Ποινικοποίηση, ποινικοποίηση, ποινικοποίηση.
Αυτή φαίνεται να είναι η τάση της νομικής μόδας στις μέρες μας. Η τελευταία
εισήγηση που κυκλοφορεί αφορά την ποινικοποίηση της αμέλειας που έχει
καταστροφικά αποτελέσματα για τη χώρα. Για όσους δυσκολεύονται να διαβάσουν το
αποκρυπτογραφημένο μήνυμα, η κλείδα είναι το Μαρί. Στην υστερία που επικράτησε
μετά την έκρηξη, το αίσθημα δικαίου, η κοινή γνώμη και διάφορα άλλα αόριστα και
ακατάλληλα εργαλεία καθόρισαν τον, ας τον πούμε, διάλογο για τις ευθύνες του
καθενός. Τι να είναι αυτό όμως που σπρώχνει μια κοινωνία να επεκτείνει το πεδίο
εφαρμογής του ποινικού της κώδικα;
Χωρίς να ιεραρχούνται οι λόγοι, θα μπορούσε να
πει κανείς ότι η δίψα του κοινού για ανταπόδοση δίνει τον τόνο. Οι αντιδράσεις
που ακολούθησαν το Μαρί, με τη συνεπικουρία των ΜΜΕ, δημιούργησαν μια
ατμόσφαιρα όπου κάθε απόπειρα να στοχαστείς και να μιλήσεις νηφάλια και
συγκροτημένα πνιγόταν στα απόνερα της οργής. Ο καθένας κουβάλησε μια δική του
αλήθεια, πιανόταν από μια λεπτομέρεια των γεγονότων που επιβεβαίωνε την
προσέγγισή του και απέρριπτε κάθε αμφιβολία ή ερώτηση. Αναρωτιέμαι αν έχουμε
προχωρήσει και πολύ από τον καιρό που η βασική δικαιϊκή αρχή ήταν το «οφαλμός
αντί οφθαλμού».
Ένας δεύτερος λόγος είναι η λανθασμένη
πεποίθηση ότι η ποινικοποίηση της όποιας συμπεριφοράς ή πράξης θα μπορούσε να
εξασφαλίσει ότι δεν θα υπάρξουν παραβατικά φαινόμενα. Με άλλα λόγια, η διαρκής
ποινικοποίηση εδράζεται στην αναπόδεικτη θέση ότι ο διαρκής και έντονος
κατασταλτικός έλεγχος μπορεί να φέρει (δραστικά) αποτελέσματα. Η θέση
υποκρύπτει, επίσης, μια μεγάλη παραδοχή αποτυχίας: αν η πρώτη αντίδραση μιας
πολιτείας ή ενός πολιτικού συστήματος είναι η προσφυγή στον ποινικό έλεγχο,
αυτό σημαίνει ότι έχει χαθεί η ευκαιρία για την πρόληψη και για τη διαμόρφωση
τέτοιων συνθηκών, πολιτικών και απόψεων, που θα απέτρεπαν ή θα μείωναν την
ανάγκη για προσφυγή στην καταστολή.
Ψιλά γράμματα, θα μου πείτε, όταν οι προτάσεις
αυτού του είδους ελαύνονται από προφανή πολιτικά κίνητρα και σκοπό έχουν να
αποπροσανατολίσουν τη συζήτηση, υπό την επίφαση ότι «κοιτάξτε, εμείς έχουμε
προτάσεις». Οι προτάσεις αυτές είναι ωστόσο αλυσιτελείς για τους λόγους που
εξηγήθηκαν στις πιο πάνω παραγράφους, και ενδεχομένως και για άλλους που θα
μπορούσαν να προστεθούν σε αυτές. Προς το παρόν, η πρόταση δείχνει την
επιφανειακή αντίληψη που διακρίνει τους παίκτες του πολιτικού μας συστήματος
και την έλλειψη απαντήσεων εκ μέρους του. Όχι απρόσμενα θα έλεγα, αφού το ίδιο
είναι συστατικό κομμάτι της κρίσης των καιρών μας.
3 σχόλια:
Νικόλα Κυριάκου,
Αν και συνήθως σνομπάρεις τους σχολιογράφους του Blog ΣΟΥ, εντούτοις θα επιχειρήσω μιαν παρέμβαση προσδοκώντας ότι θα ΜΟΥ κάμεις την τομή να σχολάσεις αυτά που θα γράψω…
Βασικά με την παρέμβαση μου αυτή, θα ήθελα να εκφράσω την ιδιαίτερη χαρά μου που ένα χρόνο και βαλε μετά την έκρηξη στο Μαρί ανακάλυψες ότι «η υστερία που επικράτησε [τότε] μετά την έκρηξη […] και διάφορα άλλα αόριστα και ακατάλληλα εργαλεία καθόρισαν τον, ας τον πούμε, διάλογο για τις ευθύνες του καθενός».
Θα ήθελα επίσης να σημειώσω την επιθυμία μου όπως, παράλληλα ή/και σε συνδυασμό μ’ αυτήν την ήπια διαφοροποιημένη από τον αντιΑΚΕΛικό [εγώ πότε δεν αφαίρεσα από το «λεξιλόγιο» αυτόν τον όρο] συρφετό, τοποθέτηση σου, δω και την ενεργό εμπλοκή και συμμετοχή στα πολιτικά δρώμενα. Εν όψει προεδρικών εκλογών αναμενω να δω εισηγήσεις σου που να μπορούν να βοηθήσουν/συντείνουν/συμβάλουν στο ξεπέρασμα των «δεξιών συνδρόμων», ή/και των «αριστερών ανεπαρκειών», ή και πως θα ανακαλύψουμε αυτόν τον «δαιμονικά έξυπνο τρόπο [που να πείθει] για να μην εκλεγεί η Δεξιά»…
Πιο συγκεκριμένα [αναφορικά και με το ΑΚΕΛ] θα με ενδιέφερε να μάθω πως το Κόμμα αυτό [της Αριστεράς] θα κατάφερνε μέσα σ’ ένα εχθρικό περιβάλλον κι ένα κυρίαρχο βαθύ κράτος της Δεξιάς «να πείσει για την αναγκαιότητα των αλλαγών [σημ.: στην Παιδεία] και τη θετική τους επενέργεια στον τομέα αυτό», όταν αναγνωρίζεις ότι «η συντριπτική πλειοψηφία των ΜΜΕ έχει πολιτική στόχευση»...
Δημοσίευση σχολίου