Δύο δηλώσεις
τράβηξαν την προσοχή μου την εβδομάδα που πέρασε. Η μία ήταν από το παραιτηθέν
μέλος της ερευνητικής επιτροπής, κ. Π. Καλλή, ο οποίος δήλωσε ότι η δημόσια ζωή είναι διαβρωμένη από τη δεκαετία του εξήντα
και ότι γι’ αυτό δεν ήταν βέβαιος ποια θα είναι η χρήση του τελικού πορίσματος
της επιτροπής. Λίγες μέρες αργότερα, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας δήλωνε πως η
επικαιροποίηση των αξιών της εποχής της ΕΟΚΑ καθίσταται αναγκαία στον αγώνα μας
για την έξοδο από την οικονομική κρίση στην οποία οδηγηθήκαμε. Οι δηλώσεις
είναι φαινομενικά ασύνδετες, ειπωμένες σε διαφορετικό πλαίσιο, με αφορμή
άσχετες μεταξύ τους περιστάσεις. Επιτρέψτε μου να αποπειραθώ εδώ να συνδέσω τις
δύο δηλώσεις, μέσα από τη δική μου προσέγγιση εκείνης της περιόδου και της
αξιολόγησης της σημερινής πολιτικής μας κατάστασης.
Η κατεστημένη ιστορική αφήγηση δοξάζει την ενότητα του
λαού και τη συστράτευση για την επίτευξη του στόχου της ένωσης με εργαλεία την
αυταπάρνηση, το ηρωικό τσαγανό του λαού, την εμπνευσμένη καθοδήγηση, την
προσήλωση στα υψηλά ιδανικά και στους ιερούς σκοπούς. Υποψιάζομαι ότι μια
τέτοια πανστρατιά θα εννοούσε ο Πρόεδρος όταν αναφερόταν στην επικαιροποίηση,
δηλαδή το updating σε απλά ελληνικά, των αξιών της εποχής ώστε να βρει η Κύπρος την έξοδο
από την κρίση.
Ο κ. Καλλής όμως πρόδωσε, κατά τη δική μου ερμηνεία, αυτό
που δεν ομολογεί η αφήγηση, αυτό που επιδιώκει να κρύψει. Ότι η δημιουργία της
Κυπριακής Δημοκρατίας δεν ήταν ένα πείραμα σε ιδανικές συνθήκες εργαστηρίου,
αλλά κουβάλησε μαζί της ένα σαφές και συγκεκριμένο ιδεολογικό φορτίο, μια
προσδιορίσιμη ελίτ με ηγέτη τον Μακάριο και καθορισμένο στόχο την εκπλήρωση του
στόχου της ένωσης. Η άλλη όψη τής ανεξαρτησίας ήταν η πολιτική και ψυχολογική
ματαίωση της προσδοκίας για την ένωση που οδήγησε σε μια από τις τυπικές
κυπριακές παραδοξότητες: από τη μια η ρητορική της ένωσης και η στόχευση σε
αυτήν συνεχίστηκε αδιάκοπα, και από την άλλη στήθηκαν αυτόνομες δομές
διαχείρισης της εξουσίας που γλύκαναν τους φορείς της. Μαζί με την εθναρχική
ελίτ, ρίζωσε μια πολιτική ελίτ που οι φυσικοί και πολιτικοί της επίγονοι
συνεχίζουν να έχουν μέχρι σήμερα ισχυρή παρουσία στην πολιτική ζωή.
Αναλογιζόμενος ξανά τη δήλωση του Προέδρου, δεν μπορώ
παρά να διαπιστώσω ότι ζούμε σε μια κοινωνία εντός της οποίας λειτουργούν
διάφορα παράλληλα σύμπαντα, που δεν τέμνονται ποτέ. Αντιλαμβάνομαι ότι το κοινό
που έχει ιδεολογική σύνδεση με την εποχή εκείνη είναι πολύ μεγάλο για να αγνοηθεί, αλλά κάποτε θα πρέπει να σταθούμε
με εντιμότητα, ρεαλισμό και ειλικρίνεια απέναντι στους θεμελιωτικούς μύθους της
Κυπριακής Δημοκρατίας. Στην έκταση που με αφορά, η ΕΟΚΑ ήταν μια προσπάθεια που
ξεκίνησε στη βάση μικρονοϊκών πολιτικών υπολογισμών, με ελλιπείς πόρους, χωρίς
σχέδιο και με έντονο το στοιχείο του μεγαλοϊδεατισμού και του μικρομεγαλισμού
που διακρίνει διαχρονικά μεγάλο μέρος της πολιτικής ηγεσίας του τόπου. Σε αυτήν
χώρεσαν κραυγαλέες αντιφάσεις που ξεκινούν από τον αντικομουνιστικό της
χαρακτήρα και φτάνουν στη γνήσια πίστη απλών ανθρώπων για τους σκοπούς της. Γι’
αυτό λοιπόν, οι εκτιμήσεις και οι αξίες μιας μερίδας της τότε κοινωνίας που
έβγαινε από αιώνες πολιτικής καθυστέρησης, πνευματικής οπισθοδρόμησης και
περιορισμένων οριζόντων δεν μπορεί με κανέναν τρόπο να συγκριθεί με τη σημερινή
κοινωνία, ή τουλάχιστον με όσους από εμάς τοποθετούμε τον εαυτό μας στον
αντίποδα των προαναφερθέντων χαρακτηριστικών.
Γι’ αυτό Πρόεδρε, ταπεινά θα εισηγούμουν να
κινητοποιήσετε την κοινωνία με ιδέες και προτάσεις που αφορούν το 2013 και να
εμπνεύσετε για την υλοποίηση του περίφημου «2020». Το παραμύθι του 1960 και της
ιστορικής μούχλας είναι πια προσβλητικό για τη νοημοσύνη μας.