20 Ιουνίου 2010

Ανθρωποφαγίες


«Σκούριασαν τα χέρια,
βρήκα άλλους τρόπους»
Ν. Ζούδιαρης

H κινούμενη άμμος μοιάζει έτοιμη να κλείσει πάνω από τα κεφάλια μας - λίγες σκέψεις που τελούν μάλλον σε δυσαρμονία με το δαιμονικό φως που μας μαστίζει. Δεν θυμάμαι πότε πέσαμε στην άμμο, πάει καιρός. Και, ξέρεις, με τον καιρό η μνήμη λειτουργεί σαν νερό στα γεγονότα – η όψη τους διαθλάται κι οι λεπτομέρειες μοιάζουν να παίρνουν τη δική τους μορφή. Στην αρχή ήταν η τηλεόραση. Και στην πορεία και στο τέλος αυτή. Με πρωϊνάδικα, ριάλιτι σόου, πονεμένους καψούρηδες, τελειωμένες οικογένειες, τσακισμένες  ψυχές, μεγάλους αδερφούς και άλλους διάολους. Στην άλλη άκρη, γερά γαντζωμένοι σε πολυθρόνες και τηλεκοντρόλ, πολίτες που είχαν εκχωρήσει τα δικαιώματα τους, μόνο και μόνο για να πυκνώσουν τα περήφανα στίφη των εκατοστιαίων μονάδων της AGB, ψήφιζαν, κορόϊδευαν, δόξαζαν τον πανάγαθο που «ευτυχώς δεν συμβαίνει σε μας» και εκπαιδεύονταν καθημερινά σε ένα γλυκερό εκμαυλισμό, μια αρρωστημένη αιμομιξία με την πιο λασπερή όψη του εαυτού μας. Ύστερα, ήρθε η νέα τηλεοδηλωσιογραφία, ομιλούσες γραβάτες και Mont Blanc με κατασταλαγμένες απόψεις που υποδείκνυαν, αναδείκνυαν και κατέβαζαν προέδρους, βουλευτές, αρμόδιους καταργώντας τη δημοκρατία, εγκαθιδρύοντας μια τηλεοπτική ολιγαρχία. Δια βοούσας σιωπής εγκρίναμε, βαρεθήκαμε, περιμέναμε κάποιον άλλον να βγάλει το φίδι από την τρύπα, χεστήκαμε μιας και είχαμε με άλλα πράγματα να ασχοληθούμε. Οι καλύτεροι από μας τα έλεγαν στις παρέες, οι πιο πολλοί έφυγαν ένα βράδυ σαν τον Μπούκοβι για άλλες πολιτείες και οι υπόλοιποι πλακώθηκαν στη χάθα γιόγκα, τις εκδρομές, τα DVD και τους ΜΚΟ. Όσο περνούσε ο καιρός, η κρεατομηχανή ξερνοβολούσε περισσότερα τέλεια χαμόγελα, γυαλιστερά μπούτια, αβυσσαλέα μπούστα - αν θέλετε αλλάξτε τη σειρά των επιθέτων, δεν έχει σημασία - αυτό που έχει σημασία είναι ότι όλα αυτά ήταν το υλικό μιας μεταμοντέρνας Γκουέρνικα. Τα αισθητικά πρότυπα δεν υπήρχαν παρά μόνο σε ιλλουστρασιόν περιοδικά και σε τσόντες κρεμασμένες στο περίπτερο. Το Κολοσσαίο είχε ανοίξει και εμείς τραβούσαμε προς τα εκεί σαν να πηγαίναμε σε γιορτή μεγάλη – το αίμα του πρώτου ξεπήδησε μέχρι τα πρώτα διαζώματα. Στην αρχή έκπληξη, αλλά προτού αρθρωθεί μια λέξη, μια ένσταση, ένα «μήπως» ρε αδερφέ, χίλια πτώματα στρώθηκαν μπροστά μας και πάνω τους συνουσιάζονταν με μια κτηνώδη οργή τηλεπαρουσιαστές, νέες περσόνες του τίποτα, τραγουδιάρες και ποδοσφαιρικά φυντάνια, έρημοι κι απρόσωποι εκπρόσωποι κι άλλοι διάφοροι τιποτένιοι και ανύπαρκτοι που υπαγόρευαν με περίτεχνες φράσεις και εκκλησιαστικές πλάτες τι γνώμη είχαμε. Κι εμείς, ηδονοβλεψίες της κλειδαρότρυπας, έτοιμοι προς συναλλαγή και συμβιβασμό, ζητούσαμε κι άλλο, ζητούσαμε περισσότερο, ζητούσαμε με μανία και απαίτηση που δεν είχαμε δείξει για τίποτα άλλο προηγουμένως. Τώρα, καταλαμβάνουν δι’ εφόδου τους ζωολογικούς μας κήπους για να χλευάσουν τα φυλακισμένα αγρίμια, ζητάνε κεφάλια για κάθε έγκλημα, απαιτούν ονόματα, διευθύνσεις και βιντεάκια στα κινητά που να δείχνουν εύκολες καθηγήτριες να αποπλανούν αποπροσανατολισμένα αγόρια, κάτι τελοσπάντων που να θρέψει για ακόμα λίγο, μέχρι παραπέρα την εξάρτηση όλων των τζάνκις. Τώρα, μου φαίνεται, απομένει μόνο να μάθουμε πόσο βαθιά θα φτάσουμε...





















2 σχόλια:

the Idiot Mouflon είπε...

Να χαρείς... σπάζε το κείμενο τσας με παραγράφους...

Νικόλας Κυριάκου είπε...

εληφθη