Με αφορμή τη συζήτηση στην Ελλάδα για την άρση της ανωνυμίας στα ελληνικά ιστολόγια, σκέφτομαι συνειρμικά το αποτύπωμα της κυπριακής μπλογκόσφαιρας στη δημόσια σφαίρα. Στα χρόνια που την παρακολουθώ και συμμετέχω σε αυτήν, είδα καλές στιγμές της, αλλά ένιωσα και την ασημαντότητά της.
Στις καλές στιγμές καταχωρώ δύο πρωτοβουλίες που συσπείρωσαν μερικούς από τους καλύτερους ανάμεσά μας. Αυτές ήταν η δημιουργία δύο ιστολογίων με αντικείμενο, το πρώτο, τις προεδρικές εκλογές του 2008 και το δεύτερο την επανένωση που προσδοκούνταν για το 2010. Στη μεν πρώτη περίπτωση νομίζω ότι η συνύπαρξη, συν-γραφή και σωρευμένη κριτική ανθρώπων και κειμένων από διαφορετικές πολιτικές αφετηρίες κουβάλησε τη δύναμη της υπέρβασης. Έδειξε ότι μπορούσε να υπάρξει κοινός τόπος συζήτησης, ότι μπορείς ρε αδερφέ να το πάρεις κι αλλιώς. Για τη δε δεύτερη περίπτωση, υπήρξε μια περίοδος ευφορίας και προσδοκίας, που αν και εκ των υστέρων φαίνεται ρομαντική και τραγικά διαψευσμένη, εν τούτοις κατάφερε να δημιουργήσει ένα τόπο όπου χώρεσαν όλοι όσοι μοιράζονταν την πιεστική ανάγκη για λύση. Μαζί με αυτά τα ιστολόγια, βιώσαμε παράλληλα την εξισωτική δύναμη του διαδικτύου: η φωνή του καθενός είχε χώρο στον αχανή εικονικό κόσμο. Και σ’ αυτόν βρήκαμε διαμάντια. Συγγραφικά ταλέντα, γνήσιο χιούμορ, βαθιά συγκίνηση, πρωτογενές υλικό. Αιτείτε και δοθήσεται.
Στις κακές στιγμές νομίζω ότι άπλετο χώρο καταλαμβάνει ο οχετός κακίας, λιβελογραφίας και ανοησίας που διακινήθηκε, και διακινείται ακόμα, στο χώρο. Τρανό παράδειγμα ήταν η ευτελής ιστορία του christofias-watch, που μας εισήγαγε στα άδυτα της κακογουστιάς και του πιο μίζερου μίσους. Κι αυτά πίσω από το πέπλο μιας ανωνυμίας, που αν και δοξάζεται άκριτα ως δικαίωμα, επί της πράξης λειτούργησε ως όχημα για να χύνει ο κάθε κακομοίρης τη χολή του. Χάθηκε έτσι η ανάγνωση ενός απλού δεδομένου: ότι η ανωνυμία είναι εγγενές χαρακτηριστικό του διαδικτύου – ούτε υποχρέωση, ούτε δικαίωμα. Ο εκφυλισμός της όμως στην πράξη είχε ως συνέπεια τη σταδιακή απαξίωση του μέσου.
Ξαναπιάνοντας το νήμα από την αρχή, θα έλεγα ότι δεν είναι ούτε ρεαλιστικό ούτε επιθυμητό να αναμένει κανείς ότι τα κυπριακά ιστολόγια θα βρουν (ή θα έπρεπε να έχουν) μία συγκεκριμένη κατεύθυνση. Όμως αν αυτό που αποτυπώνεται σήμερα στις οθόνες των υπολογιστών μας είναι η αντανάκλαση του ειδώλου (και) των σκεπτόμενων ανθρώπων, τότε νομίζω ότι μάλλον πρέπει να είμαστε απαισιόδοξοι. Από το χώρο μας ξεχωρίζουν σήμερα λίγοι: άλλοι για τη σατιρική τους διάθεση, άλλοι για τις καλές τους μουσικές, κάποιοι για τον τρόπο που ξαναεπισκέπτονται τη μνήμη και τη συγκίνηση. Όμως οι πολλοί δεν κατορθώσαμε να συνομιλήσουμε, να αναδείξουμε ιδέες, να ελέγξουμε δημοσίω τω τρόπω – αντίθετα μας περισσεύει ο εξυπνακισμός, η μικρότητα, η ανικανότητα να δούμε πέρα από το διαδικτυακό μας χωράφι. Μέσα από τις 15,4 ίντσες της οθόνης η μικροπρέπεια παρελαύνει ως μεγαλείο, η βλακεία ποζάρει ως βαθύς στοχασμός και η ασημαντότητα αναδεικνύεται ως επίκεντρο προσοχής.
Τι θα μπορούσε να γίνει αλλιώς; Δεν είμαι βέβαιος ότι έχω ή ότι υπάρχει μία απάντηση – κι εξάλλου στέκομαι συνήθως στην άλλη όχθη των πραγμάτων.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου