Μέσα σε όλη τη βαβούρα και την ανοητολογία που ακολούθησε τις περίφημες πια δηλώσεις του Προέδρου, χάθηκε η ευκαιρία να συζητήσουμε με νηφαλιότητα για την ιστορική καταγωγή του σημερινού προβλήματος. Πέρα από την παραφιλολογία της εισβολής και του πραξικοπήματος, ο δείκτης παραμένει σταθερά προσκολλημένος στο 1974. Από την άλλη πλευρά του συρματοπλέγματος, το 1963 ειναι η χρονιά σταθμός. Οι ιστορικοί-μελετητές κατεβάζουν το όριο σε διάφορες άλλες χρονολογίες, προσπαθώντας να εντοπίσουν με τα δικά τους μεθολογικά εργαλεία τη γενεσιουργό αιτία και την ημερομηνία του προβλήματος.
Παράπλευρη απώλεια για όλους, η επίκτητη σύγχυση που μας συνάφθηκε ως σκιά τα τελευταία χρόνια. Μερτικό σε όλη αυτή την ιστορία έχουν οι δύο μεγάλοι της πολιτικής μας σκηνής. Από τη μια το ΑΚΕΛ, πελαγοδρόμησε για χρόνια ανάμεσα στην απόρριψη της ένοπλης δράσης εναντίον του Ηνωμένου Βασιλείου για να βρεθεί στο μετερίζι της Ένωσης για όσο καιρό οι ντιρεκτίβες από το ΚΚΕ το ζητούσαν. Αργότερα, όταν αντιλήφθηκε ότι ο διεθνισμός ήταν ανάθεμα για τους ντόπιους Ενωτικούς, κοπίασε, ειδικά από το 1974 και μετά, για να αναδείξει μια όψιμη κυπριακότητα με ασαφές και ακαθόριστο περιεχόμενο. Από την άλλη, η εθνικοφρονούσα Δεξιά και οι πολιτικοί της επίγονοι, κυρίως το ΔΗΣΥ, έμειναν για χρόνια προσκολλημένοι σε ένα πολιτικό πρόταγμα που ήταν καταδικασμένο να αποτύχει. Η Ένωση δεν ήταν παρά μια μεγάλη χίμαιρα, που όμως στα χρόνια της διακυβέρνησης του φρόντισε να παιχθεί σε ριπλέϊ για τη γενιά που γεννήθηκε μετά την εισβολή. Διχασμένοι και μπερδεμένοι, οι άνθρωποι της γενιάς μου διδάχθηκαν συνθήματα και μπήκαν σε γραμμές, χωρίς να τους δοθεί ποτέ η ευκαιρία μιας γνήσιας και ειλικρινούς ιστορικής αποτίμησης, που θα τους προετοίμαζε να δουν με κριτική ματιά το παρελθόν τους και να αγναντέψουν με αυτοπεποίθηση και ορθολογισμό το μέλλον.
Μ’ αυτά και μ’ αυτά, η Ελλάδα και κάθετι ελληνικό βιάστηκε δις: από τη μια, η αποκήρυξη τους προβλήθηκε ως μια άσκηση μετάνοιας για το τέρας του εθνικισμού που έχει αφήσει την πατρίδα μας μισή. Από την άλλη, η ανάδειξη μιας Ελλάδας βγαλμένης από τη βλαχομπαρόκ αισθητική της επταετίας, δημιούργησε μια κιτς καρικατούρα, κατορθώνοντας να συνδέσει την Ελλάδα με τον...ΑΠΟΕΛ. Για την οικουμενικότητα του ελληνισμού, το βάθος του πολιτισμού, την ομορφιά που κουβαλάει για τον καθένα η μητρική του γλώσσα, το νήμα που μας δένει με άλλους πιο πίσω, για την ανοικτοσύνη και το δημιουργικό μέλλον, μηδέν. Γι΄αυτά πότε θα μιλήσουμε;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου