απ’ τα χαλασμένα παντζούρια κι απ’ τις βρύσες που έσταζαν ξεχύθηκαν μέσα μυρωδιές και φως και πουλιά που γύρισαν απ’ τα μακρινά τους ταξίδια και κόκκινα πέταλα και μέλισσες και ζουζούνια που σου έπαιρναν τα αφτιά και σπόροι που έπιασαν και κρινάκια που άνθισαν. Τώρα που το ξανασκέφτομαι, νιώθω σαν να ήμουν μάρτυρας στην κοσμογονία της ημέρας που μεγάλωνε, κερδίζοντας ένα λεπτό τη φορά, και ήταν μια εποχή που ένιωθα ότι καθώς περπατούσα, έβρεχε αστέρια. Αργότερα θα μάθαινα, όχι χωρίς οδύνη, όχι χωρίς πόνο, αλλά μ’ ακριβό αντίτιμο την απώλεια (συνειδητοποιώντας ότι δεν είμαι ξεχωριστός και άτρωτος) ότι τα ακραία συναισθηματικά φαινόμενα συμβαίνουν σπάνια κι ότι στην ώρα τους δεν δικαιούσαι, εκτός αν είσαι τρελός ή αυτοκαταστροφικός, να κλειστείς στο σπίτι σου και να αδιαφορήσεις για τον ουρανό που άνοιξε. Αλλά εκ των υστέρων η σοφία δεν ωφελεί σε πολλά, ίσως να είναι πιότερο βάρος, ένας δαίμονας που σε πελεκάει και σου φουσκώνει τα μυαλά, τάχα μου να περάσεις την εμπειρία πιο κάτω, να προλάβεις την αναποδιά του άλλου, να τον προστατέψεις. Μόνο που η ζωή βιώνεται στην ευθεία και προς τα εμπρός -πώς να το πω με όρους της εποχής;- νά, γεμίζει σαν την κόκκινη γραμμή στην μπάρα του youtube. Ακούς το τραγούδι, κι όσο προχωράει χαίρεσαι, κι όσο χαίρεσαι ο χρόνος μετράει αντίστροφα και στο τέλος μένεις με μια αίσθηση ανώνυμη, που κάπου πρέπει να την τιμαρέψεις κι αυτήν και με μια γεμάτη γραμμή. Νά το ζήτημα, λοιπόν: να έχεις προσπαθήσει να σταθείς πάνω στον χρόνο σαν αυτός να ήτανε σημείο, μόνο και μόνο για να βρεθείς στο τέλος με μια γραμμή. Διάψευση, δεν νομίζετε;

Δεν υπάρχουν σχόλια: