3 Δεκεμβρίου 2012

Quo vadis Europa?




Ο ιστορικός Mark Mazower γράφει στο βιβλίο του Hitlers Empire
«Ένας από τους λόγους που οι Γερμανοί απέτυχαν να στοχαστούν σε βάθος για την Ευρώπη ήταν ότι για ένα σημαντικό μέρος του πολέμου κάτι τέτοιο δεν απαιτείτο: οι Ευρωπαίοι στοιχίζονταν και εισέφεραν αυτό που απαιτούσαν. [...] Η Ευρώπη υπήρχε ουσιαστικά για να υπηρετεί τα συμφέροντα της Μεγάλης Γερμανίας». 

Στους δύσκολους καιρούς μας είναι εύκολο να γλιστρήσει κανείς σε εύκολες ιστορικές συσχετίσεις και να ερμηνεύσει τις παρούσες συγκυρίες κυλώντας στην ηθική λάσπη του ναζισμού. Όμως αυτό δεν είναι τίποτα άλλο παρά ένας ιδιότυπος, και σίγουρα ανόητος, ιστορικός λαϊκισμός. Αλλά από την άλλη, μάχομαι να παραβλέψω ότι η εσωτερική αγορά μπορεί να ιδωθεί και ως μια μετενσάρκωση του «ζωτικού χώρου» και ότι η ευρωζώνη συμμορφώνεται ευπειθώς στις επιταγές λιτότητας.

Την ίδια ώρα, οι δυσκολίες στις διαπραγματεύσεις για το Πολυετές Δημοσιονομικό Πλαίσιο για τα έτη 2014-2020 δηλώνουν, το δίχως άλλο, το ιδεολογικό, πολιτικό και διαχειριστικό τέλμα στο οποίο βρίσκεται η Ευρωπαϊκή Ένωση. Η νομιμοποίησή της στις συνειδήσεις των Ευρωπαίων πολιτών, ειδικά στις χώρες του Νότου, διαρκώς μειώνεται. Η Ένωση φαίνεται να έχει μετατραπεί σε μια λέσχη στεγνών λογιστών, που ξημεροβραδιάζονται μπροστά στα κομπιουτεράκια τους, ψάχνοντας ελλείμματα, εφαρμόζοντας άτεγκτα τους αυστηρούς δημοσιονομικούς κανόνες και επιβάλλοντας μια εξαντλητική οικονομική λιτότητα στους αποστάτες.

Τελευταία έκφανση της εξόφθαλμα επιθετικής πολιτικής αυτής είναι η ίδια η Συνθήκη Σταθερότητας για την ΟΝΕ που φέρνει τα μέλη της κάτω από τον έλεγχο του Συμβουλίου και θεσπίζει την υποχρέωση εισαγωγής διαρθρωτικών αλλαγών για την αποτελεσματική και διαρκή διόρθωση υπερβολικών ελλειμμάτων. Κι ακόμα πιο πρόσφατα και πιο απτά: η ίδια η συμφωνία για την υπογραφή ενός μνημονίου με την τρόικα. Το περιεχόμενο του οποίου ακόμη αγνοούμε, αλλά γνωρίζουμε ότι το κόστος θα διαχυθεί στην κοινωνία και το όφελος θα διοχετευθεί κατά ένα μεγάλο μέρος στις ίδιες τις τράπεζες. Τις ζημιές τους καλούμαστε να πληρώσουμε όλοι.

Τι σχέση έχουν όλα αυτά με το θεμελιωτικό όραμα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, τα σχέδια των φεντεραλιστών, τους λόγους του Σπινέλλι; Φοβάμαι καμία. Ίσως είναι καιρός να παραδεχθούμε ότι το μοντέλο της Ένωσης έχει φτάσει στα απώτατα ιστορικά του όρια και ότι το μόνο που του απομένει πια ως raison dêtre είναι η συνέχιση της διαχειριστικής του επιβίωσης. Η αποθέωση ενός φθαρμένου ευρωπαϊσμού αντηχεί πια ως μια κενολογία, που δεν είναι ικανή να αποκρύψει τα κοινωνικά αδιέξοδα που δημιουργούνται από την ασφυκτική λιτότητα και την ανικανότητα να δοθούν πειστικές λύσεις σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Ίσως αυτό να λειτουργήσει απελευθερωτικά για να αναζητήσουμε τον αναπροσανατολισμό του εγχειρήματος.

Αναπόφευκτα, παρατηρούνται φαινόμενα απομονωτισμού και απόσυρσης. Στο διεθνές επίπεδο, τα κράτη μέλη κοιτάζουν πώς να περισώσουν τους δικούς τους πόρους, τους εθνικούς προϋπολογισμούς τους, θέτουν ξανά το ερώτημα για την αναγκαιότητα συμμετοχής στην Ένωση και στα κεντρικά της προτάγματα. Στις χώρες του Νότου, η μεσαία τάξη αποδομείται με διαφορετικούς, πλην εντατικούς ρυθμούς, η εξαθλίωση απειλεί τους μικροαστούς και ό,τι μπορεί να σήμαινε «κοινωνικό κράτος» ξεχερσώνεται. Πίσω ολοταχώς στο κράτος-νυχτοφύλακα! Την ίδια στιγμή τρία πολιτικά ρεύματα φτιάχνουν νέα σύνορα στα εκλογικά σώματα των χωρών: ο ευρωσκεπτικισμός, ο ευρωκεντρισμός και ο αντιευρωπαϊσμός, με τους υποστηρικτές της ευρωπαϊκής ιδέας να φυραίνουν διαρκώς. Κι ακόμα, ο καθένας κοιτάει να σώσει τον εαυτό του, αδιαφορώντας αν την επόμενη μέρα όσοι απομείνουν θα είναι ακόμα πιο ευάλωτοι.

Και η Αριστερά τι κάνει ή λέει για όλα αυτά; Απέναντι στα γκρίζα οικονομικά μαθηματικά, τις ιαχές για την ανταγωνιστικότητα και τις βολές ενάντια στις κοινωνικές πολιτικές αδυνατεί να αντιπροτείνει. Η αλληλεγγύη, η συστράτευση, ο άλλος κόσμος που είναι εφικτός παραμένουν εύηχα συνθήματα, χωρίς την υποστήριξή τους με σαφές πολιτικό σχέδιο, με οικονομικό πλάνο, με κοινωνική στόχευση. Την τελευταία τριετία αρκείται στο να καρπώνεται τη δυσαρέσκεια και την προσωρινή συμπάθεια των παλιών προνομιούχων. Όμως με αυτά δεν θα πάει μακριά.

Εμείς; Παγιδευμένοι ανάμεσα σε ένα σύστημα που επινοεί μνημόνια για να αντεπεξέλθει στις κρίσεις του από τη μια και στην αμηχανία των πολιτικών δυνάμεων από την άλλη, αδυνατούμε να κατανοήσουμε, να βρούμε κοινή φωνή, να επιχειρήσουμε. Κάπως έτσι αντιλαμβάνομαι την ευκολία με την οποία έπειθε το θατσερικό τσιτάτο: There is no alternative



2 σχόλια:

Παύλος είπε...

Υπάρχει εξωμνημονιακή λύση; Πούντην;
Η πρόταση Λιλλήκκα μήπως, ή αυτή του Τσίπρα; Μήπως να κατέβουμε στους δρόμους με τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας στο πλευρό μας; Μπορούμε να γίνουμε Σκανδιναβία επειδή απλά έτσι θα θέλαμε;

There is no alternative.

Νικόλας Κυριάκου είπε...

Με απολογίες για την καθυστέρηση:
Λύση πλην μνημονίου, με το ίδιο σύστημα οικονομίας, δεν βλέπω. Ωστόσο, νομίζω ότι έχω λιγότερες βεβαιότητες από σενα σε σχέση με το ζήτημα.