23 Σεπτεμβρίου 2012

Ατάκτως ερριμμένα

-->

Δύο από τις λάμπες του φωτιστικού στο ταβάνι έχουν καεί. Έχω ανοίξει τα μάτια πριν τρία δευτερόλεπτα ή πριν τρία λεπτά - δεν ξέρω. Κοιτώ γύρω μου: ένα γραφείο, το κόκκινο λαμπάκι της τηλεόρασης, ένα θαμπό και αρρωστημένο φως μπαίνει από την άκρη της κουρτίνας, μια βαλίτσα με πουκάμισα, εσώρουχα και προσωπικά αντικείμενα. Δεν είμαι βέβαιος τι ώρα είναι. Λευκά σεντόνια, μαλακά μαξιλάρια, μυρωδιά απορρυπαντικού και σκονισμένης μοκέτας. Έχω ξαναδεί αυτό μέρος, έχω ξανάρθει. Με άλλη διαρρύθμιση, κάπου αλλού, πρόσφατα και πριν χρόνια. Για μια στιγμή προσπαθώ να ανασυγκροτηθώ, να θυμηθώ. Πού είμαι, τι μέρα είναι, γιατί είμαι εδώ. Η μια πληροφορία φέρνει την άλλη σαν ένα από εκείνα τα τεράστια ντόμινο που πέφτουν σε δευτερόλεπτα, σαν φράγμα που σπάει. Άλλο ένα ξενοδοχείο, με τα ίδια βασικά χρειώδη, με έναν τόνο πολυτέλειας εδώ κι εκεί, με τρεις μπίρες, δύο είδη νερό και πατατάκια στο mini bar. Ανακάθομαι, τρίβω το πρόσωπό μου, νιώθω τους μύες μου να ξυπνούν. Να ‘μαι πάλι εδώ, στο ρόλο του αν-οικειοθελούς ταξιδιώτη.

Στα ταξίδια βρίσκεται ξανά ο χαμένος χρόνος, τις ώρες που η μπαταρία τελειώνει, «ο διαθέσιμος χρόνος σας στο ίντερνετ έχει εξαντληθεί», με περιμένουν όσα έχω ιεραρχήσει για μετά, όσα έσπρωξα για πιο ύστερα, συναισθήματα και σκέψεις της αναβολής κτυπούν την πόρτα, σαν επίμονοι ιεχωβάδες, υπόσχονται (σ)τη διαφορετική θεώρηση της ζωής, σε ένα αλλιώτικο "γιατί". Είναι η ευκαιρία μου να φτιάξω ιστορίες για το ποιος έμεινε πριν από μένα στο δωμάτιο, την ιστορία του, την οικογένειά του, τις αδυναμίες του. Ίσως να είναι παράλληλοι εαυτοί. Ύστερα, πάλι, ανακαλώ συζητήσεις, ιδέες, χωρισμούς, λόγια βαριά και εικόνες πάθους, όλο αυτό το ποτάμι που κύλησε μέσα από τα δάκτυλά μου και προσπαθώ να το ερμηνεύσω, να το κάνω να βγάζει νόημα. Μα οι προσωπικοί χάρτες, οι φτιαγμένοι από αποκόμματα αναμνήσεων είναι λανθασμένοι κάθε φορά. Κι έτσι, αναρωτιέμαι μερικές φορές, αν μετατρέπομαι σιγά-σιγά σε έναν από αυτούς τους χαρτογιακάδες, τους ευνούχους της γραφειοκρατίας και τους υποτακτικούς της κρατικής ιεραρχίας, που ζουν για τη σκόνη των φακέλων και για να συμπληρώνουν αριθμούς πρωτοκόλλου. Δεν ήμουν φτιαγμένος για αυτό: όλη αυτή η προσπάθεια, η αγωνία και η προσδοκία κάπου αλλού πρέπει να βγάζει. Τουλάχιστον αυτό ελπίζω...

O Νικόλας Κυριάκου θα ήθελε να είναι ένας ανήσυχος κυνηγός απ' τη γενιά των ηρώων.



Δεν υπάρχουν σχόλια: