της Ι.Κ.
Πριν από σχεδόν είκοσι χρόνια κυκλοφόρησε ένα λεύκωμα με φωτογραφίες του Γιώργου Σεφέρη τις οποίες είχε βγάλει στη διάρκεια των ταξιδιών του στην Κύπρο τη δεκαετία του ΄50. Ο τίτλος εκείνης της έκδοσης είναι ο τίτλος του σημερινού άρθρου. Αφορμή για τις γραμμές αυτές είναι η συμπλήρωση 110 χρόνων από τη γέννηση του ποιητή - 29 Φεβρουαρίου με το παλιό ημερολόγιο, 13 Μαρτίου 1900 με το νέο. Τόπος γέννησης: Σμύρνη. Βίος: κοσμοπολίτικος, διπλωμάτης καριέρας γαρ, έζησε δυο ζωές. Τη μια, την πραγματική, μέσα στο μόχθο και την προσπάθεια του θνητού ανθρώπου και την άλλη, εντός του, μέσα στον κόσμο της γλώσσας, της ιστορίας και της εσωτερικής καταβύθισης, Δημιουργός του οποίου ήταν ο ίδιος.
Αυτά τα χρόνια που κυλάνε μέσα σε μια κρίση που υπονομεύει την εσωτερική μας υπόσταση, που η κρίση αξιών και η αποδόμηση μοιάζουν να είναι τα υλικά της καθημερινότητάς μας, η φωνή του Γιώργου Σεφέρη είναι ένα γερό κράτημα για την ανακατάληψη και την εκ νέου επινόηση του Έλληνα εαυτού μας. Ο Σεφέρης έπεσε θύμα της «αποστεωτικής» λαγνείας του ελληνικού σχολείου. Ταριχεύθηκε γρήγορα μέσα σε εγχειρίδια που παρουσίαζαν θρυμματισμένο και ασύνδετο το έργο του, αναδεικνύοντας την ποιητική του ιδιότητα και κρατώντας στο σκοτάδι τα κείμενα από τις «Μέρες» και τις «Δοκιμές». Η επαρχιώτικη περηφάνια για το βραβείο Νόμπελ τον έντυσε με ένα ακόμη ένα πέπλο, τον εμφάνισε απροσπέλαστο κι ακατανόητο, όπως θέλει ο κοινός νους τον κάθε ποιητή.
Κι όμως, ο λόγος του Σεφέρη συνεχίζει να κρατά τη δική του διαδρομή, έστω και μέσα από τους περιθωριακούς αναγνώστες του και τους μελετητές του. Η μνήμη, το φως, η ιστορία μέσα από μια sui generis ματιά, ο αναστοχασμός πάνω στη μοίρα, η αναζήτηση της ρίζας της γλώσσας δένουν γερά γύρω από την ιδέα του ανθρώπου - είτε αυτός είναι ο ίδιος εαυτός με τη μορφή ενός προσωπικού μονολόγου είτε η δι-αφαιρετική του διάσταση για το γένος των ανθρώπων. Με ό,τι κι αν δεθεί κανείς, ένα είναι το σίγουρο: θα συνεχίσει να σκάβει βαθύτερα τις λέξεις, επαναεπισκεπτόμενος το σύνολο του έργου.
Και η Κύπρος; Ο Σεφέρης βρέθηκε στα χρόνια που ακολούθησαν το δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο στην Κύπρο και κατάφερε να συλλάβει ένα κόσμο που δεν υπάρχει πια. 'Ακουσε τη λαλιά που φυραίνει κάτω από το ασφυκτικό βάρος της επαρχιώτικης κοινής ελληνικής και συνάντησε ανθρώπους που το μέταλλό τους, η φτιαξιά τους ήταν ατόφια. Είδε καθαρότερα το χρώμα αυτού του τόπου: την ώχρα, το βύθισμα στην πέτρα, το απαστράπτον φως. Κι ίσως αυτό να εξηγεί εν μέρει την αυτοπεριγραφή του: «Κατά βάθος είμαι ζήτημα φωτός». Μέσα σε όλα αυτά, κατάφερε να κερδίσει πρόσβαση στην ιστορία αυτού του τόπου, να σταθεί μπροστά στον ομηρικό κόσμο, τη βυζαντινή μυρωδιά, τα μεσαιωνικά γραφτά και την ανάδυση του νέου κόσμου και να τα αναπλάσει με τα δυο του χέρια, παραδίδοντάς μας μια γνώση και ανάγνωση της ιστορίας αυτού του τόπου, το δίχως άλλο ειλικρινή και πέρα από φτιασίδια. Ποιος ξέρει; Ίσως ο ποιητής να βρήκε ξανά ένα μέρος για να αποθέσει τις αναμνήσεις από τη Σμύρνη, τον ξεριζωμό και τον αιώνιο πόνο και την αγωνία της θνητότητας που φαίνεται να κουβάλησε η ύπαρξη του. Γι΄ αυτό και η αγάπη του για την Κύπρο, που πέρασε τα όρια ακόμα και αυτών που η φύτρα κρατάει από αυτό το νησί.
Ο Σεφέρης φαίνεται να νικάει το χρόνο, κι ίσως ο ίδιος με τη μελαγχολική και ύστερης γνώσης ματιά να χαμογελούσε πικρά, σχεδόν ειρωνικά με μια τέτοια φράση. Νικιέται όμως από τα σχολικά εγχειρίδια, τα αναλυτικά προγράμματα και την άνοδο της ασημαντότητας που βασανίζει σαδιστικά τη νόησή μας. Ευτυχώς, κάποιοι μας έδειξαν πώς να επιμένουμε στο μοναχικό ταξίδι στην επικράτεια της γλώσσας του...
Πριν από σχεδόν είκοσι χρόνια κυκλοφόρησε ένα λεύκωμα με φωτογραφίες του Γιώργου Σεφέρη τις οποίες είχε βγάλει στη διάρκεια των ταξιδιών του στην Κύπρο τη δεκαετία του ΄50. Ο τίτλος εκείνης της έκδοσης είναι ο τίτλος του σημερινού άρθρου. Αφορμή για τις γραμμές αυτές είναι η συμπλήρωση 110 χρόνων από τη γέννηση του ποιητή - 29 Φεβρουαρίου με το παλιό ημερολόγιο, 13 Μαρτίου 1900 με το νέο. Τόπος γέννησης: Σμύρνη. Βίος: κοσμοπολίτικος, διπλωμάτης καριέρας γαρ, έζησε δυο ζωές. Τη μια, την πραγματική, μέσα στο μόχθο και την προσπάθεια του θνητού ανθρώπου και την άλλη, εντός του, μέσα στον κόσμο της γλώσσας, της ιστορίας και της εσωτερικής καταβύθισης, Δημιουργός του οποίου ήταν ο ίδιος.
Αυτά τα χρόνια που κυλάνε μέσα σε μια κρίση που υπονομεύει την εσωτερική μας υπόσταση, που η κρίση αξιών και η αποδόμηση μοιάζουν να είναι τα υλικά της καθημερινότητάς μας, η φωνή του Γιώργου Σεφέρη είναι ένα γερό κράτημα για την ανακατάληψη και την εκ νέου επινόηση του Έλληνα εαυτού μας. Ο Σεφέρης έπεσε θύμα της «αποστεωτικής» λαγνείας του ελληνικού σχολείου. Ταριχεύθηκε γρήγορα μέσα σε εγχειρίδια που παρουσίαζαν θρυμματισμένο και ασύνδετο το έργο του, αναδεικνύοντας την ποιητική του ιδιότητα και κρατώντας στο σκοτάδι τα κείμενα από τις «Μέρες» και τις «Δοκιμές». Η επαρχιώτικη περηφάνια για το βραβείο Νόμπελ τον έντυσε με ένα ακόμη ένα πέπλο, τον εμφάνισε απροσπέλαστο κι ακατανόητο, όπως θέλει ο κοινός νους τον κάθε ποιητή.
Κι όμως, ο λόγος του Σεφέρη συνεχίζει να κρατά τη δική του διαδρομή, έστω και μέσα από τους περιθωριακούς αναγνώστες του και τους μελετητές του. Η μνήμη, το φως, η ιστορία μέσα από μια sui generis ματιά, ο αναστοχασμός πάνω στη μοίρα, η αναζήτηση της ρίζας της γλώσσας δένουν γερά γύρω από την ιδέα του ανθρώπου - είτε αυτός είναι ο ίδιος εαυτός με τη μορφή ενός προσωπικού μονολόγου είτε η δι-αφαιρετική του διάσταση για το γένος των ανθρώπων. Με ό,τι κι αν δεθεί κανείς, ένα είναι το σίγουρο: θα συνεχίσει να σκάβει βαθύτερα τις λέξεις, επαναεπισκεπτόμενος το σύνολο του έργου.
Και η Κύπρος; Ο Σεφέρης βρέθηκε στα χρόνια που ακολούθησαν το δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο στην Κύπρο και κατάφερε να συλλάβει ένα κόσμο που δεν υπάρχει πια. 'Ακουσε τη λαλιά που φυραίνει κάτω από το ασφυκτικό βάρος της επαρχιώτικης κοινής ελληνικής και συνάντησε ανθρώπους που το μέταλλό τους, η φτιαξιά τους ήταν ατόφια. Είδε καθαρότερα το χρώμα αυτού του τόπου: την ώχρα, το βύθισμα στην πέτρα, το απαστράπτον φως. Κι ίσως αυτό να εξηγεί εν μέρει την αυτοπεριγραφή του: «Κατά βάθος είμαι ζήτημα φωτός». Μέσα σε όλα αυτά, κατάφερε να κερδίσει πρόσβαση στην ιστορία αυτού του τόπου, να σταθεί μπροστά στον ομηρικό κόσμο, τη βυζαντινή μυρωδιά, τα μεσαιωνικά γραφτά και την ανάδυση του νέου κόσμου και να τα αναπλάσει με τα δυο του χέρια, παραδίδοντάς μας μια γνώση και ανάγνωση της ιστορίας αυτού του τόπου, το δίχως άλλο ειλικρινή και πέρα από φτιασίδια. Ποιος ξέρει; Ίσως ο ποιητής να βρήκε ξανά ένα μέρος για να αποθέσει τις αναμνήσεις από τη Σμύρνη, τον ξεριζωμό και τον αιώνιο πόνο και την αγωνία της θνητότητας που φαίνεται να κουβάλησε η ύπαρξη του. Γι΄ αυτό και η αγάπη του για την Κύπρο, που πέρασε τα όρια ακόμα και αυτών που η φύτρα κρατάει από αυτό το νησί.
Ο Σεφέρης φαίνεται να νικάει το χρόνο, κι ίσως ο ίδιος με τη μελαγχολική και ύστερης γνώσης ματιά να χαμογελούσε πικρά, σχεδόν ειρωνικά με μια τέτοια φράση. Νικιέται όμως από τα σχολικά εγχειρίδια, τα αναλυτικά προγράμματα και την άνοδο της ασημαντότητας που βασανίζει σαδιστικά τη νόησή μας. Ευτυχώς, κάποιοι μας έδειξαν πώς να επιμένουμε στο μοναχικό ταξίδι στην επικράτεια της γλώσσας του...
2 σχόλια:
Ενα έργο σαν τις «Μέρες» δεν μπορεί ποτέ να κρατηθεί στην αφάνεια, είναι σαν την αλήθεια. :)
..Το τραγικό είναι πως μέχρι και σήμερα ο Σεφέρης δεν έχει τύχει της αναγνώρισης που του πρέπει στην Ελλάδα, όλοι τον ''ξέρουν'' [και καλά] ναι μεν αλλά σε κανένα δεν ...αρέσει..
.. ομολογουμένως τους λατρεύω όλους τους έλληνες ποιητές αλλά μακράν ο αγαπημένος μου ποιητής/πεζογράφος/ διανοούμενος.. είναι ο Σεφέρης.. πολλοί κύπριοι νοιώθουν το ίδιο..
νομίζω
..ίσως επειδή ο Σεφέρης έβλεπε και αυτός την ελλάδα σαν ξένος....
Ωραίο το Blog σου φίλε σε έκανα add..
Κυριακο σ' ευχαριστω. Κι επιτελους, εκτος απο το να πλακωνομαστε για το Κυπριακο (οι μπλογκεραδες γενικα) να πουμε και κατι ομορφο για άλλα πραγματα. Καλη βδομαδα
Δημοσίευση σχολίου