"Όλη η Ελλάδα ατέλειωτη παράγκα,
παράγκα, παράγκα, πάραγκα του χειμώνα κι εσύ μιλάς σαν πτώμα"
Δ. Σαββόπουλος, Παράγκα
Η πρώτη μου σκέψη ήταν να ζητήσω από τον υπεύθυνο ύλης να δημοσιεύσει μόνο τους στίχους του τραγουδιού. Αλλά μόνο μ΄αυτό, δεν θα μπορούσα να εξηγήσω τους λόγους που μου θύμισαν το τραγούδι του Νιόνιου. Προσγειώθηκα στο αεροδρόμιο της Θεσσαλονίκης ένα βροχερό μεσημέρι. Στον περιφερειακό προς την πόλη, οι διαφημιστικές πινακίδες είναι γεμάτες από λαϊκόποπ τραγουδιάρες, που εμφανίζονται στα μπουζοκομάγαζα της φιάλης των 120 ευρώ και του λουλουδοπόλεμου. Τα ίδια, δηλαδή, που γνώρισα δέκα χρόνια πριν και συνεχίζουν να αλώνουν την αισθητική της πόλης.
Μπαίνοντας στην πόλη, παρατηρώ τα «Ενοικιάζεται» και τα «Πωλείται» να χάσκουν πάνω σε τζαμαρίες καταστημάτων που στέγαζαν μικροεπιχειρήσεις. Όσο πρόλαβα να οσμιστώ τον κόσμο αυτές τις πρώτες μέρες έπιασα μια κατήφεια, ένα μούδιασμα. Για πρώτη φορά, ο συμπαθής επαρχιωτισμός, μου αποκαλύπτεται αφόρητος, παρακμιακός. Οι άνθρωποι που γνώρισα εδώ στα χρόνια των σπουδών μου, μοιάζουν εγκλωβισμένοι σε μια τεράστια φούσκα του χρόνου. Τίποτα δεν αλλάζει, οι προοπτικές μιας γενιάς έχουν ριχθεί στον γκρεμό που άφησαν οι προηγούμενες δεκαετίες. Δικηγόροι, γιατροί, αρχιτέκτονες μου λένε για μισθούς 600 και 700 ευρώ, για εξοντωτικά ωράρια, για κλειστούς ορίζοντες. Υπάρχει, άραγε, τέλος σ’ αυτό;
Η τηλεόραση αποχαυνώνει τον κόσμο, ειδικά τη νέα γενιά. Η χώρα βουλιάζει σε μια εικονική πραγματικότητα ανάλογη με αυτήν της Ιταλίας: αποθέωση της εικόνας, ασταμάτητα σόου και εκπομπές κουτσομπολιού, ανάδειξη της γυναίκας ως αντικειμένου, οι μεγάλες στιγμές του τηλεtrash είναι εδώ για να μείνουν για πάντα. Η Ελλάδα έχει ξεχάσει να μιλά, έχει ξεχάσει να παράγει, να στοχάζεται. Το πιο λαμπρό κομμάτι των ανθρώπων της παίρνει το δρόμο για το εξωτερικό. Οι γκασταρμπάιτερ του νέου αιώνα είναι τα καλά μυαλά και οι νέοι επιστήμονες, τα πρώτα υλικά του νέου κόσμου από τα οποία θα φτιαχνόταν η άλλη Ελλάδα. Τώρα, όλα μπαίνουν σε μια αναβολή διαρκείας, ένα τέλος αορίστου χρόνου. Δεν έχω λόγια να προσφέρω στους συνομιλητές μου, η ιδέα και μόνο να μπω στη θέση τους μου δημιουργεί ασφυξία. Είναι ενα πράγμα να το διαβάζεις στην εφημερίδα, είναι διαφορετικό να το βλέπεις χύδην μπροστά σου.
Απο δω και πέρα; Η Ελλάδα πέρασε από χίλια κύματα τον 20ο αιώνα: βαλκανικοί, μικρασιατική, παγκόσμιοι, κραχ, εμφύλιος, δικτατορία, Κυπριακό. Πέρασε όμως και στιγμές μεγαλοσύνης: διπλασιασμός της έκτασης της, δύο Νόμπελ, η γενιά του 1-1-4, Πολυτεχνείο, Αντίσταση, η γενιά του ’30. Άντεξε, επιβίωσε, τύλιξε ρίζα πάνω στην ξερολιθιά. Να είναι άραγε γραμμένα όλα αυτά σε ένα ιδιότυπο DNA των ανθρώπων της; Με κάτι τέτοιες σκέψεις ξεγελιέμαι προσώρας. Ελπίζω στο τέλος αυτής της σκοτεινής διαδρομής να πεθάνει η ελληνική λαμογιά, ο κουτσαβακισμός και ο νεποτισμός που έθαψε ζωντανή μια ολόκληρη χώρα και από εκεί να ξαναβγει στο φως αυτός ο όμορφος τόπος...
Ο Νικόλας Κυριάκου χαμογελά με ψυχρότητα για τις ένδοξες μέρες.
5 σχόλια:
ΔΥΣΤΥΧΩΣ εχεις δίκιο !!και η πραγματικότητα όταν τη ζεις είναι χειρότερη.Κρατάτε καλά τη Κύπρο
Εγώ είδα ταξιτζιήδες να κόφκουν απόδειξην εισπράξεως για πρώτη φοράν στη ζωήν τους τζιαι να συζητούν πολιτικά σαν μορφωμένοι πολίτες, είδα καθηγητές να κάμνουν όνειρα για την εξανθρώπισην του δημόσιου περιβάλλοντος τζιαι κοπελιές να ρίχνονται στο διδακτορικό για να καταλάβουν το τοπικό κλίμα των πράσινων πλατειών, είδα λεωφορεία γεμάτα κόσμο τζιαι στην ώρα τους, είδα μαχαζιά όπου σου σερβίρουν με χαρά παλιά αιδέσματα σε σύχρονο πιάτο σε σύχρονα στέκια να σου ευφραίνεται η ψυχή, είδα τα Λαδάδικα αναβαθμισμένα με αθρώπους όμορφους να κουβεγικάζουν, είδα βιβλιοπωλεία γεμάτα κόσμο με εκλυστικές βιτρίνες, είδα να σου σερβίρουν τσίπουρο ποιότητας Α που να έρκεται κατευθείας που τον παραγωγό τζιαι να σου βάλλουν στο πιάτο βιολογικές ελιές με ψουμί που να το σιαίρεται η καρκιά σου, έκατσα μιαν νύχτα ολόκληρη να ακούω τσιτσάνη τζιαι μάρκο που νέα παιθκιά που τους εφκάλλαν που την ψυσιήν τους, όι σε μουσιακήν κατάσταση αλλά σε ζωντανή μετεμψύχωση. Όλα αυτά σε μιά νύχτα τζιαι μιά μέρα στο βούρα ποτζιεί - έλα ποδά, τζιαι δίπλα ακριβώς αυτών που περιγράφεις μέσα σε μιάν πόλην που εκτίστηκεν που το 60 τζιαι δά μες την αναρχίαν τζιαι τον νόμον του μέγιστου κέρδους.
Λαλείς το τί βλέπεις μεν εξαρτάται μόνον που το αντικείμενον που βλέπεις;
Acera μου, ουτε μαυρο, ουτε ασπρο. Οι αντιθεσεις ειναι παρουσες. Να το αγαπημενο κειμενο μου αυτων των ημερων http://www.lifo.gr/mag/columns/3492
Για αυτο που με ρωτας - ναι
Νικόλα Κυριάκου,
Εν τζιαι είσ’ ΕΣΥ που γράφεις σχόλια στου MARINOY [και αναφέρθηκες τζιαι σε ‘ΜΕΝΑ]; [link: http://marinoskleanthous.com/mia-dilosi-apo-ton-proedro-christofia/comment-page-1/#comment-620] …
Νικόλα Κυριάκου,
Σ’ ευχαριστώ για τη διευκρίνηση [που κατάθεσες στο Blog του MARINOY]! Είναι σαφής, από την προηγούμενη εκεί παρέμβαση [και παράλληλα ερώτηση] μου, η έκπληξη μου από το λεξιλόγιο που χρησιμοποιεί ο βοθροπιτσικλισμένος [τελικά] συνονόματος ΣΟΥ!
Δημοσίευση σχολίου