Άκου, τώρα, τι θυμήθηκα:
30 Σεπτεμβρίου 2011
25 Σεπτεμβρίου 2011
Εμίρηδες και κακομοίρηδες
Η εξέλιξη της ιστορίας με το φυσικό αέριο θα είχε πλάκα, αν δεν αφορούσε την πατρίδα μας, τον εθνικό της πλούτο και τον παροιμιώδη μας ερασιτεχνισμό. Υπάρχουν τουλάχιστον τρία κύρια ζητήματα των οποίων οι χειρισμοί θα πρέπει να μας αφορούν όλους: το πολιτικό, το οικονομικό και το περιβαλλοντικό.
Δεν διεκδικώ δάφνες περιβαλλοντικής ευαισθησίας, αλλά με το φτωχό μου το μυαλό αναρωτιέμαι αν έχει γίνει οποιαδήποτε μελέτη περιβαλλοντικών επιπτώσεων από την εξόρυξη και αν έχει εκπονηθεί σχέδιο αντιμετώπισης έκτακτων συμβάντων. Το ζήτημα δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί ελαφρά τη καρδία: μια περιβαλλοντική κρίση θα είχε διπλό αντίκτυπο στην Κύπρο μιας και η Μεσόγειος, ως περίκλειστη θάλασσα, είναι ιδιάζουσα περίπτωση για την περιβαλλοντική της προστασία και η οικονομία μας, που βασίζεται στον τουρισμό, θα μπορούσε να δεχθεί σοβαρό πλήγμα. Έχουν δοθεί εγγυήσεις από την εταιρεία ότι έχει τα οικονομικά και άλλα μέσα για να αποκαταστήσει μια ενδεχόμενη ζημιά; Για τους πιο περίεργους, μια ματιά στο ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 13ης Σεπτεμβρίου 2011 σχετικά με την αντιμετώπιση των προβλημάτων της ασφάλειας των υπεράκτιων δραστηριοτήτων εκμετάλλευσης κοιτασμάτων πετρελαίου και φυσικού αερίου, είναι μια καλή αρχή περαιτέρω έρευνας.
Το οικονομικό κομμάτι αφορά πρωτίστως στο περιεχόμενο της συμφωνίας της Κυπριακής Δημοκρατίας με την εταιρεία που θα προχωρήσει στις έρευνες και την εξόρυξη. Το πλαίσιο της συζήτησης στον δημόσιο λόγο έχει υποβιβαστεί σε ασαφείς διαβεβαιώσεις λειτουργών του υπουργείου Εμπορίου σχετικά με τα οικονομικά συμφέροντα των όρων της συμφωνίας και στην είδηση (που πέρασε στα ψιλά) ότι το συμβόλαιο θα το δουν μόνο οι… αρχηγοί κομμάτων. Θα πρέπει να υπενθυμίσουμε στους πάσης φύσεως εκλεκτούς ότι σύμφωνα με το άρθρο 169 του Συντάγματός μας οι συμφωνίες που δεσμεύουν το κράτος υπόκεινται στον έλεγχο και την έγκριση του Υπουργικού Συμβουλίου ή της Βουλής και δημοσιεύονται στην επίσημη εφημερίδα. Στη μικρή μας μπανανία, ωστόσο, η συμφωνία που αφορά στη διαχείριση του εθνικού πλούτου της πατρίδας μας είναι ακριβοθώρητη. Για διαφάνεια και λογοδοσία, ούτε λόγος. Αν η Κύπρος θα προσποριστεί 1, 2, 5, 20% από τα έσοδα, μας αφορά όλους.
Για το πολιτικό, είμαστε για να μας κλαιν και οι ρέγκες. Αντί η προοπτική αξιοποίησης να προβληθεί ως κίνητρο λύσης κι αντί να δείξουμε πρώτοι καλή πίστη δεσμεύοντας ένα ποσοστό των εσόδων για τη χρηματοδότηση των αναγκών της λύσης και παρακρατώντας ένα ποσοστό προς όφελος των Τουρκοκυπρίων, εμπλακήκαμε στο γαϊτανάκι του τηλεοπτικού πολέμου. Κι αν ακόμη αφήναμε αυτήν την παράμετρο εκτός υπολογισμών, γιατί να μην υπάρξει προγραμματισμός για την επένδυση και αξιοποίηση των πόρων μας;
Τα τρία ζητήματα συμπλέκονται σε πολλές τους εκφάνσεις και απαιτούν συστηματική και επιστημονική δουλειά. Σε σοβαρά κράτη, όπως η Νορβηγία, έχoυν συσταθεί ειδικοί, ανεξάρτητοι φορείς για τη διαχείριση των περιβαλλοντικών κινδύνων (http://www.ptil.no/main-page/category9.html) και την αξιοποίηση των κοιτασμάτων (http://www.npd.no/en/). Στην Κύπρο του 2011, οι ιθαγενείς θα πρέπει να αρκεστούν ξανά στο να αγοράσουν φύκια για μεταξωτές κορδέλες.
23 Σεπτεμβρίου 2011
22 Σεπτεμβρίου 2011
18 Σεπτεμβρίου 2011
Πολιτικές συγγένειες, εκλογικά βαρίδια
Μετά από κάθε παρέμβαση του Αρχιεπισκόπου στην πολιτική ζωή, αναρωτιέμαι αν αξίζει κανείς να σχολιάζει το περιεχόμενο των δηλώσεών του και να τα βάζει με τη σωρευμένη απλοϊκότητα και ανοησία. Η μία όψη των πραγμάτων με κάνει να σκέφτομαι ότι ο εθνικισμός σε περιτύλιγμα 1950 είναι μια σίγουρη συνταγή αποτυχίας για τον όποιο υποψήφιο πρόεδρο: αυτή η ρητορική και η πρακτική ευθύνονται για τη σημερινή κατάσταση και οι παλιότερες απόπειρες συσπείρωσης στο χώρο επέκεινα της Δεξιάς ήταν ατελέσφορες. Τουλάχιστον αυτό αποδεικνύουν τα εκλογικά αποτελέσματα του ΕΛΑΜ, του ΕΥΡΩΚΟ και παλιότερα του σουρεάλ πατριωτικού μετώπου ΔΗΚΟ-ΕΔΕΚ. Ακόμα και η κεφαλαιοποίηση, στην οποία ευελπιστούσαν όσοι στήριξαν τον Τ. Παπαδόπουλο, αποδείχθηκε απατηλή προσδοκία. Άρα, το καλύτερο που θα είχε ίσως να κάνει κάποιος είναι να περιμένει το μοιραίο και φυσιολογικό ξεφούσκωμα.
Από την άλλη, υπάρχουν σοβαροί λόγοι για να ανησυχεί κανείς από τη δεδηλωμένη πρόθεση ανάδειξης ενός αρχιεπισκοπικού υποψηφίου και τον έλεγχο ενός (τουλάχιστον) ΜΜΕ. Η οικονομική επιφάνεια της Εκκλησίας και η προνομιακή της θέση στο οικονομικό στερέωμα του τόπου μας της εξασφαλίζουν σοβαρή ισχύ. Περαιτέρω, ο ιστορικός της ρόλος, με τις βολικές για την ίδια ωραιοποιήσεις, της διασφαλίζει ένα σταθερό ακροατήριο στις μεγάλες ηλικιακές ομάδες. Το παζλ συμπληρώνεται με τις διαρκείς σχέσεις της με σχεδόν το σύνολο των πολιτικών κομμάτων. Το τελευταίο στοιχείο φαίνεται να είναι η Κερκόπορτα από την οποία θα εξαρτηθεί σε μεγάλο βαθμό το σκηνικό των επόμενων χρόνων.
Οι παραδοσιακές σχέσεις του ΔΗΣΥ, σε επίπεδο στελεχών και οπαδών, με την Εκκλησία αποτελούν ένα από τα μεγαλύτερα βαρίδια για το κόμμα αυτό. Οι φιλελεύθερες στροφές και τα ανοίγματα προς έναν πιο μετριοπαθή αλλά συνάμα προοδευτικό κύκλο ανθρώπων παραμένει ένα ημιτελές και μάλλον ξεχασμένο εγχείρημα. Και για να μην ξεχνιόμαστε: την ώρα της κρίσης, τα παλιά καλά αντανακλαστικά και οι δεσμοί λειτούργησαν, στέλνοντας τον Γ. Κασουλίδη στην Αρχιεπισκοπή ανάμεσα στις δύο εκλογικές αναμετρήσεις του 2008, μέσα σε ένα καταιγισμό κιτς και υστερικού αντικομουνισμού. Το αποτέλεσμα γνωστό. Ενδεχομένως αυτό να είναι δηλωτικό της αναπόδραστης σύμπλευσης της Δεξιάς του Κυρίου με ένα θρησκευτικό θεσμό, που η αμαλγαμάτωσή τους συγκρότησε για δεκαετίες το κατεστημένο.
Η αντίδραση του ΔΗΣΥ στις τελευταίες κινήσεις του Αρχιεπισκόπου θα μπορούσε να εκληφθεί ως ένα θετικό βήμα. Ωστόσο, κάτι μου λέει ότι η πραγματική ανησυχία είναι να μην λειτουργήσει η αρχιεπισκοπική πρωτοβουλία ως ανάσχεση στην υποψηφιότητα Αναστασιάδη. Όσο στο κόμμα αυτό θα σκέφτονται με τους όρους του παλιού κόσμου, τόσο θα σύρονται σε συμβιβασμούς και θα υπόκεινται σε πολιτικούς εκβιασμούς και μικροεξευτελισμούς. Αν πραγματικά θέλουν να ξαναβάλουν το κόμμα σε τροχιά εξουσίας κι αν η δύναμη ανανέωσης θα αποδειχθεί αληθινή και όχι μια φενάκη, θα πρέπει να αναζητήσουν τον τρόπο οριστικού απογαλακτισμού (για ρήξη, ούτε λόγος) από την Εκκλησία.
Δεν τρέφω ιδιαίτερη αισιοδοξία και ο πήχης των προσδοκιών μου είναι χαμηλός: με το ΑΚΕΛ σε καταστολή και τον ΔΗΣΥ να «την έχει ακούσει» ήδη με την προοπτική της επιστροφής στην προεδρία από την πολιτική εξορία δέκα ετών, μου φαίνεται ότι οδηγούμαστε ξανά σε επιλογές της κατηγορίας «το μη χείρον βέλτιστον». Ο δρόμος μέχρι τον Φεβρουάριο του 2013 είναι μακρύς, αλλά εδώ είμαστε για να κρατάμε το σκορ. Προς το παρόν, -1 για τα παλικάρια στην Πινδάρου.
11 Σεπτεμβρίου 2011
Θεωρίες συνωμοσίας
Διαβάζω με ενδιαφέρον στο διαδίκτυο και σε έντυπα μέσα μια νέα ανάλυση της πολιτικής κρίσης και του διαμορφούμενου σκηνικού. Με δυο λόγια, επιχειρείται μια απόπειρα σύγκρισης των ημερών που διάγουμε με την περίοδο που προηγήθηκε του πραξικοπήματος. H συνακόλουθη αντιστοίχιση του ρόλου του καθενός θέλει τους διαμαρτυρόμενους να αλείφουν βούτυρο στο ψωμί της Δεξιάς, η οποία επανακάμπτει ενωμένη και με συνολικό σχέδιο εναντίον της Αριστεράς και της παρούσας Κυβέρνησης.
Το μαγικό τσιπάκι, που βρίσκεται εμφυτευμένο στον εγκέφαλο του κάθε καλού Ακελικού, συντονίστηκε αυτοστιγμεί στα βραχέα κύματα της νέας ρητορικής και την αναπαράγει αλάνθαστα. Ωστόσο, η άκριτη αναμετάδοση της νέας γραμμής υπεράσπισης προδίδει την πνευματική οκνηρία των εμπνευστών της και φοβάμαι ότι εξυπηρετεί αποκλειστικά, για άλλη μία φορά, τη διαιώνιση του κομματικού δοβλετίου.
Καθώς ξετυλίγεται το κουβάρι των πράξεων και των παραλείψεων της πολιτικής ηγεσίας και της κρατικής μηχανής, εμφανίζεται καθαρά μπροστά μας ότι οι άνθρωποι μας κυβέρνησαν με σοβιετική βιβλιογραφία του 1930, διαβασμένη κάτω από χαλασμένο πορτατίφ. Η σημερινή εικόνα της αλληλοεπίρριψης ευθυνών μέσα από ένα γαϊτανάκι «δεν γνώριζα», «δεν ενημερώθηκα», «δεν είχα πλήρη εικόνα», «ξεπαρκάριζα» φανερώνει ότι στις σημαντικές θέσεις εξουσίας κυριάρχησε η ευθυνοφοβία, η άγνοια και η έλλειψη κρίσης. Αντιμέτωποι με την απώλεια ζωής συμπολιτών μας πρωτίστως, και με τις δραστικές συνέπειες στην οικονομία και την καθημερινότητά μας δευτερευόντως, νομιμοποιείται κανείς να οργίζεται. Είτε από την οικεία θαλπωρή του καναπέ, είτε στη συμπυκνωμένη αγανάκτηση της πλατείας. Υπάρχει ένταση, υπάρχει θυμός που παράγουν παραπανίσια λόγια και αντιδράσεις πέραν του συνηθισμένου για τα κυπριακά δεδομένα. Όμως από αυτά μέχρι την ανατίναξη αστυνομικών σταθμών, το βαθύ σχίσμα στην κοινωνία, τη συγκρότηση παράνομων ένοπλων ομάδων και τη συστηματική χρήση βίας, ο δρόμος είναι μακρύς.
Η αντιστοίχιση της σημερινής επιλογής κάποιων συμπολιτών μας να διαμαρτύρονται μπροστά στο Προεδρικό με την περίοδο που προηγήθηκε του πραξικοπήματος είναι ένας πολιτικά ανέντιμος και ιστορικά ανόητος συμψηφισμός. Πλην όμως βολικός, αφού θέτει ξανά τους υποστηρικτές του ΑΚΕΛ σε θέση άμυνας και ξαναξυπνάει το φόβο καταδίωξης, υπό το μανδύα του αντιακελισμού. Η προσπάθεια που καταβάλλεται για να κολλήσει σώνει και καλά η ταμπέλα του ακραίου/δεξιού σε όλους τους διαμαρτυρόμενους συσπειρώνει τους ημέτερους και εξοργίζει τους «απέναντι». Η όξυνση της αντιπαράθεσης έχει όλα τα βολικά αποτελέσματα και λειτουργεί ως αυτοεκπληρούμενη προφητεία.
Δεν είναι η πρώτη φορά που το ΑΚΕΛ κάνει κάτι τέτοιο. Συστηματικά τον τελευταίο καιρό έχει επιλέξει να αναδείξει ως κύριο αντίπαλο και συνομιλητή του το ΕΛΑΜ και άλλες περιθωριακές ομάδες που με το ζόρι παίρνουν 2%. Το παιχνίδι της πραξικοπηματολογίας και της μίζερης παρελθοντολογίας έχει καταστεί δεύτερή του φύση. Κι εδώ έγκειται η μεγάλη και ουσιαστική αποτυχία του ΑΚΕΛ: απέτυχε να απευθυνθεί με λογική και ευθύνη στην πλειοψηφία των πολιτών, παρά μόνο επέλεξε το δρόμο της ανάδειξης των άκρων και της αυτοηρωοποίησης: σφάξε με ακροδεξιέ, ν’ αγιάσω.
Το δεύτερο σκέλος της «προφητείας» αναφέρεται στη σύμπλευση ΔΗΣΥ, ΕΔΕΚ, ΕΥΡΩΚΟ, ΕΛΑΜ, ΑΠΟΕΛ, Εκκλησίας και άλλων που ετοιμάζουν την επιστροφή της παλιάς καλής εθνικιστικής Δεξιάς. Το πώς θα δημιουργηθεί το αμάλγαμα και ποια ατζέντα θα έχει το συνονθύλευμα αυτό το ξέρουν πάλι(!) μόνο οι γνήσιοι αριστεροί. Ωστόσο, θα αρκούσε μόνο να εντοπίσει κανείς τουλάχιστον τέσσερις ασυμβίβαστες μεταξύ τους συνιστώσες στους έξι προαναφερθέντες σχηματισμούς/ομάδες για να αποδειχθεί ότι πρόκειται για μια εικασία που εξυπηρετεί την κατάληξη σε συγκεκριμένο συμπέρασμα. Ψιλά γράμματα, βέβαια, για όσους έχουν πνιγεί ήδη στα θολά απόνερα της ίδιας της αλάνθαστης θεωρίας συνωμοσίας τους.
Δυστυχώς, η αντίληψη προβάλλεται στον δημόσιο λόγο ως περισπούδαστη ανάλυση και έγκαιρη προειδοποίηση για το τι μπορεί να συμβεί. Αν υπάρχει κάτι επικίνδυνο στα δημόσια πράγματα, δεν είναι τίποτα άλλο παρά αυτή η μικρονοϊκότητα.
5 Σεπτεμβρίου 2011
Μυαλά ακελικά κλειστά
“Καλά ρε παιδιά, εν εκατάλαβα,
ο Παπαδόπουλος μπορεί και ο Χριστόφιας δεν μπορεί;”
Δ. Χριστόφιας
Η προμετωπίδα αποτυπώνει γλαφυρά μια από τις ρίζες των σκοτεινών μέρων που διάγουμε. Αποδεικνύεται πια ότι στις εκλογές του 2008 πληρώσαμε τον κομπλεξισμό ενός ανθρώπου, τον αρρωστημένο μηχανισμό που τον περιβάλλει και τα απωθημένα 85 χρόνων. Τρία χρόνια μετά, η αποτίμηση των αποτελεσμάτων στο Κυπριακό, την οικονομία και την πολιτική κατάσταση στον τόπο προκαλεί μόνο απαισιοδοξία.
Ο Δ. Χριστόφιας εξελέγη με ένα όχημα υψηλών κυβικών προσδοκίας. Ευαγγελίστηκε τη “δίκαιη λύση - δίκαιη κοινωνία”, θέτοντας ψηλά τον πήχη. Αυτάρεσκα κι ίσως ως ένα βαθμό δικαίως, το ΑΚΕΛ κόμπαζε για την επιτυχία της ανάδειξης ενός αριστερού προέδρου σε μια χώρα όπου το κέντρο βάρους του εκλογικού σώματος ήταν διαχρονικά στην κεντροδεξιά.
Στο Κυπριακό, η ατέρμονη διαδικασία συνομιλιών συνοδεύτηκε από την έγερση των μεγάλων τοτέμ των αρνήσεων. Όχι στα χρονοδιαγράμματα, όχι στην επιδιαιτησία, όχι στην εξωτερική καθοδήγηση. Η ρητορική αυτή και οι προσδοκίες που καλλιεργήθηκαν για μια κυπριακή λύση κατέρρευσαν παταγωδώς στη Γενεύη. Με το παιχνίδι των καθυστερήσεων, ο Πρόεδρος λοξοκοίταζε στο 2013, την ώρα που τα στελέχη του ΑΚΕΛ εγκαλούσαν με τα γνωστά τους ηθικολογικά λογύδρια τον Νίκο Αναστασιάδη για τις προεδρικές του φιλοδοξίες.
Στο εσωτερικό πολιτικό πεδίο, η Κυβέρνηση απέτυχε να υπερασπιστεί τις ενέργειες και επιλογές της, συρόμενη σε ανόητες διελκυστίνδες με την κάθε δευτεράντζα. Σήμερα, ο χρονικός ορίζοντας για το κλείσιμο του Κυπριακού, όπως το γνωρίζαμε, έχει στενέψει και οι προοπτικές συμπόρευσης με άλλες δυνάμεις στην κοινωνία έχουν εξανεμιστεί. Τα τελευταία δύο καρφιά στο φέρετρο της λύσης καρφώθηκαν από τον Δ. Χριστόφια το 2004 και το 2011.
Στην εξωτερική πολιτική, το κράτος μας αντάλλαξε το άχθος της απόρριψης του Ανάν στη διεθνή αρένα με τη ρετσινιά του δούρειου ίππου της Ρωσίας στην Ε.Ε. Στράφηκε ταυτόχρονα σε ένα χαρακτήρα εξωτερικής πολιτικής με άρωμα από το κίνημα των αδεσμεύτων. Ωστόσο, η προνομιακή θέση εντός της Ε.Ε. δεν συμβιβάζεται με μεσοβέζικες τοποθετήσεις και υποτακτικούς χαιρετισμούς στον Μεντβέντεφ. Η μη συμπόρευση μας με την Ε.Ε. οδήγησε στην πιο ανόητη κατασπατάληση πολιτικού κεφαλαίου.
Στην οικονομία, η διαχείριση έφτασε σε αδιέξοδο, εν μέσω παιάνων για τη φιλολαϊκή πολιτική της Κυβέρνησης, από το οποίο μόνο η συναίνεση των κομμάτων έδειξε να προσφέρει διέξοδο. Με άλλα λόγια, η Κυβέρνηση, αφού έστειλε τον καλό στρατιώτη Σταυράκη να πεθάνει μόνος σε όλες τις κρίσιμες μάχες, αναζήτησε εξωτερική συνδρομή. Οι ζημιές στο Βασιλικό, όμως, γύρισαν το ρολόϊ στις δεκαετία του ’80, αποκαλύπτοντας μια Κύπρο εύθραυστη, εξαρτημένη και σε αναζήτηση σοβαρής ηγεσίας.
Η πολιτική χρεωκοπία της Κυβέρνησης οφείλεται εν μέρει και στις επιλογές προσώπων από πλευράς του Προέδρου. Αν και ο πολυπληθής κομματικός στρατός προσέφερε πάντα έμψυχο υλικό, δεν θα πρέπει να ξεχνάμε ότι οι άνθρωποι αυτοί είτε δεν είχαν τα προσήκοντα προσόντα και ικανότητες είτε αποτελούν την κληρονομιά του εκπαιδευτικού συστήματος του ανατολικού μπλοκ. Και στις δύο, δηλαδή, περιπτώσεις ανεπαρκείς, αλλά αυτό δεν σταμάτησε τον Πρόεδρο από το να τους τοποθετήσει σε δημόσια αξιώματα. Το κόστος της ανεπάρκειας τους σε χρήμα για τα δημόσια ταμεία και η ανυποληψία, στην οποία καταδίκασαν την πολιτική, είναι σήμερα άλλη μια θλιβερή παρακαταθήκη του ΑΚΕΛ στον τόπο μας.
Η ηθική χρεωκοπία του Δ. Χριστόφια, της διακυβέρνησής του και του ΑΚΕΛ ξετυλίχθηκε μπροστά στα μάτια μας τις μέρες που ακολούθησαν την 11η Ιουλίου. Χωρίς αίσθηση στοιχειώδους ευθύνης και αιδούς, ο σκελετός της ΕΟΚΑ Β’ και της ακροδεξιάς ανασύρθηκαν από το χρονοντούλαπο της Ιστορίας για να αποτελέσουν γραμμή άμυνας και οπαδικής συσπείρωσης. Αν κάποιος ωφελείται από την παρουσία του ΕΛΑΜ και των άλλων περιθωριακών, αυτός δεν είναι άλλος από το ίδιο το ΑΚΕΛ. Εν τέλει, η πραξικοπηματολογία είναι ο σοσιαλισμός των ηλιθίων.
Με μυαλά ακελικά κλειστά και φυγή από την πραγματικότητα, ο τόπος δεν πάει μπροστά. Κατ’ ακρίβειαν, βρίσκεται σε μια από τις πιο δεινές θέσεις της σύγχρονης ιστορίας του. Ό,τι μπορεί να σωθεί, θα πρέπει δυστυχώς να περιμένει 18 μήνες. Όσος καιρός μας απομένει μέχρι τις προεδρικές του 2013...
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)