29 Ιουλίου 2012

Θητεία




«94ΒΟΟΜ». Η φράση ήταν γραμμένη σε ένα τοίχο της Λευκωσίας και μου υπενθύμισε ότι οι άρρενες, οι ικανοί να φέρουν όπλο, κλήθηκαν από τη μητέρα-πατρίδα να υπηρετήσουν 20 και βαλε μήνες σε κάποιο από τα στρατόπεδα της Κύπρου. Στην κατηγορία "όνειδος" για την ανθρωπότητα καταγράφεται ψηλά-ψηλά η υποχρεωτική στρατιωτική θητεία. Μαζί της και οι παρεπόμενες υποχρεώσεις τη εφεδρείας. Οι πιτσιρικάδες που γεννήθηκαν το 1994 φορούν αυτές τις μέρες το χακί και ασκούνται σε αμέτρητες ανοησίες, όπως το να βαδίζουν με τον ίδιο ρυθμό, να συντονίζουν τις κινήσεις τους σε ακατάληπτα στρατιωτικά παραγγέλματα, όπως το «ημι-ανάϊς» και να ακολουθούν ένα ημερήσιο πρόγραμμα που δεν τους προσφέρει καμιά γνώση, που δεν αναδεικνύει κανένα ταλέντο και τους καταδικάζει σε ένα δίχρονο μαρασμό και αναστολή της ζωής τους.

Είχαν προηγηθεί βέβαια στρατιές (τι ειρωνεία) άλλων, όπως εμείς του θρυλικού 1979, δηλαδή 15 χρόνια πριν από αυτούς. Και πριν από εμάς ήταν οι γεννηθέντες το 1964 και πριν η καταραμένη διετία 1954-56 που συντρίφτηκε με πόνο και απώλεια πάνω στο 1974. Εν έτει 2012, ένα σφριγηλό, ζωντανό, δημιουργικό και χαρούμενο κομμάτι της κοινωνίας μας στέλνεται για ομαδικό εγκλεισμό και… οπλασκήσεις στα ΚΕΝ. Διαιωνίζεται με αυτό τον τρόπο ο σκοτεινός, στρατόκαυλος κόσμος που ρουφάει ζωές, ψυχές, ενέργεια και χρήμα. Από το 1974 και μετά η Εθνική Φρουρά κατάφερε να έχει περισσότερα θύματα από τις ασκήσεις και την ίδια την λειτουργία της, παρά από τον  αντίπαλο της για την αντιμετώπιση του οποίου υποτίθεται ότι φτιάχτηκε.

Την ίδια στιγμή το ανέκδοτο της εφεδρείας οδηγεί σε χιλιάδες χαμένες εργατοώρες κάθε φορά και στην υπενθύμιση του παραλογισμού που επικρατεί. Μαζί με αυτά θα πρέπει να θυμηθούμε ότι η ΕΦ αποτέλεσε μια μαύρη οικονομική τρύπα που ρούφηξε κάμποσα εκατομμύρια ρευστού για το τίποτα, διατηρώντας μια αντιπαραγωγική, σχεδόν παρασιτική τάξη, αυτή των στρατιωτικών, και αντανακλώντας τις κοινωνικές ανισότητες του τόπου μας, όπου οι έχοντες μέσον υπηρετούν υπό ευκολότερες συνθήκες και οι έχοντες πατέρα βουλευτή απαλλάσσονται.

Έχει σήμερα νόημα η διατήρηση στρατού στην Κύπρο; Χωρίς αεροπορία, χωρίς ναυτικό και με τη συντριπτική υπεροπλία του τουρκικού στρατού στις χερσαίες δυνάμεις, αναρωτιέται κανείς για τη στρατιωτική αναγκαιότητα της ύπαρξης της. Από την άλλη η πολιτική θέση της Κύπρου δεν είναι εκείνη του 1960 ή του 1974. Η πιο συχνή ένσταση λέει ότι η κατάργηση δεν είναι η λύση, αλλά ότι θα πρέπει να αναζητηθούν τρόποι να καταστεί η θητεία ουσιαστική και με περιεχόμενο. Σοβαροφανείς μπουρδίτσες, αν μου επιτρέπετε, αφού η ΕΦ ως εξ ορισμού συντηρητικός οργανισμός είναι ανίκανος να αλλάξει και αφού η ιδέα να γίνει η ΕΦ "μάχιμη" θα συναντά πάντα τη μαλθακότητα, τα τηλεφωνήματα των μανάδων και εν τέλει την ίδια τη φύση μας: "δε βαριέσαι, ρε φίλε..."

Αν θέλουμε να κάνουμε ένα βήμα προόδου, θα πρέπει να ξεκινήσουμε τη συζήτηση για την κατάργηση της ΕΦ ώστε να απελευθερώσουμε τους νέους της χώρας μας από το βραχνά αυτό και να καρπωθούμε ως κοινωνία της παραγωγικής και δημιουργικής τους δύναμης. Όσο η ΕΦ υπάρχει, τόσο θα εκπαιδεύεται η νεολαία σε ένα ιεραρχικό μοντέλο εξουσίας, θα αναπαράγεται η υποκριτική και κούφια περιεχομένου ρητορεία του πατριωτισμού και της νεκρολαγνείας που περιβάλλει το Κυπριακό και θα απαιτούνται ζωές και πόροι για τη λειτουργία της. Έχει κανείς το email των τροϊκανών;

22 Ιουλίου 2012

Αγνοούμενοι, αγνοημένοι, εμπαιγμένοι




Οι παλιές, καλές παιδικές ασθένειες του Κυπριακού ξαναφούντωσαν τις περασμένες μέρες με αφορμή την κλήση συγγενών αγνοουμένων από τις κατοχικές αρχές για να δώσουν καταθέσεις αναφορικά με τις υποθέσεις τους. Η δημόσια συζήτηση συνοδεύτηκε από τις γνωστές λαϊκιστικές κορώνες και τις παρεμβάσεις των ημιμαθών. Σε αυτούς οφείλουμε να απαντούμε με νομικά και πολιτικά επιχειρήματα ώστε η διαχείριση του θέματος να μην αφήνεται έρμαιο ενός φολκλόρ συναισθηματισμού και μιας μυωπικής ανάλυσης. Να, λοιπόν, οι σύντομες απαντήσεις σε όσα ακούστηκαν αυτές τις μέρες.

Πρώτο, η κατάθεση στις κατοχικές αρχές από οποιοδήποτε άτομο δεν συνιστά αναγνώριση του κατοχικού καθεστώτος. Ο απλός λόγος είναι ότι τα άτομα δεν μπορούν να αναγνωρίσουν ή να αποαναγνωρίσουν ένα κράτος ή μια άλλη οντότητα που προβλέπεται από το δημόσιο διεθνές δίκαιο. Ακόμα και αν φωνάξουμε χίλιες φορές ότι δεν αναγνωρίζουμε το ψευδοκράτος ή αν κρατήσουμε την αναπνοή μας μέχρι να σκάσουμε, τίποτα δεν πρόκειται να αλλάξει: η δυνατότητα αναγνώρισης κρατών απονέμεται στα κράτη.

Δεύτερον, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι το ΕΔΑΔ απευθύνεται αποκλειστικά στην Τουρκία, την οποία θεωρεί ως διεθνώς υπεύθυνη για τις υποθέσεις των αγνοουμένων. Αν η Τουρκία επιθυμεί να παρουσιάζει συνεχώς την “ΤΔΒΚ” ως ξεχωριστό κράτος με θεσμούς και όργανα, αυτό δεν αλλάζει το εύρημα του δικαστηρίου ότι αποτελεί μια υποτελή διοίκηση, οι πράξεις και παραλείψεις της οποίας αποδίδονται στην Τουρκία.

Τρίτον, το επιχειρήμα ότι ο θύτης δεν μπορεί να είναι κριτής των δικών του ενεργειών ούτε να δώσει θεραπεία στο θύμα είναι μια από τις μεγαλύτερες παρανοήσεις, αν όχι ξερό ψέμα, που ειπώθηκε για το θέμα των αγνοουμένων. Το σύστημα προστασίας ανθρωπίνων δικαιωμάτων που επιβλέπει το ΕΔΑΔ είναι οικοδομημένο με τέτοιο τρόπο που να εναποθέτει την κύρια, αν όχι αποκλειστική, ευθύνη στα κράτη για την τήρηση και το σεβασμό τους στο εσωτερικό της κάθε χώρας. Τα κράτη που παραβιάζουν τις υποχρεώσεις τους, όπως αυτές απορρέουν από την ΕΣΔΑ, οφείλουν να δώσουν αποτελεσματική θεραπεία. Η συμμόρφωση με τις αποφάσεις του ΕΔΑΔ και η αποτελεσματικότητα της όποιας θεραπείας επιβλέπεται από την Επιτροπή Υπουργών, όπου η Κύπρος συμμέτεχει. Πρόσφατα μάλιστα εξασφάλισε μια εξαιρετικά θετική απόφαση της εν λόγω Επιτροπής που καλεί την Τουρκία να ενεργήσει ειδικά επί της διεξαγωγής διερευνήσεων.

Έχοντας υπόψη τα πιο πάνω, διερωτάται εύλογα κάποιος ποιες ήταν οι προσδοκίες των συγγενών αγνοουμένων όταν προσέφευγαν στη διεθνή δικαιοσύνη. Πίστευαν ή πείστηκαν από κάποιους ότι το ΕΔΑΔ θα είχε τη δυνατότητα να αποδόσει τη διερεύνηση σε τρίτο κράτος ή θεσμό για να εξασφαλιστεί κάποια φευγαλέα «αντικειμενική» κρίση;

Το ζήτημα έχει και μια διάσταση προσωπικής ευθύνης: οι συγγενείς των αγνοουμένων είναι προφανώς ελεύθεροι να αποφασίσουν αν θα δώσουν ή όχι καταθέσεις. Και οι δύο επιλογές έχουν συγκεκριμένες συνέπειες. Από τη μια η υποβολή ενός γραπτού υπομνήματος στις κατοχικές αρχές με όλες τις πληροφορίες που κατέχουν μεταθέτει το βάρος ευθύνης στην Τουρκία να διεξάγει τις έρευνες με τις σαφείς προϋποθέσεις που επιτάσσει η νομολογία του ΕΔΑΔ να έχουν. Από την άλλη, η άρνηση να δώσουν κατάθεση δίνει το πρόσχημα στην Τουρκία να επικαλεστεί αυτή την άρνηση και να «θάψει» το ζήτημα με την πρώτη ευκαιρία, ισχυριζόμενη ότι η ίδια έπραξε το μέρος που της αναλογεί.

Η απόφαση, λοιπόν, είναι στα χέρια των συγγενών των αγνοουμένων: διαρκής χρήση των ουσιαστικών και διαδικαστικών μέσων για να παραμένει ανοικτή η υποχρέωση της Τουρκίας για λογοδοσία ή άρνηση συμμετοχής σε μια διαδικασία που επιβλέπεται από τους μηχανισμούς διεθνούς δικαιοσύνης με συνέπεια την απαλλαγή της Τουρκίας από τις ευθύνες της;

21 Ιουλίου 2012

95%

Κι αν αλλάξει κάτι, κάτι έχει προηγηθεί, ένα συνέδριο, και η κάθε απόφαση έχει επικυρωθεί από μια πλειοψηφία. Το πρόβλημα της λειτουργίας ενός ΚΚ δεν είναι στους τύπους, αλλά στην ίδια την ουσία της Δημοκρατίας. Αλλά αυτό είναι άλλο κεφάλαιο. Και στην τυπική Δημοκρατία τα ΚΚ είναι άψογα. Στην ουσιαστική Δημοκρατία λειτουργεί ηγεμονικά και την καταργεί στο όνομα του "σωστού".

18 Ιουλίου 2012

Mουσώνας




Τρελός Μουσώνας ράγισε μεσονυχτίς τα ρέλια.

Στο χέρι σου χλωρό κλαρί, χαρτί κι ένα φτερό.

Τέσσεροι κάμανε καιροί τα ρούχα σου κουρέλια.

Να σε σκεπάσω θέλησα, γλιστράς και δε μπορώ.


Κοράλλι ο κατραμόκωλος βαστάει να σε φιλέψει.

Γιατί μπήγεις τα νύχια σου στη σάπια κουπαστή;

Είν' ένα φάδι αθώρητο και μου μποδάει τη βλέψη.

Γαλάζιο βλέπω μοναχά, γαλάζιο και σταχτί.


Παρακαλώ σε κάθησε να ξημερώσει κάπως.

Χρώμα να βρώ, το πράσινο και τίντες μυστικές.

Κι απέ, το θρύλο να σου πω που μου 'πε μαύρος κάπος

τη νύχτα που μας έγλειφε φωτιά στο Μαρακές.


Ακόμη ξέρω τον αρχαίο σκοπό του Μινικάπε,

τη φοινικιά που ζωντανή θρηνεί στο Παραμέ.

Μα ένα πουλί μου μύνησε πως κάποιος άλλος σ' τα 'πε

κάποιος , που ξέρει να ιστορά καλύτερα από με.


Κάματος είναι που μιλά στενόχωρα και κάψα.

Πεισματική, και πέταξες χαρτί,φτερό,κλαδί,

όμως δεν είμαστε παιδιά να πιάσουμε την κλάψα.

Τι θά 'δινα - ''Πάψε, Σεβάχ'' - για να 'μουνα παιδί!


Αυγή, ποιός δαίμονας Ινδός σου μόλεψε το χρώμα;

Γυρίζει ο ναύτης τον τροχό κι ο γύφτος τη φωτιά.

Και μεις, που κάμαμε πετσί την καραβίσια βρώμα,

στο πόρτο θα κερδίσουμε και πάλι στα χαρτιά.


Νίκος Καββαδίας
Ινδικός Ωκεανός 1951

15 Ιουλίου 2012

Το τέλος του περιουσιακού;

Μια σημαντική και λαλίστατη μερίδα πολιτικών και νομικών υπηρέτησαν πρόθυμα, είτε από κοντόφθαλμη πολιτική ανάλυση είτε από απλή και ξερή άγνοια, το όραμα του να γονατίσουμε πολιτικά την Τουρκία στο ΕΔΑΔ Στη χιλιοειπωμένη και μπανάλ πλέον ιστορία του Κυπριακού προβλήματος πολλοί από τους συμμετέχοντες στη δημόσια συζήτηση έσπευσαν να κηρύξουν το τέλος της μιας ή της άλλης πτυχής του. Αν και ο σημερινός τίτλος θα μπορούσε να εκληφθεί ότι εγγράφεται στον ορίζοντα τέτοιων εσχατολογικών προβλέψεων, ο μοναδικός σκοπός είναι να παρατεθούν ορισμένες σκέψεις για την απόφαση της Κυπριακής Δημοκρατίας να αποδεχθεί την ανταλλαγή ακίνητης ιδιοκτησίας, όπως αυτή συμφωνήθηκε μεταξύ του κ. Τύμβιου και της Τουρκίας. Η υπόθεση φέρει ως χαρακτηριστικό τη νομική παραδοξότητα της εφαρμογής των όρων ενός φιλικού διακανονισμού από ένα τρίτο μέρος που δεν εμπλέκεται στη διαφορά, αλλά αυτό λίγο θα πρέπει να ξενίζει απέναντι στην εν γένει παραδοξότητα του Κυπριακού. Ακόμα και αν δεν βιαζόμασταν να κηρύξουμε τη λήξη του περιουσιακού, δεν μπορούμε να παραβλέψουμε ακόμα μία συντριπτική ήττα της νομικίστικης, μαξιμαλιστικής και κενόδοξης προσέγγισης που είχε ξεκινήσει με την απόφαση Λοϊζίδου. Παρά το γεγονός ότι όσοι είχαν εμπλακεί άμεσα σε εκείνη την υπόθεση δεν εξέφρασαν ποτέ ευσεβοποθισμούς αναφορικά με τις δυνατότητες του μηχανισμού του ΕΔΑΔ να δώσει νομικές, οικονομικές ή πολιτικές λύσεις, μια σημαντική και λαλίστατη μερίδα πολιτικών και νομικών υπηρέτησαν πρόθυμα, είτε από κοντόφθαλμη πολιτική ανάλυση είτε από απλή και ξερή άγνοια, το όραμα του να γονατίσουμε πολιτικά την Τουρκία στο ΕΔΑΔ και να τη στραγγαλίσουμε με τις αποζημιώσεις που θα καλείτο να καταβάλει. Η κατάχρηση του μηχανισμού του ΕΔΑΔ δεν έγινε τυχαία, αλλά καλλιεργήθηκε και ευνοήθηκε από κινήσεις, πολιτικούς σχηματισμούς και δικηγόρους που προσπορίστηκαν ίδιον όφελος από τις ρητορικές κορώνες τους ενώπιον του ημεδαπού ακροατηρίου. Κρίμα που αυτές οι ικανότητες δεν ήταν αρκετές για να πείσουν αυτούς που λαμβάνουν τις αποφάσεις. Όταν το ΕΔΑΔ άρχισε να διαφοροποιεί τη στάση του από την απόφαση στην υπόθεση Ξενίδη-Αρέστη και στη Δημόπουλος, το ρεπερτόριο των εγχώριων διαπρύσιων κηρύκων άλλαξε: το ΕΔΑΔ ήταν πια ένα επιρρεπές στην πολιτικοποίηση δικαστήριο που εξυπηρετούσε την Τουρκία και πωλούσε εκδούλευση στους ξένους που μας είχαν βάλει στο μάτι. Με ανοησίες αυτού του είδους, που ως προσεγγίσεις αναπαράγονται από καταβολής του ελληνικού κράτους, φτάσαμε στο σήμερα. Η ειρωνεία που περιέχεται στην τελευταία εξέλιξη είναι να βρεθεί η Κύπρος μέσα στον τάφο που σκάφτηκε για την Τουρκία από το ενδεχόμενο να ακολουθήσουν και άλλοι φιλικοί διακανονισμοί που θα προβλέπουν την ανταλλαγή περιουσιών και ενδεχομένως να συνεπάγονται και ένα επαχθές οικονομικό κόστος για την ίδια την Κυπριακή Δημοκρατία. Ακόμα και αν θεωρήσουμε την περίπτωση του κ. Τύμβιου μεμονωμένη, δεν υπάρχει ικανός λόγος που να αποκλείει μερικές από τις χιλιάδες υποθέσεις που εκκρεμούν στο ΕΔΑΔ ή στην επιτροπή αποζημιώσεων να έχουν την ίδια εξέλιξη και κατάληξη. Και τότε; Ποιος θα πληρώσει τον λογαριασμό και το πολιτικό κόστος της ολικής αλλαγής της φύσης του περιουσιακού και της μερικής διευθέτησής του; Τότε θα προσθέσουμε ακόμα μία κατηγορία στις περιπτώσεις της ευγενούς μας τύφλωσης (και ομαδικής ψύχωσης) όπου οι προσδοκίες και η απόρριψη του συμβιβασμού στο όνομα μιας φευγαλέας αξιοπρέπειας και πατριωτισμού θα μας έχουν οδηγήσει σε άλλη μια περιφανή ήττα. Ψιλά γράμματα μέσα στο κυπριακό καλοκαίρι που μας εξαϋλώνει…

8 Ιουλίου 2012

Άκου, (απλέ) ανθρωπάκο!






Προσοχή: ακολουθεί σοβιετικό ανέκδοτο. Ο Χρουστσώφ βγάζει ένα λόγο, αποκηρύσσοντας τη σταλινική περίοδο και την κουλτούρα της λατρείας της προσωπικότητας του πατερούλη. «Στυγερά εγκλήματα έλαβαν χώρα στη διάρκεια της διακυβέρνησης του συντρόφου Στάλιν», είπε. «Πολλοί αθώοι άνθρωποι υπέφεραν. Υπήρξαν τρομερές παραβάσεις της σοσιαλιστικής νομιμότητας», συνέχισε. Μια φωνή από το βάθος προκάλεσε τον Χρουστσώφ: «Και εσύ πού ήσουν όταν όλα αυτά συνέβαιναν;». Ο Χρουστσώφ αντιδρά: «Ποιος το είπε αυτό;». Ακολουθεί νεκρική σιγή – θα μπορούσες να ακούσεις ακόμα και μια καρφίτσα να πέφτει. Ο Χρουστσώφ κουνάει το κεφάλι του. «Εκεί ακριβώς ήμουν…».

Θυμήθηκα το ανέκδοτο καθώς έβλεπα τις ειδήσεις και διάφορα βίντεο στο διαδίκτυο την Τετάρτη το βράδυ και αναρωτιόμουν ποια ανέκδοτα θα λέμε τα επόμενα χρόνια για την Κύπρο. Αν και φαντάζομαι ότι το λαϊκό χιούμορ θα φροντίσει για αυτό το θέμα, προς το παρόν τα έχω βάψει μαύρα για τον ασυγχώρητο επαρχιωτισμό και τις εμμονικές αναφορές των ίδιων λέξεων και την κενότητα του πολιτικού λόγου. Ακούγοντας τις επαναλαμβανόμενες ιδεοληψίες και τις αφόρητες κοινοτοπίες που εκστομίζονται ως περισπούδαστες αναλύσεις, αναρωτήθηκα αν πραγματικά αυτό είναι που μας αξίζει.

Πώς ξεκίνησε το ευρωπαϊκό μας ταξίδι, αγαπητέ αναγνώστη; Ήταν οι λαμπρές εποχές του ελληνικού εκσυγχρονιστικού εγχειρήματος. Σημίτης, Κληρίδης, Πάγκαλος, Βασιλείου και πάνω από όλα εκείνος ο λαμπρός Κύπριος, ο Γιάννος Κρανιδιώτης, χάραξαν την πρώτη ολοκληρωμένη στρατηγική προσέγγιση στο Κυπριακό, και πολλοί άλλοι που θα παραμείνουν ανώνυμοι ή στις υποσημειώσεις της Ιστορίας, δούλεψαν για να μπει η Κύπρος, με άλυτο το πολιτικό της πρόβλημα, στην ευρωπαϊκή οικογένεια. Και τα κατάφεραν – όχι εύκολα, όχι απλά. Προϊόντος του χρόνου, ο εκσυγχρονισμός και πολλοί από όσους τον ευαγγελίστηκαν, παραδόθηκαν στη δημόσια αισχύνη – άλλοι δικαίως και άλλοι αδίκως. Ο Κρανιδιώτης χάθηκε στη μοιραία πτήση του 1999 και ο Κληρίδης έχει αποσυρθεί, υπακούοντας στις επιταγές του πανδαμάτορος. Το πολιτικό κενό χάσκει μπροστά μας εδώ και μια δεκαετία, με την αίσθηση να είναι ότι έχουμε ταμπουρωθεί στο μισό γήπεδο, παίζοντας διαρκώς άμυνα.

Σήμερα έχουμε ανάγκη μιας νέας εσωτερικής και εξωτερικής πολιτικής, αλλά είναι εκκωφαντική η απουσία μιας κεντρικής ιδέας καθώς και των δυνητικών φορέων παραγωγής πολιτικής σκέψης. Ακόμα και ένας καλός διαχειριστής, φαντάζει σήμερα ως μια ικανοποιητική λύση, μόνο που κι αυτός αποτελεί μια φευγαλέα φαντασίωση με τα σημερινά δεδομένα. Προς το παρόν φαίνεται να προέχει η πραγματοποίηση μιας κατά το δυνατό καλής και παραγωγικής Προεδρίας του Συμβουλίου της ΕΕ. Η αποτίμηση θα γίνει σε έξι μήνες από σήμερα, αλλά μέχρι τότε ας μην παραμείνουμε εκεί που ήταν για χρόνια και ο Χρουστσώφ… Εκεί ακριβώς.


1 Ιουλίου 2012

Ιστορίες απ’ τα παλιά



 Διάβαζα τα παλιά μου κείμενα πριν μερικές μέρες – λίγο τυχαία, λίγο οι ανάγκες της διαχείρισης της μνήμης. Τα πολιτικά κείμενα που γράφτηκαν μέχρι το 2008 κουβαλούν ένα θυμό και μια απόγνωση. Ήταν ο καιρός που ο χρόνος είχε γυρίσει εξήντα χρόνια πίσω για την Κύπρο με την παλινόρθωση του πιο κουτοπόνηρου εθνικισμού που βίωσε ο μοντέρνος ελληνισμός. Ένα παλιό κατεστημένο ερχόταν με δύναμη από τα παλιά για να μας υπενθυμίσει ό,τι πιο σκαιό γέννησε αυτός ο τόπος. Στα τριάντα παρά κάτι μου, όπως πολλοί άνθρωποι της γενιάς μου, έβγαζα έναν επιθανάτιο ρόγχο: το χέρι του συντηρητισμού και της οπισθοδρόμησης είχε γραπώσει για τα καλά το λαιμό μου.
Τον Φεβρουάριο του 2008, κατά ειρωνικό τρόπο, η ίδια η σάπια δύναμη της κομματοκρατίας έσωσε την παρτίδα, στέλνοντας αδιάβαστους όσους πίστεψαν ότι θα ζούσαν από την επικαρπία του «όχι». Θυμάμαι την ανακούφιση της πρώτης Κυριακής: είχα την αφελή πεποίθηση ότι λίγη σημασία είχε πια το ποιος θα εκλεγόταν Πρόεδρος. Αρκούσε που είχαμε απαλλαγεί από τον εμμονικό απορριπτισμό. Αυτή η απαλλαγή ίσως να είναι ό,τι έχει απομείνει ως κεκτημένο από τότε. Παρενθετικά: η ανεπάγγελτη, κρατικοδίαιτη και αριβίστικη φάρα που άνθησε γύρω από το τότε κατεστημένο απειλεί με επιστροφή στην πολιτική σκηνή. Η ειρωνεία είναι ότι ευαγγελίζεται την επιστροφή σε μια αγνή πολιτική, στη διεκδίκηση, χρησιμοποιώντας έναν αντισυστημικό λόγο. Ποιος; Αυτός που είναι το πιο γνήσιο προϊόν του συστήματος εξουσίας!
Στο τέλος της τρέχουσας διακυβέρνησης η σούμα έχει ξανά αρνητικό πρόσημο. Το κυπριακό πολιτικό σύμπαν χωρίζεται ξανά στα δύο άκρα του: Δεξιά και Αριστερά. Στον κοινό παρονομαστή τους, οι πολιτικοί εκφραστές και των δύο αποτυγχάνουν, κάθε φορά με πιο ευρηματικούς τρόπους, να αρθρώσουν δύο σοβαρές κουβέντες. Την ώρα που, όπως λέει και η Σώτη Τριανταφύλλου, η ευρωπαϊκή Αριστερά έχει γυρίσει σελίδα, εκφράζοντας τη δημοκρατία στο πλαίσιο της ενωμένης Ευρώπης, το κοσμικό κράτος, την «πρόοδο» με όρους ποιότητας ζωής, την κοινωνική αλληλεγγύη στη βάση των ίσων ευκαιριών και έχοντας αποτινάξει τα ολοκληρωτικά της στοιχεία, το ΑΚΕΛ εμμονικά επιμένει στο πιο παράδοξο αμάλγαμα νεοσταλινισμού και σεχταρισμού. Ο εργαζόμενος λαός έχει ταυτιστεί με τις ιερές αγελάδες της δημόσιας υπηρεσίας και τους καταγέλαστους συντεχνιασμούς, την ώρα που ο λογαριασμός στέλνεται για πληρωμή σε όλους τους υπόλοιπους. Ο μέσος όρος αναγορεύτηκε σε αξία και η αντιτραπεζική, αντιεπιχειρηματική, αντικαπιταλιστική μπαρουφολογία δεν είναι πια αρκετή για να καλύψει αυτό που τόσο πικρά συνάγεται: ότι δεν υπάρχει ικανό σε ποιότητα και αριθμό πολιτικό προσωπικό για να κάνει τη σοβαρή δουλειά που ονομάζεται διακυβέρνηση.
Από την άλλη, σε ουκ ολίγες περιστάσεις, γινόμαστε μάρτυρες της ανυπομονησίας που διακατέχει την άλλη πλευρά για να έρθει στα πράγματα. Εκτός από τη διαχείριση της καμένης γης που θα παραλάβει, φοβάμαι ότι θα ακολουθήσει το παλιό καλό πολιτικό πλιάτσικο. Ειδικά στην περίοδο αυτή που το χρήμα που υπόσχεται η εκμετάλλευση του φυσικού αερίου φτάνει σε δυσθεώρητα ύψη, μου είναι αδύνατο να πιστέψω σε διακηρύξεις, δεσμεύσεις, προγραμματικές δηλώσεις και όλες τις εύηχες λεξούλες που τη συνοδεύουν. Με ανησυχεί επιπλέον η αίσθηση που κουβαλούν πολλά στελέχη του ΔΗΣΥ ότι κάτι τους χρωστάει η Ιστορία, ο τόπος και η συγκυρία – στην οίηση που συνεπάγεται η διαχείριση της προεδρικής δημοκρατίας, τίποτα δεν μπορεί να βάλει φρένο.
Το πιο τραγικό; Στη στροφή μας περιμένουν τα γνωστά κοράκια κι όλοι όσοι καταφέρνουν να επιπλέουν ανεξαρτήτως καιρικών συνθηκών…